Εμπνευσμένη από αληθινά γεγονότα, η ταινία αφηγείται την ιστορία του φοιτητή Μάικλ Kόβακ (Κόλιν Ο’ Ντόνογκιου), ο οποίος παρακολουθεί μία σχολή για τον εξορκισμό στο Βατικανό, παρά τις αμφιβολίες του σχετικά με την αμφιλεγόμενη αυτή πρακτική. Ενδεδυμένος με την πανοπλία του σκεπτικισμού του, ο Μάικλ προκαλεί τους ανωτέρους του να ψάξουν να βρουν λύσεις στην ψυχιατρική, και όχι τους δαίμονες, στην προσπάθειά τους να γιατρέψουν αυτούς που φαίνεται να διακατέχονται από το Διάβολο.
Μόνο όταν πηγαίνει ως μαθητευόμενος στον εκκεντρικό Πάτερ Λούκας (Άντονι Χόπκινς), έναν πασίγνωστο ιερέα, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει χιλιάδες εξορκισμούς – αρχίζουν οι αντιστάσεις του να κάμπτονται. Καθώς παρατηρεί μία προβληματική περίπτωση που φαίνεται να ξεπερνά ακόμη και τις δεξιότητες του Πάτερ Λούκας, αρχίζει να συνειδητοποιεί το μέγεθος του φαινομένου που καλείται να ερευνήσει και το οποίο δεν μπορεί να εξηγήσει ή να ελέγξει ... και έρχεται αντιμέτωπος με ένα κακό. τόσο βίαιο και τρομακτικό, που τον αναγκάζει να αμφισβητήσει όλα όσα πιστεύει.
Πληροφορίες
«Η μάχη κατά του διαβόλου, που είναι το κύριο καθήκον του Αγίου Μιχαήλ του Αρχαγγέλου, εξακολουθεί και σήμερα, γιατί ο διάβολο εξακολουθεί να βρίσκεται ανάμεσά μας.»
Πάπας Ιωάννης Παύλος Β '
«Η ΤΕΛΕΤΗ» είναι ένα μεταφυσικό θρίλερ που ασχολείται με την παρουσία του Διαβόλου, ακόμα και στο Βατικανό, σε ένα από τα πιο ιερά μέρη στον κόσμο.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
«Το να επιλέξεις να μην πιστέψεις στο Διάβολο δεν θα σε προστατεύσει από αυτόν.»
Πάτερ Λούκας
Οι εξορκιστές και το σκοτάδι με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι, ασκούσαν ανέκαθεν γοητεία, ανεξαρτήτως θρησκεύματος. Ο σκηνοθέτης Μίκαελ Χάφστρομ βεβαιώνει, «Υπάρχει καθολικό ενδιαφέρον για την ιεροτελεστία του εξορκισμού. Μεγάλο μέρος της προέρχεται από τη θρησκεία, αλλά και από τη λαϊκή παράδοση. Η ταινία «The Exorcist» τη δεκαετία του '70, εξακολουθεί να είναι η πιο διάσημη ταινία για το συγκεκριμένο φαινόμενο. Σε όλο τον κόσμο, οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για αυτό το θέμα, παρά το γεγονός-ή ίσως ακόμα και γιατί- δεν μπορεί να αποδειχθεί ή να γίνει πλήρως κατανοητό. Όσο περισσότερο το εξετάζεις, τόσο περισσότερο συνειδητοποιείς ότι δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις.»
Ως ηθοποιός, ο Αντονι Χόπκινς βυθίστηκε στη φύση του κακού, κυρίως μετά το ρόλο του Χάνιμπαλ Λέκτερ στην ταινία The Silence of the Lambs. Για την «ΤΕΛΕΤΗ» λέει, «Υπάρχει μια ολόκληρη συζήτηση που ανοίγεται μέσω της ταινίας: Υπάρχει όντως ο Διάβολος; Μπορεί να γίνει μία τέτοια προσωποποίηση; Ή μήπως είναι ψυχολογικό πρόβλημα; Είναι ο Φρόιντ ή ο Θεός; Ποιος μπορεί να πει;»
Ο Ιρλανδός ηθοποιός Κόλιν Ο’ Ντόνογκιου που πρωταγωνιστεί μαζί με Χόπκινς στην ταινία, σημειώνει ότι η ιστορία θέτει καθολικά ερωτήματα για το πώς αντιμετωπίζουμε αυτό το ανεξήγητο φαινόμενο. «Από τη μία υπάρχει το ψυχολογικό επιχείρημα - η ιδέα ότι όταν πιστεύεις ότι σε κυριεύει ο Διάβολος, σημαίνει ότι υποφέρεις από μία ψυχική ασθένεια- και από την άλλη το ότι πιστεύεις στην ύπαρξη του Δαίμονα. Και αυτές οι συζητήσεις γίνονται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η ταινία απεικονίζει μερικά αρκετά ανησυχητικά σενάρια, και το γεγονός ότι είναι εμπνευσμένη από πραγματικά περιστατικά, σε κάνει να πιστεύεις ότι υπάρχει μια αλήθεια σε όλα αυτά.»
