Αναζήτηση
Captain Phillips - iShow.gr
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Captain Phillips - iShow.gr
Είδος
Βιογραφική ταινία αμερικανικής παραγωγής 2013
Διάρκεια
134'
Συντελεστές
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Υπόθεση
Αστυνομική
Βιογραφία
Την πλοκή πυροδοτεί η κατάληψη του αμερικανικού φορτηγού πλοίου Maersk Alabama από Σομαλούς πειρατές. Η ταινία επικεντρώνεται στη σχέση ανάμεσα στον Captain Phillips (Tom Hanks) και τον Σομαλό ομόλογό του (Barkhad Abdi), που τον κρατάει όμηρο. Οι δυο τους θα εμπλακούν σε μια σκληρή αντιπαράθεση, 145 μίλια μακριά από τις σομαλικές ακτές και θα βρεθούν στο έλεος δυνάμεων που δεν μπορούν να ελέγξουν.
Trailer
Πληροφορίες
Καθηλωτική, συναισθηματικά περίπλοκη και ευφυέστατη, EMPIRE
Η καλύτερη ερμηνεία του Tom Hanks εδώ και μια δεκαετία, ΤHE HUFFINGTON POST
Συναρπαστική και πανέμορφα φτιαγμένη, SCREEN INTERNATIONAL
Ο κόσμος θα τη συζητάει για καιρό, HITFIX.COM
Αδιαμφισβήτητα εμπνευσμένη,INDIEWIRE
Γεμάτη εκπλήξεις, ROLLING STONE
Μια έντονη, απίστευτη ταινία δράσης που πρέπει να δείτε για να το πιστέψετε!, NEW YORK DAILY NEWS
Είναι μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Οι ερμηνείες, η σκηνοθεσία και το μοντάζ αξίζουν το ΄Οσκαρ. Ο Tom Hanks κάνει την καλύτερη δουλειά του εδώ και μια δεκαετία και παρουσιάζει μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της καριέρας του, CHICAGO SUN-TIMES
Ο Tom Hanks επέστρεψε, THE HOLLYWOOD REPORTER


Ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Tom Hanks (Forrest Gump, Cast Away) ενώνει τις κινηματογραφικές του δυνάμεις με τον υποψήφιο για Όσκαρ σκηνοθέτη Paul Greengrass (The Bourne Ultimatum, The Bourne Supremacy) σε μια συναρπαστική, ηρωική, αληθινή ιστορία. Βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα, το Captain Phillips διηγείται μια πολύπτυχη ιστορία σύγχρονης πειρατείας που συγκλόνισε την Αμερική το 2009, αφού πρόκειται για το πρώτο περιστατικό κατάληψης αμερικανικού πλοίου που σημειώθηκε τα τελευταία διακόσια χρόνια.
Η ιδιαίτερη σκηνοθετική ματιά του Greengrass υπόσχεται μια αγωνιώδη, αλλά και εκλεπτυσμένη ταινία δράσης για τις σύνθετες επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης, ενώ η εξαιρετική πρωταγωνιστική ερμηνεία μπορεί να ξαναφέρει τον Tom Hanks στα Όσκαρ.
Από τις πρώτες της σκηνές, η ταινία πλέκει έναν πυκνό ιστό ανάμεσα σε δυο αντιπάλους που βρίσκονται σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη, αλλά τελικά μοιάζουν να εξυπηρετούν το ίδιο σκληρό σύστημα. Από τη μια ένας συνηθισμένος Αμερικανός που τρέφει ανησυχίες για το επαγγελματικό μέλλον των παιδιών του -50 νέοι για μια θέση εργασίας, όπως λέει χαρακτηριστικά-, από την άλλη , ένα τσούρμο Σομαλοί ψαράδες που παλεύουν για μια θέση στην επιχείρηση πειρατείας που στήνεται μπροστά στα μάτια τους.
Η κάμερα είναι στο χέρι, η ατμόσφαιρα είναι δυσοίωνη, οι χαρακτήρες είναι εγκλωβισμένοι και ο ωκεανός μοιάζει κλειστοφοβικός. Ο Greengrass σκηνοθετεί με ακρίβεια και κόβει την ανάσα, κυρίως γιατί και ο ίδιος ασφυκτιά μέσα στους στενούς χώρους και την τελεσίδικη κατάσταση που μοιάζει να χειροτερεύει σε κάθε σκηνή.
Η ταινία διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον της μέχρι το τέλος, το οποίο κορυφώνεται με την αριστουργηματική ερμηνεία του Tom Hanks. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, όμως, η συνύπαρξη του διάσημου ηθοποιού με τους πρωτοεμφανιζόμενους και άπειρους Σομαλούς είναι υποδειγματική, γιατί με την ευαίσθητη ερμηνεία του δεν κλέβει σε καμία σκηνή την παράσταση. Και αυτό κάνει τον Tom Hanks έναν από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της γενιάς του.


