Η ταινία δεν μιλά για την τρομοκρατία καθεαυτή, ούτε για τα κίνητρα των δραστών, αλλά για τις συνέπειές της στους απλούς ανθρώπους την επόμενη μέρα, και το πώς αυτοί διαχειρίζονται (ή δεν διαχειρίζονται) το σοκ. Για τις ουλές που αφήνει στις ψυχές των θυμάτων. Ωστόσο είναι προφανές πως παραπέμπει στο μπαράζ τρομοκρατικών επιθέσεων που σημάδεψαν ανεξίτηλα το Παρίσι το 2015 (από το Σαρλι Εμπντό, μέχρι το Μπατακλάν).
«Ο αδερφός μου», εξομολογείται η σκηνοθέτις, «βρισκόταν στο Μπατακλάν στις 13 Νοεμβρίου. Καθώς κρυβόταν, βρισκόμουν σε επαφή μαζί του, μέσω μηνυμάτων, όλο το βράδυ. Την ταινία την εμπνεύστηκα από τις δικές μου αυτές τραυματικές μνήμες και από όσα μου είπε εκ των υστέρων ο αδερφός μου. Βίωσα προσωπικά το πώς τα γεγονότα δομούνται και αποδομούνται μέσω της μνήμης».
H ταινία προβλήθηκε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών του Φεστιβάλ των Καννών και απέσπασε το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας στα φετινά βραβεία Σεζάρ.