Η ιστορία της «ΤΕΛΕΤΗΣ» ξεκίνησε ως μια πρόταση για βιβλίο από τον Ματ Μπάλιο, έναν δημοσιογράφο που ζούσε στη Ρώμη, ο οποίος εντυπωσιάστηκε το 2007 από την πρωτοβουλία του Βατικανού να επανεκπαιδεύσει τον κλήρο πάνω στην ιεροτελεστία του εξορκισμού, με στόχο την εγκατάσταση ενός εξορκιστή σε κάθε καθολική επισκοπή σε όλο τον κόσμο.
Όταν η 10-σελίδη πρόταση του Μπάλιο βρήκε τον τρόπο να φτάσει στους παραγωγούς της ταινίας, εκείνοι ενδιαφέρθηκαν αμέσως. Ο παραγωγός Μπο Φλιν αναφέρει, «Ο Ματ έμαθε για μία σχολή εξορκισμού που άνοιγε το Βατικανό και του έγινε έμμονη ιδέα. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς του, συνάντησε έναν Αμερικανό ιερέα που παρακολουθούσε αυτή τη σχολή. Έτσι, αντί για ένα άρθρο, ο Ματ αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο.»
Το αποτέλεσμα ήταν η «ΤΕΛΕΤΗ: Η δημιουργία ενός σύγχρονου εξορκιστή», η οποία εξιστορεί τα γεγονότα που αποτέλεσαν έμπνευση για την ταινία. «Ο εξορκισμός είναι κάτι στο οποίο πολύ λίγοι άνθρωποι είναι μυημένοι», λέει ο Μπάλιο. «Ήθελα από τη μία να καταλάβω ο ίδιος, αλλά και να ‘ξεκλειδώσω’ το μυστήριο και για τους άλλους. Γνώρισα έναν Αμερικανό ιερέα, τον πάτερ Γκάρι Τόμας, που θα ερχόταν στη σχολή Regina Apostolorum στη Ρώμη για να γίνει εξορκιστής, και οι εμπειρίες του αποτέλεσαν βάση για τον κεντρικό χαρακτήρα του Μάικλ Κόβακ στο σενάριο.»
Ο παραγωγός Τριπ Βίνσον προσθέτει, «Όταν κάνεις μια ταινία όπως αυτή, θα πρέπει να αντιμετωπίζεις το θέμα με σοβαρότητα και απόλυτο σεβασμό. Η ενασχόληση με πολύ σημαντικά θέματα όπως το καλό και το κακό, δεν χρειάζεται πολλές τυμπανοκρουσίες. Η αλήθεια είναι πιο συναρπαστική από οτιδήποτε μπορούμε να βγάλουμε από το μυαλό μας.»
Οι παραγωγοί ανέθεσαν στο σεναριογράφο Μάικλ Πετρόνι να προσαρμόσει την ιδέα σε ένα σενάριο, ενώ ο Μπάλιο έγραφε το βιβλίο του. «Τον άνθρωπο τον γοητεύει το θέμα του εξορκισμού, διότι παραμένει ένα αναπάντητο ερώτημα», λέει ο Πετρόνι. "Η ιστορία διερευνείται διεξοδικά μέσω συνεντεύξεων με τους ιερείς και με χρονολόγιο πραγματικών περιστατικών, από ότι τρομακτικό έχουν δει.»