Σχετικά με την ταινία

Πρόκειται για μια συναισθηματικά φορτισμένη ιστορία, με πολλές και διαφορετικές προεκτάσεις. Η ιστορία ξεκινάει στο Βερμόντ, εκεί όπου ο καπετάνιος αποχαιρετά την οικογένεια του για να σαλπάρει με ένα φορτηγό πλοίο -που μεταξύ άλλων μεταφέρει επισιτιστική βοήθεια. Την ίδια στιγμή, στη Σομαλία, ένας πρώην ψαράς, ο Muse σκοπεύει να καταλάβει ένα από τα πολύτιμα πλοία που περνάνε κοντά στην ακτή.

«Υπάρχουν πολλές καλές ταινίες της τελευταίας δεκαετίας που ασχολούνται με θέματα εθνικής ασφάλειας και τρομοκρατίας, αλλά ήθελα αυτή η ταινία να φωτίζει μια πιο ευρεία διαμάχη- τη διαμάχη ανάμεσα στους έχοντες και στους μη έχοντες» σχολιάζει ο σκηνοθέτης. «Η σύγκρουση μεταξύ του Phillips, που ανήκει στο ρεύμα της παγκόσμιας οικονομίας, και των πειρατών, που δεν ανήκουν, μου έδωσε την εντύπωση του φρέσκου, του νέου και του πρωτοποριακού. Η αναμέτρηση του Phillips και του Muse είναι μια συναρπαστική πολιορκία εν πλω, αλλά και κάτι που απευθύνεται στις δυνάμεις που καθορίζουν τον κόσμο σήμερα. Πάντα πίστευα ότι μια ιστορία πρέπει να παρουσιάζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι ακαταμάχητη και συγκλονιστική, αλλά παράλληλα να προκαλεί τη σκέψη», συνεχίζει ο σκηνοθέτης.

Με μεγάλη θητεία στα ντοκιμαντέρ, ο Greengrass έχει αποδείξει το ενδιαφέρον του για ιστορίες που σκαλίζουν την επιφάνεια της επικαιρότητας. Τρανά παραδείγματα το Bloody Sunday που αφορά σε μια ειρηνική διαδήλωση που κατέληξε σε τραγωδία, το Πτήση 93, που καταγράφει τα συμβάντα μιας από τις μοιραίες πτήσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, καθώς και το Green Zone για τον πόλεμο στο Ιρακ. Παράλληλα, ο Greengrass έχει αναδειχθεί ως ο σκηνοθέτης μεγάλων εμπορικών επιτυχιών, όπως το Τελεσίγραφο του Μπορν και Στη Σκιά των Κατασκόπων.

Αυτές οι δύο ιδιότητες του, το διερευνητικό του δαιμόνιο και η δεξιότητα του στα θριλερ βρίσκουν τη θέση τους στο Captain Phillips. Στο επίκεντρο της προσέγγισης του ήταν η απόφαση να μην αφηγηθεί μια θριαμβευτική ιστορία, όπως είχε αναμεταδοθεί στις εφημερίδες. «Ήθελα να είμαι ακριβής. Ήθελα να αποδώσω την αλήθεια και την αμεσότητα του περιστατικού, όπως συνέβη. Αυτό απαιτεί πολλή δουλειά στο στάδιο της προετοιμασίας. Πάντα πίστευα ότι από τη σύλληψη μέχρι το γύρισμα και το τελικό στάδιο, πρέπει να αγωνιστείς για να κερδίσεις την προσοχή του κοινού. Δεν πρέπει να την έχεις δεδομένη».

