Το απόλυτο παγκόσμιο μπεστ σέλερ της τελευταίας δεκαετίας που ανέδειξε "το φαινόμενο Νταν Μπράουν" μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη από τον βραβευμένο με Όσκαρ σκηνοθέτη Ρον Χάουαρντ (Ένας Υπέροχος Άνθρωπος). Τον ρόλο του περίφημου καθηγητή Ρόμπερτ Λάνγκτον υποδύεται ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Τομ Χανκς, ενώ τη γοητευτική Σοφί Νεβό ενσαρκώνει η Αμελί... Οντρέ Τοτού.
Η αστυνομική ιστορία παντρεύεται με στοιχεία θρίλερ, μυστικισμού, θρησκείας και ιστορίας της τέχνης σε μία πλοκή που φιλοδοξεί να...ανατρέψει τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού... Η μεγαλύτερη συνομωσία των τελευταίων 2000 χρόνων αποκαλύπτεται σταδιακά μέσα από ένα ανελέητο κυνηγητό ανάμεσα σε σύμβολα, αναγραμματισμούς, μνημεία, κρυπτόλεξα και... πτώματα!
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΟΘΟΝΗ
Το απόλυτο παγκόσμιο μπεστ σέλερ της τελευταίας δεκαετίας που ανέδειξε "το φαινόμενο Νταν Μπράουν" μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη από τον βραβευμένο με Όσκαρ σκηνοθέτη Ρον Χάουαρντ ("A Beautiful Mind"). Τον ρόλο του περίφημου καθηγητή Ρόμπερτ Λάνγκτον υποδύεται ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Τομ Χανκς, ενώ τη γοητευτική Σοφί Νεβό ενσαρκώνει η Αμελί... Οντρέ Τοτού, πλαισιωμένοι από ένα καστ αξιώσεων. Η αστυνομική ιστορία παντρεύεται με στοιχεία θρίλερ, μυστικισμού, θρησκείας και ιστορίας της τέχνης σε μία πλοκή που φιλοδοξεί να... κλονίσει ανεπανόρθωτα τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού... Η μεγαλύτερη συνομωσία των τελευταίων 2000 χρόνων αποκαλύπτεται σταδιακά μέσα από ένα ανελέητο κυνηγητό ανάμεσα σε σύμβολα, αναγραμματισμούς, μνημεία, και κρυπτόλεξα!
H επιτυχία-φαινόμενο του μυθιστορήματος του Νταν Μπράουν "Κώδικας Da Vinci" είχε μόλις αρχίσει να διαφαίνεται όταν ο πρόεδρος της Sony Χάουαρντ Στρίνγκερ ενθάρρυνε τον παραγωγό Τζον Κάλεϊ να διαβάσει το βιβλίο. «Κατενθουσιάστηκα. Το βρήκα πραγματικά συναρπαστικό, πρώτης τάξεως θρίλερ...», ανακαλεί ο παραγωγός. Και βέβαια, αμέσως ζήτησε τα δικαιώματα για την κινηματογραφική μεταφορά του.
Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος της Imagine Entertainment Μπράιαν Γκρέιζερ και ο συνεργάτης του, σκηνοθέτης και παραγωγός Ρον Χάουαρντ, ήθελαν επίσης πολύ τη μεταφορά του βιβλίου στη μεγάλη οθόνη. Τον Γκρέιζερ είχαν αγγίξει κάποιες από τις "υπόγειες" ιδέες που θίγονταν στο μυθιστόρημα: «Όχι μόνο απήλαυσα τον "Κώδικα Da Vinci" σαν ένα συναρπαστικό θρίλερ αλλά, επίσης, προβληματίστηκα πολύ από κάποια θέματα του περιεχόμενου του που κυριολεκτικά κέρδισαν την προσοχή μου... Υπήρχε το τεράστιο ζήτημα της Ιστορίας και της κατασκευής της- ερωτήματα που βρίσκω να είναι πολύ δυνατά, διαχρονικά αλλά και εξαιρετικά επίκαιρα...», σχολιάζει ο παραγωγός. Όταν οι Γκρέιζερ και Χάουαρντ έμαθαν ότι ο Κάλεϊ είχε ήδη ζητήσει τα δικαιώματα, τον προσέγγισαν και μοιράστηκαν μαζί του τις ιδέες τους για μία κινηματογραφική εκδοχή του μυθιστορήματος: η συνεργασία είχε μόλις κλειστεί.
Ο Χάουαρντ, έχοντας συνεργαστεί και στο παρελθόν με τον σεναριογράφο Ακίβα Γκόλντσμαν στην ταινία "A Beautiful Mind" και "Cinderella Man", αισθανόταν ότι ήταν η φυσική επιλογή για την απόδοση του εγχειρήματος. «Δεν παύει να ήταν ένα τρομακτικό καθήκον. Τη στιγμή που ήμαστε όλοι αποφασισμένοι να προχωρήσουμε, το βιβλίο είχε ήδη μετατραπεί από εμπορική επιτυχία σε ιστορική επιτυχία, πέρα από κάθε προσδοκία. Συζητούσα πολύ με τον Ακίβα, καθώς έπρεπε να ξεδιαλύνουμε πολλά θέματα πριν οριστικοποιηθεί το σενάριο. Αποφασίζοντας να γυρίσουμε το συγκεκριμένο βιβλίο σε ταινία έπρεπε να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας τις ίδιες ερωτήσεις που θέτει κι αυτό στους αναγνώστες του. Δεν έχει τύχει στο παρελθόν να εμπλακώ σε ανάλογο εγχείρημα, που να μην προκαλεί μόνο έντονα συναισθήματα και αληθινή ψυχαγωγία αλλά και να διεγείρει ενδιαφέρουσες συζητήσεις...», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Κι ο Γκόλντσμαν εξομολογείται ότι κι ο ίδιος φοβήθηκε στην προσπάθεια του να προσαρμόσει το μπεστσέλερ- λογοτεχνικό φαινόμενο στη μεγάλη οθόνη, καθώς τόσοι πολλοί άνθρωποι το είχαν διαβάσει και είχαν δημιουργήσει τις δικές τους εικόνες στο μυαλό τους. Σύμφωνα με τον σεναριογράφο: «Το βιβλίο με είχε επηρεάσει απίστευτα και όταν κάθισα να το αποδώσω δεν ήξερα πραγματικά από που να αρχίσω, αφού είναι τόσο σύνθετη και λαβυρινθώδης η ιστορία του... Η πρώτη μου σκέψη ήταν να τα παρατήσω... Μετά όμως, κάθισα μαζί με τον Ρον και είχε μία τόσο καθαρή σκέψη για το τί ήθελε να κάνει που κι εγώ άρχισα να έχω εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και να πιστεύω σε αυτό που πηγαίναμε να κάνουμε...»
Ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Τομ Χανκς, που υποδύεται τον Ρόμπερτ Λάνγκτον, επίσης αναγνώρισε τις δυσκολίες της υλοποίησης μίας τέτοιας ταινίας. «Πρέπει να δώσεις στον κάθε αναγνώστη αυτό που περιμένει, γιατί, για να είμαστε ειλικρινείς, το βιβλίο είναι εξαιρετικά καλό. Μπορούσες να το αλλάξεις, να το κάνεις διαφορετικό αλλά έπρεπε να είσαι σίγουρος ότι το κάνεις καλύτερο. Το έργο του Ακίβα – η προσαρμογή δηλαδή ενός βιβλίου τόσο συγκεκριμένου στο μυαλό όλων- ήταν μνημειώδες, καθώς, με το αλάνθαστο, καλλιεργημένο ένστικτό του ήταν σε θέση να καταλάβει τί συντελεί στην καλύτερη κινηματογραφική δομή και να το αναπτύξει στο έπακρο...», αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρωταγωνιστής.
Η ταινία γυρίστηκε σε πολλές τοποθεσίες σε όλη την Ευρώπη και στα Στούντιο Pinewood και Shepperton, όπου χτίστηκαν πολλά σκηνικά.
Αν και γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν και στο Μουσείο του Λούβρου, έπρεπε να ανακατασκευαστεί η Μεγάλη Αίθουσα του Μουσείου σε ένα στούντιο έτσι ώστε το μεγαλύτερο ποσοστό της δράσης να μπορούσε να αναπτυχθεί σε ένα πιο ελεγχόμενο περιβάλλον, μακριά από τα αριστουργήματα του αληθινού Μουσείου. Γι’ αυτόν τον σκοπό, ο σκηνογράφος Άλαν Κάμερον κατασκεύασε μέρη του μουσείου στα σκηνικά "James Bond" των Pinewood Studios, που βρίσκονται έξω από το Λονδίνο.
«Από την πρώτη στιγμή ήξερα ότι θα έπρεπε να γυρίσουμε κάποιες από τις σκηνές του Μουσείου σε σκηνικά που θα φτιάχναμε οι ίδιοι. Όμως όταν πήγαμε στο Λούβρο, ανησυχήσαμε μήπως "τραυματίζαμε" τα πατώματα όπως και τους ανεκτίμητους πίνακες. Αποφασίσαμε λοιπόν να κατασκευάσουμε περισσότερα σκηνικά του Μουσείου στα στούντιο Pinewood... Οι σχεδιαστές της ομάδας μας έπρεπε να ζωγραφίσουν περισσότερους από 150 πίνακες, που ασφαλώς έπρεπε να μοιάζουν και στην παραμικρή λεπτομέρεια με εκείνους του Λούβρου. Χρησιμοποιήσαμε ακόμα και μάρμαρα για την κορνίζα γύρω από τα παράθυρα, ό,τι δηλαδή βλέπουμε και στις αίθουσες του μουσείου. Τέλος, το πάτωμα ανατέθηκε σε ειδικό ξυλουργό, ο οποίος χρησιμοποιώντας ιδιαίτερες επενδύσεις ξύλου κατάφερε να προσεγγίσει το πάτωμα της Μεγάλης Αίθουσας», επισημαίνει ο Άλαν Κάμερον.
Η ομάδα παραγωγής του "Κώδικα Da Vinci" ταξίδεψε από το Παρίσι μέχρι το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Μάλτα, σταματώντας σε μερικά από τα πιο συναρπαστικά ιστορικά ορόσημα της Ευρώπης. Αν και ένας μεγάλος αριθμός σκηνικών κατασκευάστηκαν στα Στούντιο Shepperton και Pinewood, η πλειοψηφία των σκηνών-κλειδιά τις ταινίας έχουν γυριστεί σε πραγματικές τοποθεσίες. Ο Τομ Χανκς παρατηρεί σχετικά: «Βρεθήκαμε σε πολλά από τα αληθινά μέρη που αναφέρονται στο βιβλίο. Γονατίσαμε για να περάσουμε κάτω από χαμηλές πόρτες και μπουσουλήσαμε σε ανώμαλα δάπεδα... Σίγουρα, όμως αυτή η επαφή με τις αυθεντικές τοποθεσίες με βοήθησε σαν ηθοποιό να αποδώσω ακόμα πιο πιστά τον χαρακτήρα του Ρόμπερτ Λάνγκτον. Ήταν μία πολύ διαφορετική εμπειρία από το να πηγαίνεις κάθε μέρα στο Χόλιγουντ και να γυρίζεις στο τάδε στούντιο τις σκηνές σου....»