Ο Πάτερ Γκάρι, που εργάζεται στη βόρεια Καλιφόρνια ως πάστορας και εξορκιστής και ο οποίος δούλεψε ως σύμβουλος για την ταινία, εξηγεί, «Η ιεροτελεστία του εξορκισμού έχει τεθεί σε ισχύ από το 1614. Και όμως, πολλοί επίσκοποι και ιερείς δεν έχουν ιδέα για το είναι στην πραγματικότητα ο εξορκισμός, εκτός από το ότι έχει να κάνει με τον Σατανά. Η ευκαιρία που είχα μέσω της εκπαίδευσης μου στη Ρώμη, μου άνοιξε τα μάτια, καθώς είχα τη δυνατότητα να συνεργαστώ με έναν έμπειρο εξορκιστή και να του ζητήσω να απαντήσει σε όλες μου τις ερωτήσεις. Αυτό που πραγματικά είχε απήχηση σε μένα ήταν το γεγονός ότι πρόκειται για μία διαδικασία επούλωσης που δίνει στους κληρικούς σαν εμένα μια ευκαιρία να βοηθήσουν ανθρώπους που πραγματικά υποφέρουν.»
Ο Χάφστρομ ήταν εκστασιασμένος με την ιδέα της έρευνας του θέματος των εξορκισμών. «Δεν είναι μια απλή ταινία τρόμου,» σημειώνει. «Είναι μια ταινία μυθοπλασίας, αλλά μέσα σε ένα πολύ πραγματικό και ουσιαστικό πλαίσιο. Όταν διάβασα το σενάριο, αισθάνθηκα ότι προσέγγισε την όλη ιδέα της κατοχής από δαίμονες μέσα από μια οπτική γωνία που δεν έχουμε ξαναδεί… που με σασπένς βάζει τον θεατή σε αυτό τον κόσμο, με τρόπο έντονο και ψυχαγωγικό.»
[[page_break]]
Η ιστορία των χαρακτήρων της ταινίας
«Το ενδιαφέρον πράγμα με εμάς τους σκεπτικιστές είναι ότι πάντα ψάχνουμε για αποδείξεις. Το ερώτημα είναι: τι στο καλό θα τις κάνουμε, αν τις βρούμε;»
Πάτερ Λούκας
Ο Άντονι Χόπκινς υποδύεται τον Πάτερ Λούκας, έναν αμφιλεγόμενο εξορκιστή, γνωστό για το ότι μπορεί να φτάνει στις πιο σκοτεινές πλευρές της πνευματικότητας, όντας στην υπηρεσία του Θεού. «Ο Πάτερ Λούκας έχει κακή φήμη μεταξύ των κληρικών,» λέει ο Βίνσον. «Έχει εκτελέσει χιλιάδες εξορκισμούς και είναι ο ιερέας που αγωνίζεται στα χαρακώματα εναντίον του Διαβόλου για πολλά, πολλά χρόνια. Δεν πρόκειται για το μέσο ιερέα. Υπάρχει μια αίσθηση ασάφειας και κινδύνου γύρω από αυτόν. Για κάποιους, φαίνεται τρελός, αλλά την ίδια στιγμή, εκπέμπει γνήσια ζεστασιά και ευγένεια. Ο Άντονι Χόπκινς ενσαρκώνει αυτή τη δυαδικότητα άψογα.»
«Αναρωτιόμουν ποια θρησκεία ασπαζόταν ο Πάτερ Λούκας,» σχολιάζει ο Χόπκινς. «Είναι Ιησουίτης, αλλά ανοικτόμυαλος. Όταν τον συναντά ο Μάικλ, δεν ξέρει πώς να τον χειριστεί, επειδή είναι άνθρωπος οξύθυμος και ανυπόμονος. Και όταν αυτός ο νεαρός άνδρας ταρακουνά τις πεποιθήσεις του, ο Πάτερ Λούκας λέει, ‘Απόλαυσε τις αμφιβολίες σου. Γαλούχησε τες. Να είσαι φίλος με τις αμφιβολίες σου, διότι είναι αυτές που θα σου ανοίξουν δρόμους.’ Ο Πάτερ Λούκας έχει και αυτός τις αμφιβολίες του, μέχρι που αρχίζουν να συμβαίνουν και σε αυτόν τρομακτικά πράγματα.»