Ο σκηνοθέτης επιθυμούσε να καταγράψει μια πλήρη εικόνα του κόσμου των πειρατών. «Εννοείται πως το βιβλίο του Phillips ήταν γραμμένο από τη δική του σκοπιά. Εξ αρχής, ο Paul ήθελε να διηγηθεί μια ιστορία που πήγαινε πιο πέρα», θυμάται ο σεναριογράφος Billy Ray. Ο συμπαραγωγός Michael Bronner, συνεργάτης του Greengrass εδώ και χρόνια, έκανε ενδελεχή έρευνα στην ιστορία των Σομαλών πειρατών. Η εξάντληση του θαλάσσιου πλούτου των σομαλικών χωρικών υδάτων, εξαιτίας των υπερσύγχρονων πλοίων που εισέρχονται παράνομα και τον απομυζούν, ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησε τους Σομαλούς στην πειρατεία. «Η Σομαλία, που έχει αποδεκατιστεί λόγω του εμφυλίου πολέμου μετά την κατάρρευση της δικτατορίας το 1991, δέχτηκε παράλληλα μεγάλο χτύπημα από την συρροή παράνομων αλιευτικών. Η πειρατεία αρχικά ήταν μια αντίδραση στην καταχρηστική αλιεία των ξένων. Πρώην ψαράδες καταλάμβαναν πλοία και ζητούσαν λύτρα. Όταν έγινε ξεκάθαρο ότι ήταν μια επικερδής δραστηριότητα, τότε ασχολήθηκαν και οι πολέμαρχοι, που έκαναν την πειρατεία μια οργανωμένη, διακρατική επιχείρηση. Η πειρατεία στη Σομαλία συνιστά οργανωμένο έγκλημα και διαθέτει πραγματικά παγκόσμια δομή, με κεφάλαια όχι μόνο αφρικανικά, αλλά και ευρωπαϊκά και αμερικανικά. Τα αγόρια που αναλαμβάνουν να επιτεθούν στα φορτηγά πλοία –όπως ο Muse και το πλήρωμα του- βρίσκονται στην άκρη μιας μακριάς και πολύπλοκης αλυσίδας παιχτών που ελέγχουν αυτή την προσοδοφόρα επιχείρηση. Τα αφεντικά των πειρατών κάνουν πολυτελή ζωή, σε μια χώρα, όπου η φτώχια οδηγεί στα άκρα τους νέους ανθρώπους» εξηγεί ο παραγωγός.

Επιπλέον, ο Bronner έκανε εκτενείς συνεντεύξεις με τα στελέχη της Maersk καθώς και τα μέλη του πληρώματος του Alabama για να καταλάβει τον τρόπο ζωής των ναυτικών, αλλά και το ναυτικό δίκαιο και την οικονομία της ναυτιλίας. Το Maersk Alabama δεν έφερε όπλα όταν του επιτέθηκαν πειρατές, όπως όριζε η νομοθεσία. Οι υπάλληλοι της εταιρίας αποκάλυψαν στον Bronner ότι –εβδομάδες πριν την κατάληψη του Alabama- αναζητούσαν τρόπους να κάνουν το ταξίδι λιγότερο επισφαλές. Τελικά, μετά την επίθεση στο Alabama τα πράγματα άλλαξαν άρδην, και επιτράπηκε στα πλοία να έχουν ένοπλους φρουρούς, όταν διέρχονται από επικίνδυνα ύδατα.

