Η Μαργαρίτα ζει στους ρυθμούς της υπέρ-απαιτητικής της θέσης στην πολυεθνική που εργάζεται και αντιμετωπίζει δουλειά και σχέσεις με σιδερένια πυγμή. Στα γενέθλια των 40 της, ένας συνταξιούχος συμβολαιογράφος της παραδίδει το πρώτο από μια σειρά γραμμάτων που θα αλλάξουν τα πάντα:
"Αγαπητέ μου εαυτέ. Σήμερα είμαι επτά χρονών και σου γράφω αυτό το γράμμα για να μην ξεχάσεις τις υποσχέσεις που έδωσες όταν ήσουν μικρή και να θυμάσαι όλα όσα θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις."
Είναι το γράμμα που έγραψε η ίδια στον εαυτό της για να μην ξεχάσει τι πραγματικά θέλει από τη ζωή...
"Με μια Σοφία Μαρσό που εξακολουθεί να είναι μια ύπαρξη αιθέρια και αξιαγάπητη, οι σκηνές ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν συνδέονται με μια μοναδική απλότητα και ποίηση. Χωρίς αμφιβολία το θέμα της ταινίας θα συγκινήσει τους πάντες..."
Le Parisien
Η ταινία είναι άμεσα εμπνευσμένη από τη ζωή του σκηνοθέτη: "Την ημέρα που έγινα 18 αναρωτήθηκα τι θα ήθελα να λάβω ως δώρο, και σκέφτηκα ότι θα ήταν σπουδαίο να λάμβανα ένα ημερολόγιο με όλα όσα σκεφτόμουν και ήθελα να έχω όταν ήμουν παιδί, και κυρίως με όλα όσα με πλήγωναν. Αργότερα στα 30 μου, μετάνιωσα που δεν το είχα κάνει στα 18 μου, και όταν πια έγινα 40, αποφάσισα ότι επειδή δεν είχα καταφέρει να το κάνω στην πραγματική μου ζωή, θα κάνω μια ταινία με αυτό το θέμα".
Ο Γιαν Σαμουέλ αγαπά να γράφει και να συγκρίνει την δημιουργία ενός σεναρίου με την προετοιμασία ενός γεύματος για φίλους, ως εξής: "Στην αρχή κανείς αναζητά και αποφασίζει ποιες συνταγές θα πραγματοποιήσει, στη συνέχεια κάνει τις απαραίτητες προμήθειες και έπειτα εγκαθίσταται στην κουζίνα και ξεκινά το μαγείρεμα." Για τον Γιαν Σαμουέλ το γράψιμο ισοδυναμεί με το στάδιο που κάποιος επιλέγει τις συνταγές για το γεύμα. Είναι πιο ελεύθερη και πιο ευχάριστη διαδικασία από την ίδια την παραγωγή της ταινίας και τα γυρίσματα.
Ο Γιαν Σαμουέλ και η Σοφί Μαρσό ήθελαν από καιρό να συνεργαστούν σε μια ταινία. Όταν ο Σαμουέλ έγραψε την πρώτη εκδοχή του σεναρίου, που ήταν ακόμη πολύ αναλυτική και όχι καλά δομημένη, τηλεφώνησε στη Μαρσό να της πει ότι τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον έγραφε αποκλειστικά για αυτήν. Εκείνη ενθουσιάστηκε στην ιδέα και ήθελε να διαβάσει το σενάριο που όμως ακόμα δεν ήταν έτοιμο. Όταν πια ο Σαμουέλ είχε φτάσει να δουλεύει την 13η εκδοχή του, αποφάσισε να συναντηθεί ξανά με την ηθοποιό και να της το παρουσιάσει. Αυτή τη φορά όμως η Μαρσό, παρόλο που δεσμεύτηκε να το διαβάσει, εξέφρασε στον σκηνοθέτη την επιθυμία της να κάνει ένα διάλειμμα από τον κινηματογράφο γιατί μετά από τέσσερις συνεχόμενες ταινίες αισθανόταν κουρασμένη. Όταν διάβασε το σενάριο τηλεφώνησε στον Σαμουέλ ενθουσιασμένη να του πει ότι την μάγεψε και ότι δεχόταν τον ρόλο. Ευτυχώς γιατί όπως αργότερα παραδέχτηκε ο σκηνοθέτης, η Σοφί Μαρσό ήταν η πρώτη και μοναδική του επιλογή.
Και στις τρεις ταινίες του Γιαν Σαμουέλ οι επιρροές του από τον Τεξ Έιβερι και τις κλασσικές ταινίες του Ντίσνεϊ είναι εμφανείς. Στο "Αγάπα με αν τολμάς" το ντεκουπάζ έχει σαφείς αναφορές σε κινούμενα σχέδια και στο "Γράμμα που άλλαξε τη ζωή μου" έχει επιλέξει να κάνει αναφορά στα κολάζ των παιδικών βιβλίων του Ζακ Πρεβέρ.
"Το γράμμα που άλλαξε τη ζωή μου" φέρνει ξανά στα ίδια πλατό μετά από 26 χρόνια τη Σοφί Μαρσό και τον Μισέλ Ντικοσό. Οι δύο πρωταγωνιστές είχαν συνεργαστεί υπό την καθοδήγηση του Αλαίν Κορνό στην ταινία "Fort Saganne".
Για την ταινία πραγματοποιήθηκαν γυρίσματα στο Παρίσι (Cite Internationale), στη Λυών, σε περιοχές στο Ρήνου και τις Γαλλικές Άλπεις, στο Σαού στη νοτιοανατολική Γαλλία και στο Μαρόκο.