Ως Πάτερ Λούκας, ο Χόπκινς αποτέλεσε το κέντρο βάρους για την ιστορία και τους χαρακτήρες. «Προφανώς, δίνει πολλά στην ταινία.» επιβεβαιώνει ο Χάφστρομ. «Είναι η καρδιά και η ψυχή αυτής της ταινίας. Ο χαρακτήρας του Πάτερ Λούκας είναι συναρπαστικός, γιατί δεν γνωρίζουμε ποιος πραγματικά είναι και ποια είναι τα πιστεύω του… αν είναι απλά ένας μάγος ή αν είναι αληθινός ιερέας. Υπάρχουν τόσες πολλές πλευρές σε αυτόν, και ο Άντονι τις απέδωσε όλες με ένα πολύ συναρπαστικό τρόπο. Ήταν πολύ μεγάλη ευκαιρία το ότι συνεργάστηκα με αυτόν το μεγάλο ηθοποιό.»
Αν και ο Μάικλ πηγαίνει στο πρεσβυτέριο του Πάτερ Λούκας για να κατανοήσει καλύτερα την σκοτεινή πλευρά της πίστης του, φαίνεται να έχει μεγαλύτερη πίστη στην ψυχιατρική απ΄ ότι στην δύναμη του εξορκισμού. «Για να είναι αποτελεσματικός εξορκιστής προϋποθέτει ότι είναι απόλυτα βέβαιος ότι έρχεται αντιμέτωπος με μία φοβερή δύναμη,» λέει ο Βίνσον. «Δεν είναι κάτι που μπορεί να αντέξεις μόνος σου. Έτσι, καθώς ο Μάικλ ακολουθεί τον Πάτερ Λούκας στον κόσμο του εξορκισμού, έρχεται αντιμέτωπος με μερικά πολύ τρομακτικά και άσχημα πράγματα που τον ωθούν να ψάξει βαθιά μέσα του και να συμφιλιωθεί με αυτό που πιστεύει πραγματικά.»
Η ΤΕΛΕΤΗ εξερευνά το μυστήριο του εξορκισμού μέσα από τα μάτια ενός εμπειρογνώμονα και ενός αρχάριου. Ο Κόλιν Ο’ Ντόνογκιου ζωντανεύει αυτή τη σχέση, ως Μάικλ Νόβαλ, παίζοντας τον πρώτο του ρόλο σε ταινία μεγάλου μήκους, απέναντι στον βετεράνο ηθοποιό Χόπκινς.
Ο νεαρός ηθοποιός από την Ντρογκέδα της Ιρλανδίας, δεν είχε καμία εμπειρία από ταινίες μεγάλου μήκους, αλλά έστειλε ένα δείγμα στους δημιουργούς της ταινίας. «Έκανα μία δική μου μαγνητοσκόπηση - οντισιόν στον πίσω κήπο του καλύτερου φίλου μου, χωρίς να ξέρω αν κάποιος θα το έβλεπε ποτέ αυτό το υλικό. Δόξα τω Θεώ, κάποιος το έκανε,» λέει χαμογελώντας. «Ήταν ένα όνειρό μου που έγινε πραγματικότητα, επειδή αισθάνθηκα πραγματικά μια σύνδεση με τον Μάικλ Κόβακ. Πιστεύεις στο Θεό ή σε μια ανώτερη δύναμη… πιστεύεις ότι η ζωή σου είναι προκαθορισμένη ή ότι έχεις τον έλεγχο των πάντων; Αυτά ήταν τα ερωτήματα που βασάνιζαν τον Μάικλ.» «Νομίζω ότι ο Κόλιν είναι κάποιος που εμπνέει εμπιστοσύνη και, ως εκ τούτου, αποτελεί ένα πολύ καλό οδηγό σε αυτόν τον κόσμο», σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Αναγνωρίζοντας αυτές τις ιδιότητες στον Ο’ Ντόνογκιου – τη σοβαρότητά του, παρά την ηλικία του, και την εσωστρέφειά του – οι παραγωγοί της ταινίας πέταξαν στο Λος Άντζελες μαζί του, προκειμένου να δουν αν μπορεί να λειτουργήσει η συνεργασία του με τον Χόπκινς. Η χημεία του με τον ηθοποιό, ήταν αυτή που σφράγισε τη συμφωνία. «Αυτή είναι η πρώτη ταινία του Κόλιν, και παίζει σχεδόν σε κάθε σκηνή, τις περισσότερες από αυτές δίπλα στον Άντονι Χόπκινς, και γι 'αυτό και δικαιολογείται το άγχος που είχε την πρώτη μέρα,» θυμάται ο Χάφστρομ. «Αλλά ο Άντονι ήταν – τόσο ως άνθρωπος, όσο και ως ηθοποιός – γενναιόδωρος με τον Κόλιν και τον βοήθησε με πολλούς τρόπους. Έγιναν φίλοι, το οποίο ήταν απαραίτητό, επειδή, από μία άποψη, αυτή είναι μια ταινία για τη φιλία μεταξύ ενός νεότερου και ενός παλαιότερου ιερέα. Υπάρχει επίσης μια δυναμική πάτερα - γιου μεταξύ τους. Ταυτόχρονα, ήταν σημαντικό να δημιουργηθεί μια κατάσταση, όπου κάποιος θα μπορούσε να αισθανθεί μία δυσαρμονία στη σχέση τους. Νομίζω ότι και οι δύο ηθοποιοί κατάφεραν να αποδώσουν αυτήν την ένταση με έναν εξαιρετικό τρόπο.»