Το γύρισμα στη θάλασσα
Το 75% της ταινίας γυρίστηκε μέσα σε 60 μέρες στα ανοιχτά. «Το να κάνω το γύρισμα στον ωκεανό, σε ένα πραγματικό πλοίο ήταν τρομερά σημαντικό για μένα», λέει ο Greengrass. «Ξεκίνησα την ταινία με την πεποίθηση ότι έπρεπε να αναπαραστήσουμε τα γεγονότα όσο πιο πιστά στα αληθινά γινόταν. Όλοι έλεγαν ότι είμαι τρελός και ότι το γύρισμα στη θάλασσα είναι ένα από τα πράγματα που δεν κάνεις ως σκηνοθέτης. Όμως η ταινία είναι απόλυτα αληθοφανής».

Η απόφαση να γίνει το γύρισμα στα ανοιχτά, χρησιμοποιώντας το ίδιο είδος πλοίων, όπου διαδραματίστηκε το πραγματικό περιστατικό, σήμαινε ότι η παραγωγή είχε να αντιμετωπίσει μια πληθώρα λογιστικών, υλικών και ψυχολογικών προκλήσεων, πρωτόγνωρων για τον Greengrass και το συνεργείο του. «Το να παλεύεις για την αληθοφάνεια περιλαμβάνει ρίσκα στη δημιουργική διαδικασία για τον σκηνοθέτη, τους ηθοποιούς και το συνεργείο» εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Ήταν η πιο επίπονη εμπειρία που είχα ποτέ. Ήμασταν στον ωκεανό όλη μέρα, κάθε μέρα, γυρίζαμε σε περιορισμένους χώρους ή στα ανοιχτά, με φουσκοθαλασσιά. Ήταν βασανιστικό. Αλλά τα καταφέραμε. Οι ηθοποιοί και το συνεργείο ένιωσε σαν να ήταν μέλη του πληρώματος. Εντωμεταξύ, ο καθένας ξεχωριστά έκανε απίστευτη δουλειά. Οι ερμηνείες ήταν απίστευτες, ο φωτισμός ήταν απίστευτος, το μοντάζ ήταν απίστευτο. Όλα χτίζουν μια τελική στιγμή, όπου πιστεύω ότι ο Tom Hanks δίνει μια ερμηνεία εκπληκτικής ανθρωπιάς. Η ανάμνηση που δεν σβήνεται από το μυαλό μου θα είναι πάντα η τελική σκηνή του Tom. Είναι τόσο ανθρώπινη».

Η πρώτη πρόκληση που αντιμετώπισε η παραγωγή ήταν να βρει τα πλοία, ένα φοργητό πλοίο, δύο καταδρομικά του αμερικανικού ναυτικού και ένα αεροπλανοφόρο. Το να βρεθούν πλοία όσο πιο κοντά γινόταν στα πραγματικά – που ήταν απαίτηση του σκηνοθέτη- δημιούργησε ένα τεράστιο πρόβλημα, παρόλο που και η εταιρεία Maersk και το αμερικανικό ναυτικό ήθελαν πολύ να βοηθήσουν. «Αυτά τα πλοία είτε διακινούν προϊόντα 24 ώρες τη μέρα, επτά μέρες την εβδομάδα, είτε στην περίπτωση του Ναυτικού είναι σε επιφυλακή για στρατιωτικές επιχειρήσεις, οπότε δεν μπορείς να τα απασχολήσεις» εξηγεί η παραγωγός Dana Brunetti. Τελικά η Maersk Line εντόπισε στη Μεσόγειο ένα φορτηγό πλοίο που μπορούσε να διαθέσει. «Ευτυχώς, το Maersk Alexander ήταν ίδιο με το Alabama, το πλοίο που είχε καταληφθεί. Ήμασταν πολύ τυχεροί» σχολιάζει η Brunetti.

