Ο Χόφμαν γεννήθηκε στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια, γιος της τζαζ πιανίστας Λίλιαν Γκολντ και του διακοσμητή σκηνικών Χάρι Χόφμαν. Έχει έναν αδερφό, τον δικηγόρο και οικονομολόγο Ρόναλντ.
Ο Χόφμαν στις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του '60 έπαιξε σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές και κινηματογραφικές ταινίες, αλλά και στο θέατρο, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Το 1966 ο νεαρός σκηνοθέτης Μάικ Νίκολς, που μόλις είχε κερδίσει Όσκαρ για την ταινία του Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ; (1966), τον επέλεξε για το ρόλο του Μπέντζαμιν Μπράντοκ στην ταινία Ο Πρωτάρης (1968)(το ρόλο είχαν ήδη απορρίψει ο Γουόρεν Μπίτι και ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ). Για το ρόλο αυτό ο Χόφμαν βρέθηκε υποψήφιος για Όσκαρ, ενώ ο Νίκολς πήρε το Όσκαρ Σκηνοθεσίας. Παρότι ο Χόφμαν δεν κέρδισε το Όσκαρ, ο ρόλος αυτός τον έκανε γνωστό στο ευρύτερο κοινό. Επόμενος σημαντικός ρόλος του ήταν στον Καουμπόι του μεσονυκτίου (1969), για τον οποίο βρίσκεται και πάλι υποψήφιος για Όσκαρ. Η ταινία κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, η μόνη ταινία με το χαρακτηρισμό Χ-Rated (αυστηρώς ακατάλληλη) που έχει καταφέρει κάτι τέτοιο.
Ο Χόφμαν πλέον μπορούσε να πάρει τους ρόλους που ονειρευόταν πριν δέκα χρόνια. Στο Μεγάλο ανθρωπάκι (1970) υποδύεται τον χαρακτήρα Τζακ Κραμπ, από την εφηβεία μέχρι την ηλικία των 121 ετών, αποτελώντας έτσι προπομπό για παρόμοιες ταινίες, όπως το Φόρεστ Γκαμπ (1994). Παρά τη θετική υποδοχή από τους κριτικούς, δεν βρίσκεται υποψήφιος για Όσκαρ. Στα Αδέσποτα σκυλιά (1971) του Σαμ Πέκινπα ο Χόφμαν παρά τη θέλησή του, λόγω δέσμευσης με συμβόλαιο, υποδύεται τον Ντέιβιντ, έναν Αμερικανό που μετακομίζει με τη γυναίκα του σε χωριό της Αγγλίας και βρίσκεται αντιμέτωπος με τη βία μερικών χωρικών. Η ταινία σόκαρε κοινό και κριτικούς με την γραφική αναπαράσταση σωματικής και σεξουαλικής βίας.... Διαβάστε περισσότερα
Στο Τούτσι (1982) του Σίντνεϊ Πόλακ, όπου συμπρωταγωνίστησε με τη Τζέσικα Λανγκ, ο Χόφμαν υποδύθηκε τον Μάικλ Ντόρσεϊ, έναν νεαρό άνεργο ηθοποιό ο οποίος αναγκάζεται να προσποιηθεί ότι είναι γυναίκα, προκειμένου να κερδίσει αντίστοιχο ρόλο σε σαπουνόπερα. Το Τούτσι κέρδισε δέκα υποψηφιότητες για Όσκαρ, ανάμεσα στις οποίες και Α' Ανδρικού Ρόλου για τον Χόφμαν. Η ταινία είναι διαβόητη για τις διαμάχες μεταξύ Χόφμαν και Πόλακ, οι οποίες μεταφέρθηκαν και επί σκηνής όταν ο Χόφμαν έπεισε τον Πόλακ να υποδυθεί τον ατζέντη του χαρακτήρα του. Ο Πόλακ αργότερα απέδωσε σε αυτή την ταινία και στον Χόφμαν το ξεκίνημα της δεύτερης καριέρας του, πέρα από σκηνοθέτης και ως ηθοποιός. Στη συνέχεια ο Χόφμαν κάνει προσωρινή στροφή στην τηλεόραση με τον Θάνατο του εμποράκου (1985), για τον οποίο κέρδισε βραβείο Emmy το 1985. Για την ίδια ερμηνεία κέρδισε αργότερα και Χρυσή Σφαίρα.
Μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του ήταν το Ιστάρ (1987), ταινία που βρέθηκε υποψήφια για τρία Χρυσά Βατόμουρα. Ακολουθεί ο Άνθρωπος της βροχής (1988) του Μπάρι Λέβινσον, που καταγράφει την επανένωση δύο αδερφών μετά το θάνατο του πατέρα τους. Η απάθεια που έπρεπε να επιδεικνύει ο Χόφμαν για τις ανάγκες του ρόλου του έκανε επιτακτική την προσεκτική προετοιμασία της ταινίας, ώστε να γίνει αντιληπτή η εσωτερική μεταμόρφωση του αδερφού του, που υποδύθηκε ο Τομ Κρουζ. Γι' αυτό το λόγο οι δύο ηθοποιοί εργάστηκαν επί δύο χρόνια με τον Λέβινσον, προετοιμάζοντας το τελικό αποτέλεσμα. Η ερμηνεία του Χόφμαν ως Ρέιμοντ Μπάμπιτ του απέφερε το δεύτερό του Όσκαρ, ενώ η ταινία κέρδισε τρία ακόμα (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας και Σεναρίου).
Κατά τη δεκαετία του '90 ο Χόφμαν εμφανίστηκε σε πολλές ακριβές παραγωγές μεγάλων στούντιο. Υποδήθηκε τον Μάμπλς στο σχετικά αποτυχημένο Ντικ Τρέισι του Γουόρεν Μπίτι, ενώ άλλη μια αποτυχία τον περίμενε με το Μπίλι Μπάθγκεϊτ (1991). Στη συνέχεια συνεργάζεται με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, υποδυόμενος τον Κάπτεν Χουκ στο Χουκ (1991), το οποίο αποδείχτηκε μεγάλη εμπορική επιτυχία, ενώ ο Χόφμαν απέσπασε και υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα. Συνεργάστηκε ξανά με τον Μπάρι Λέβινσον στο Sleepers (1996), το οποίο είχε καλή υποδοχή από κοινό και κριτικούς και λίγο αργότερα πρωταγωνιστεί με τον Τζον Τραβόλτα στο Mad City (1997) του Κώστα Γαβρά, το οποίο αποδεικνύεται εμπορική και καλλιτεχνική αποτυχία. Η 7η υποψηφιότητα του Χόφμαν έρχεται με το ρόλο του Ρόμπερτ Έβανς στην ταινία Ο πρόεδρος, ένα ροζ σκάνδαλο και ένας πόλεμος (1998), την τρίτη συνεργασία του με τον Μπάρι Λέβινσον, ενώ συμπρωταγωνιστής του είναι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η ταινία γυρίστηκε μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα. Ο Χόφμαν συνεργάζεται και πάλι με τον Λέβινσον στην Σφαίρα, μια ταινία επιστημονικής φαντασίας η οποία απέτυχε οικτρά σε κοινό και κριτικούς, με κέρδη στις ΗΠΑ χαμηλότερα και από το μισό του κόστους της.
Το έργο του Χόφμαν στη δεκαετία του 2000 συνίσταται κυρίως από δεύτερους ρόλους σε ταινίες των μεγάλων στούντιο. Κάτω από την σκηνοθεσία του Τζέιμς Φόλι, συμπρωταγωνιστεί με τους Έντουαρντ Μπερνς, Άντι Γκαρσία και Ρέιτσελ Βάις στο Άκρως Εμπιστευτικό (2003), υποδυόμενος τον αρχιμαφιόζο Γουίνστον Κινγκ. Πρωταγωνιστεί για πρώτη φορά μαζί με τον, επί 50 χρόνια φίλο του, Τζιν Χάκμαν στην ταινία Ένορκοι (2003), το οποίο αποτελεί μεταφορά στην οθόνη του ομώνυμου μπεστ σέλερ του Τζον Γκρίσαμ. Παρότι η ταινία δέχτηκε καλές κριτικές, δεν ήταν εμπορική επιτυχία. Στο Το νόημα της ζωής και πώς να το χάσετε (2004) υποδύεται τον Μπέρναρντ, έναν υπαρξιστικό ιδιωτικό ντετέκτιβ. Η ταινία απέτυχε εμπορικά και δέχθηκε ανάμικτες κριτικές, όμως έγινε τελικά καλτ επιτυχία. Με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο βρέθηκε να συνεργάζεται στο Πεθερικά της συμφοράς (2004), συνέχεια της Γαμπρός της συμφοράς (2000). Η ταινία, με βασικό πρωταγωνιστή το Μπεν Στίλερ, αποδείχθηκε μεγάλη οικονομική επιτυχία και ο Χόφμαν κέρδισε το βραβείο του MTV για καλύτερη κωμική ερμηνεία. Το Φεβρουάριο του 2009 τιμήθηκε με τιμητικό βραβείο Σεζάρ για το σύνολο του έργου του.