«Νομίζω ότι ο Κόλιν είναι εξαιρετικός», παρατηρεί ο Χόπκινς. «Ήταν υπέροχο να δουλεύεις μαζί του. Είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός, και έχει ένα πολύ ενδιαφέρον πρόσωπο.»
Ο Πάτερ Λούκας δεν είναι το μόνο πρόσωπο που τραβά την προσοχή τον Μάικλ στη Ρώμη. Την πρώτη μέρα του στη σχολή του εξορκισμού, το μάτι του πέφτει και σε ένα άλλο επισκέπτη, την Αντζελίν μία δημοσιογράφο που διερευνά τη νέα «πρωτοβουλία» του Βατικανού. «Η Αντζελίν εντυπωσιάζει τον Μάικλ διότι, ως δημοσιογράφος, είναι εκπαιδευμένη να βλέπει τα πράγματα αντικειμενικά,» λέει ο Βίνσον. «Δεν είναι απαραίτητα πιστή, οπότε δεν πρόκειται να αποδεχθεί όλα όσα ακούει. Έτσι όταν βλέπει τον Μάικλ να θέτει υπό αμφισβήτηση κάποια πράγματα, ξέρει ότι έχει βρει μια αδελφή ψυχή που μπορεί να τη βοηθήσει στο έργο της.»
Για αυτό τον ρόλο, οι δημιουργοί της ταινίας διάλεξαν τη Βραζιλιάνα ηθοποιό Άλις Μπράγκα, η οποία γοητεύτηκε από το σενάριο, αν και παραδέχεται ότι το βράδυ που το πρωτοδιάβασε δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. «Αφού το διάβασα, δεν μπορούσα να κοιμηθώ», λέει. «Είναι μια ταινία μυθοπλασίας, αλλά το φαινόμενο είναι πραγματικό, και οι χαρακτήρες μπαίνουν όλο και πιο βαθιά σε αυτό, καθώς προσπαθούν να καταλάβουν περί τίνος πρόκειται. Όλοι φοβούνται το ενδεχόμενο να τους κυριεύσει ο Σατανάς, ακόμη και αν δεν συμφωνούν με το πώς πρέπει να αποκαλούμε αυτό το φαινόμενο. Ερωτεύτηκα το χαρακτήρα της Αντζελίν, επειδή είναι αυτή η ισχυρή, ειλικρινής γυναίκα που ξέρει τι θέλει και καταλαβαίνει στην πορεία, το λόγο, για τον οποίο ψάχνει να βρει απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα.»