Επίσης, η παραγωγή εξασφάλισε ένα πλήρωμα 22 ναυτικών το οποίο εργάστηκε στο πλοίο για τους δυόμιση μήνες που διήρκεσαν τα γυρίσματα. Ο καπετάνιος του Alexander ήταν πολύ σημαντική πηγή πληροφοριών για τον σκηνοθέτη. «Το να είσαι σε αληθινό πλοίο και να έχεις πρόσβαση σε αληθινό πλήρωμα είναι σημαντικό για τη διαδικασία. Μπορούσα να κάνω ερωτήσεις, τι θα έκαναν, τι θα έλεγαν, πού θα πήγαιναν, με τι εξοπλισμό, ανάλογα με την περίπτωση».

Ανάμεσα στις προκλήσεις ήταν και το θέμα του καιρού, που ήταν απρόβλεπτος και έκανε ένα ούτως ή άλλως δύσκολο γύρισμα, σχεδόν απίθανο. Το συνεργείο έπρεπε να είναι τόσο ευκίνητο, ώστε να ανταποκρίνεται άμεσα σε αλλαγή σχεδίων. Κάθε πρωί αποφασιζόταν αν θα γύριζαν εν πλω ή αγκυροβολημένοι στο λιμάνι. Αλλά και η πλοήγηση του φορτηγού πλοίου ήταν εξαιρετικά δύσκολη, αφού δε μανουβράρεται εύκολα. Επιπλέον, πρόκειται για τρομερά κλειστοφοβικό χώρο, με στενούς διαδρόμους και περάσματα.

Εκτός από τη κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, η παραγωγή έπρεπε να αντιμετωπίσει και τις δυσκολίες που προέκυπταν από το συντονισμό διαφορετικών σκαφών. «Ένα συνεργείο αποτελείται από εκατοντάδες ανθρώπους και εξοπλισμό –ηθοποιοί, ρούχα, makeup, κάμερες και σκηνικά. Το να τα βάλεις εν πλω απαιτεί τρομερή οργάνωση. Η παραγωγή ήταν σαν στολίσκος και εγώ ένιωθα σαν ναύαρχος».

Μια από τις πιο δραματικές σκηνές ήταν η κατάληψη του Alabama, που έγινε χωρίς τη χρήση ψηφιακών εφέ. «Ένα από τα πιο δύσκολα χαρακτηριστικά της όλης σκηνής ήταν το κατά πόσο ήταν ασφαλές τεχνικά να φέρουμε μία λέμβο με τέσσερις ηθοποιούς τόσο κοντά σε ένα κινούμενο φορτηγό πλοίο, ενώ υπήρχε δυνατό υποβρύχιο ρεύμα», σχολιάζει ο σκηνοθέτης. Το να βρεθούνε τόσο κοντά, ώστε να γαντζώσουν τη σκάλα και να επιβιβαστούν, αυτό ήταν πολύ χρονοβόρο. Η ασφάλεια έπαιζε τον πιο σημαντικό ρόλο. Αλλά η ταινία σου δίνει την εντύπωση ότι είσαι όντως εκεί και ότι βρίσκονται δίπλα στο πλοίο και ανεβαίνουν, γιατί όντως ανεβαίνουν».

Για τις ανάγκες της σκηνής, οι τέσσερις ηθοποιοί που υποδύονται τους Σομαλούς πειρατές έκαναν εντατική προετοιμασία. «Ο Paul δεν έψαχνε απλά ηθοποιούς, ήθελε να γίνουμε πειρατές. Οπότε μετά από εβδομάδες εντατικής εξάσκησης και αυστηρής προπόνησης, γίναμε πειρατές. Δεν ξέρω κολύμπι. Έπρεπε να μάθω να σκαρφαλώνω. Ο φόβος δεν ήταν επιλογή. Όταν ήμουν στη σκάλα, πάνω από το νερό, σκεφτόμουν απλά ότι πρέπει να βρεθώ στην κορυφή», θυμάται ο ηθοποιός Barkhad Abdi.