«Η Άλις είχε κάνει πολλές ταινίες, αλλά εκείνη στην οποία ξεχώρισε, ήταν η ανεξάρτητη παραγωγή City of God,» λέει ο Φλιν. Όπως και ο Μάικλ, έτσι και η Αντζελίν αναγκάζεται να αντιμετωπίσει τις αμφιβολίες και τους φόβους της, φέρνοντας τους σε αντιπαραβολή με αυτό που βλέπει με τα μάτια της. «Η ίδια ανακαλύπτει μέσα από αυτό το ταξίδι πολλά στοιχεία του εαυτού της, όπως και ο Μάικλ», λέει η Μπράγκα. «Είναι ένας πολύ ενδιαφέρον τρόπος για να μιλήσουμε για τη θρησκεία, επειδή τη βλέπουμε μέσα από την οπτική γωνία διαφορετικών ανθρώπων.» Η εσωτερική αναζήτηση του Μάικλ τον οδηγεί πίσω στην παιδική του ηλικία και στον πάτερα του, τον Ιστβάν, Ούγγρο μετανάστη. Το ρόλο παίζει ο Ρούτγκερ Χάουερ, ο οποίος παρατηρεί, «Ο πατέρας του Μάικλ εργάζεται σκληρά. Είναι πολύ θρήσκος, λίγο αυστηρός. Είναι ένας επιχειρηματίας που θέλει ο γιος του να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση. Φυσικά, ο γιος του δεν έχει καμία τέτοια διάθεση. Έχουν μία στενή και έντονη σχέση, αν και δύσκολη. Ίσως ο γιος μισεί σε ένα βαθμό τον πάτερα του.»
Η φιγούρα του Ίστβαν Κόβακ είναι κυρίαρχη στον ψυχισμό του γιου του κατά τη διάρκεια όλων αυτών που ζει στη Ρώμη, λέει ο Χάφστρομ, για την ερμηνεία του Χάουερ. «Η παρουσία του Ρούτγκερ είναι σημαντική, παρόλο που εμφανίζεται για περιορισμένο χρονικό διάστημα στην οθόνη.»
Στη σχολή, ο Μάικλ βρίσκει ένα σύμβουλο στο πρόσωπο του Πάτερ Ματθαίου, τον οποίο παίζει ο Τόμπι Τζόουνς. Πρόκειται για ένα μοντέρνο ιερέα που ασχολείται με τη μείωση του αριθμού των κληρικών και ο οποίος διακρίνει έναν ασυνήθιστο δυναμισμό στο μαθητή του. «Ο πάτερ Ματθαίος γνωρίζει ότι ο Μάικλ παλεύει με τις ιδέες και τα πιστεύω του, αλλά διαισθάνεται ότι υπάρχει κάτι μεγαλύτερο μέσα του... ίσως ακόμα και ότι έχει θείο χάρισμα», λέει ο Φλιν. «Αλλά ο Μάικλ δεν το συνειδητοποιεί αυτό. Οπότε ο Πάτερ Ματθαίος ουσιαστικά προσπαθεί να αποτελέσει τον καθρέπτη του και να του δείξει ότι είναι πραγματικά ευλογημένος. Ο Τόμπι ήταν σε θέση να τα αποδώσει όλα αυτά με ένα πραγματικά ανθρώπινο και έξυπνο τρόπο.»
«Ο Πάτερ Ματθαίος γίνεται μάρτυρας σε ένα ατύχημα, κατά το οποίο ο Μάικλ συμπεριφέρεται με τρόπο που ο πάτερ συνειδητοποιεί ότι μπορεί να έχει κάποιο χάρισμα,» προσθέτει ο Τζόουνς. «Υπάρχει κάτι στην προσωπικότητά του και το υπόβαθρό του που του φαίνεται οικείο.»
Το αντίβαρο του Πάτερ Ματθαίου είναι ο ομόλογός του στο Βατικανό, ο Πάτερ Ξαβιέ, τον οποίο παίζει ο Σιαράν Χιντς. Δουλειά του Πάτερ Ξαβιέ είναι να ξεπεραστούν οι παλαιολιθικές μέθοδοι αντιμετώπισης του εξορκισμού, και να βρεθεί η απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της ψυχολογίας και της θεολογίας.» «Δεν πρόκειται για πόλεμο μεταξύ τους,» σημειώνει ο Χιντς. «Νομίζω ότι ο Πάτερ Ξαβιέ αντιλαμβάνεται ότι ο Μάικλ έχει πολλά να προσφέρει στην εκκλησία, αλλά οι αμφιβολίες του, θα πρέπει να καμφθούν. Τελικά, προτείνει ο Μάικλ να δει τον Πάτερ Λούκας, ώστε να του μιλήσει για τους ανορθόδοξους τρόπους αντιμετώπισης του εξορκισμού.»
«Αυτή η ταινία μου τράβηξε το ενδιαφέρον, διότι δεν βασίζεται σε μια επιπόλαιη ιστορία,» σχολιάζει ο Χιντς. «Δεν θέλει απλά να είναι τρομακτική. Πρόκειται για κάτι πιο βαθύ που έχουμε όλοι μέσα μας, και έχει να κάνει, όχι μόνο με τις ανησυχίες, τις αμφιβολίες ή την πίστη μας, με το πώς μπορούμε να βρούμε το δρόμο μας στο σκοτάδι.»
Όταν ο Μάικλ πηγαίνει να επισκεφτεί τον Πάτερ Λούκας στο μικρό του πρεσβυτέριο στα περίχωρα της Ρώμης, ο εξορκιστής ασχολείται με την περίπτωση μιας εφήβου που είναι έγκυος και ονομάζεται Ροζάρια, η οποία, σύμφωνα με τον Πάτερ Λούκας, έχει καταλειφθεί από τον Σατανά. Το βάρος αυτού του ρόλου έπεσε στους ώμους της 21χρονης Μάρτα Γκαστίνι. «Η Μάρτα ίσως έχει τον πιο απαιτητικό σωματικά ρόλο στην ταινία,» δηλώνει ο Χαφστρομ. «Είναι μία νέα ηθοποιός με πολύ μικρή εμπειρία, ένα εντελώς νέο πρόσωπο, και νομίζω ότι έκανε εκπληκτική δουλειά.»
Ο σκηνοθέτης συνεργάστηκε με τον Τσάρλι Κρόουγελ και την Γκαστίνι για να στήσει τις σκηνές του εξορκισμού. «Ήθελα να βεβαιωθώ ότι όλα όσα θα γίνονταν, θα ήταν ρεαλιστικά και ότι θα μπορούσαν πράγματι να συμβούν σε έναν άνθρωπο σε απελπισία,» σημειώνει ο σκηνοθέτης.
«Η Γκαστίνι έπρεπε να ενσαρκώσει μια κοπέλα που κατέχεται από τον Σατανά», λέει ο Κρόουγελ, που έκανε πρόβες με την Μάρτα πριν από τα γυρίσματα, για να δουν τα είδη των κινήσεων που θα έπρεπε να εκτελέσει. «Κάθε κίνηση που κάνει έπρεπε να είναι απολύτως φυσική, αλλά και λεπτή, ώστε περισσότερο να την αισθάνεσαι παρά να τη βλέπεις. Χρειάστηκε πολλή δύναμη από τη μεριά της και η ερμηνεία της Μάρτα πραγματικά μου προκάλεσε ρίγη.»
Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τον εξορκισμό, η Γκαστίνι και ο Ο’ Ντόνογκιου συνόδευσαν τον Ματ Μπάλιο σε πολλούς εξορκισμούς - ακούγοντας τα πάντα πίσω από τις κλειστές πόρτες, ως ένδειξη σεβασμού. Η Γκαστίνι θυμάται πόσο έντονη ήταν η διαφορά μεταξύ αυτού που συνέβαινε πίσω και μπροστά από αυτές τις πόρτες. «Έξω, όλα συνέχιζαν στους γνωστούς τους ρυθμούς, οι τουρίστες στη Ρώμη, η κίνηση στους δρόμους, αλλά μέσα σε αυτό το μικρό δωμάτιο, συνέβαινε κάτι που δεν μπορούσα να εξηγήσω - μια τόσο ισχυρή και φοβερή μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό.»
Και ο Ο’ Ντόνογκιου επηρεάστηκε πολύ από αυτήν την εμπειρία. «Αυτό που σκέφτηκα ήταν ότι για τους εξορκιστές αυτή είναι η καθημερινότητά τους. Είναι κάτι με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι πολύ συχνά. Αλλά για μας ήταν μία εξωπραγματική εμπειρία.»
«Στους εξορκισμούς, ανεξάρτητα από το τι πιστεύει κάποιος, εκείνο που βλέπεις είναι απίστευτος πόνος,» σχολιάζει ο Φλιν. «Από τη στιγμή που κάποιος αρχίζει να εξετάζει αυτό τον κόσμο - και πάλι, ανεξάρτητα από το τι πιστεύει – η εμπειρία είναι έντονη, σκοτεινή και πολύ τρομακτική.»
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: 24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2011
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ: 25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2011
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΡΟΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ: 26 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2011