Οι Abdi, Abdiranhman, Ahmed και Ali έπρεπε να μάθουν να πλοηγούν και να εξοικειωθούν με την πειρατική λέμβο. «Μας πήρε εβδομάδες να τους βγάζουμε έξω για να οδηγούν τις λέμβους, το οποίο ήταν μια πρόκληση. Δεν είναι εύκολα σκάφη», εξομολογείται ο Greengrass. «Μετά βγήκαμε στον ωκεανό για να τους εκπαιδεύσουμε να στέκονται καθώς τα σκάφη κινούνταν. Και μπορείτε να φανταστείτε πώς αυτά τα σκάφη σε πετάνε όταν έχει φουσκοθαλασσιά. Η πρόκληση ήταν να το κάνουμε αυτό με ασφάλεια. Και μετά έπρεπε να βρούμε τρόπο να το γυρίσουμε».

Όμως, η πιο δύσκολη σκηνή στην ταινία ήταν αναμφίβολα η σκηνή κλιμάκωσης όπου το Πολεμικό Ναυτικό ενορχηστρώνει τη διάσωση του Phillips. Ο σκηνοθέτης τη χαρακτηρίζει ως την πιο σύνθετη και δύσκολη σκηνή της καριέρας του. «Υπήρχαν πολλά πλοία του Ναυτικού, πολλά ελικόπτερα και τεράστια ανησυχία για θέματα ασφαλείας. Πώς χορογραφείς, στήνεις και καταγράφεις σε φιλμ μια δράση που συμπεριλαμβάνει ένα μικρό αεροπλανοφόρο, πολλά καταδρομικά και πολλά ελικόπτερα που βομβαρδίζουν μια μικρή ναυαγοσωστική λέμβο στο σκοτάδι, σε πλήρη ταχύτητα, στο νερό; Οποιοσδήποτε σκηνοθέτης θα έλεγε ότι και μόνο ένα ελικόπτερο αρκεί για να σε στρεσάρει. Και το ρολόι μετρούσε αντίστροφα για μας, γιατί μπορούσαμε να έχουμε το Ναυτικό για περιορισμένο χρόνο».

Το Αμερικανικό Ναυτικό ήθελε πολύ να εμπλακεί στην ταινία. Αλλά το να βρεις πολεμικά πλοία απαιτούσε μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις. Η παραγωγός Brunetti μας λέει σχετικά «Το Πολεμικό Ναυτικό ήθελε να εμπλακεί, γιατί η ταινία τους δείχνει ως σοβαρούς επαγγελματίες. Αλλά, όπως και με τα φορτηγά πλοία, έτσι και τα πολεμικά ήταν όλα απασχολημένα. Πρέπει να είναι πάντα σε επιφυλακή για να αντιδρούν σε καταστάσεις που προκύπτουν οπουδήποτε στον κόσμο και αυτό είναι σε μεγαλύτερη προτεραιότητα από τη στήριξη μιας ταινίας. Δεν ήθελαν με τίποτα να γίνει η ταινία χωρίς αυτούς, χωρίς την υποστήριξη τους. Το ζήτημα ήταν αν θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε μαζί τους με όλους τους περιορισμούς».

Η λύση βρέθηκε, ξανά, χάρη στην προσαρμοστικότητα της παραγωγής. «Ένας υψηλόβαθμος ναύαρχος μας συνάντησε στο Λος Άντζελες και μου υποσχέθηκε ότι αν κάναμε την ταινία στη ναυτική βάση του Νόρφολκ στη Βιρτζίνια θα μου έδινε, επί λέξει, ό,τι ήθελα», αποκαλύπτει ο executive producer Gregory Goodman που χειρίστηκε πολλές δυσκολίες της οργάνωσης του γυρίσματος. «Δεν είχαμε σκεφτεί να πάμε στο Νόρφολκ, γιατί δεν είναι κέντρο κινηματογραφικής παραγωγής… Ό,τι χρειαζόταν για το γύρισμα έπρεπε να μεταφερθεί από τη θαλάσσια οδό και λόγω της απόστασης δεν μπορείς να στηριχτείς ότι θα βρεις ό,τι θες στην τοπική αγορά. Αλλά αφού κοιτάξαμε τις περιορισμένες επιλογές μας, ήταν ξεκάθαρο: θα πηγαίναμε στο Νόρφολκ. Εκπλήρωσαν όλες τις υποσχέσεις τους. Και θα πω ότι αφού στηθήκαμε στο Νόρφολκ -που ήταν τεράστια επιχείρηση- ήταν καταπληκτικό μέρος για γύρισμα». Καθώς η μετακίνηση των πολεμικών πλοίων είναι δύσκολη και επικίνδυνη, το συνεργείο πηγαινοερχόταν με μικρά σκάφη από το λιμάνι του Νόρφολκ προς τα πλοία που περίμεναν μίλια μακριά μέσα στη θάλασσα.

Παρ’ όλες τις δυσκολίες της παραγωγής, όλοι όσοι συμμετείχαν εμπνεύστηκαν από τον Paul Greengrass και τον Tom Hanks. «Ο Tom ήταν πολύ θαρραλέος. Δε σταμάταγε ό,τι κι αν του ζητούσαμε να κάνει. Για παράδειγμα το να είναι πάνω στη ναυαγοσωστική λέμβο στα ανοιχτά όλη μέρα, για συνεχόμενες μέρες, ήταν εξαντλητικό και απαιτούσε πολλά κότσια. Ο Tom δεν παραπονέθηκε ποτέ, παρ’ όλη τη συνεχή και αναπόφευκτη ναυτία. Νομίζω ότι η στάση του μεταδόθηκε σε όλους μας και αυτό μας κράτησε μέχρι το τέλος της παραγωγής», σχολιάζει ο παραγωγός De Luca.

Οι ηθοποιοί και οι ρόλοι τους
Το κοινό δεν πρόκειται να συναντήσει συμβατικούς χαρακτήρες στην ταινία, αλλά ανθρώπους με κοινωνική, πολιτισμική και προσωπική πολυπλοκότητα. Ο Greengrass αντιμετώπισε τον Richard Phillips όχι ως τη κινητήρια δύναμη μιας ιστορίας, αλλά κυρίως ως ένα άντρα που είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του και ξαφνικά τον παρασύρει ένα βίαιο, παγκόσμιο γεγονός. «Ο Phillips μου θυμίζει τους άντρες που ήξερα μικρός, μεγαλώνοντας με έναν πατέρα που ήταν στο εμπορικό ναυτικό: εργαζόμενους άντρες που διακινούν προϊόντα σε όλον τον κόσμο, που είναι η ψυχή της παγκόσμιας οικονομίας. Είναι οι φορτηγατζήδες της θάλασσας. Για εμένα ο Richard Phillips είναι αυτό το είδος ανθρώπου. Ένας απλός άνθρωπος που βρίσκεται σε μια ανεπιθύμητη κατάσταση» μας λέει ο σκηνοθέτης. «Είναι ένας κανονικός άνθρωπος, αλλά ο τρόπος που ανταποκρίνεται σε αυτό που του συμβαίνει και στη δοκιμασία που περνάει, μας λέει ότι ο κόσμος είναι εκπληκτικός».

Από πολύ νωρίς, ο σκηνοθέτης είχε στο μυαλό του τον Tom Hanks για τον ρόλο του Captain Phillips. Ο Hanks έχει διακριθεί σε διάφορους ρόλους που δείχνουν φαινομενικά φυσιολογικούς ανθρώπους σε ακραίες καταστάσεις. Τον Andrew Beckett, τον δικηγόρο που πάσχει από AIDS στο Φιλαδέλφεια. Τον αστροναύτη Jim Lovell που παλεύει να επιστρέψει στη Γη, όταν η αποστολή του κινδυνεύει στο Apollo 13. Τον John Miller, τον αξιωματικό του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου που αναζητούσε έναν αγνοούμενο στρατιώτη στο Saving Private Ryan. Και κυρίως τον Chuck Noland τον ναυαγό στο Cast Away. Ο Hanks χτίζει χαρακτήρες με λεπτομέρεια, προικίζοντας τους με απίστευτη γενναιότητα. Το πορτρέτο του Richard Phillips δεν αποτελεί εξαίρεση.

Ο σκηνοθέτης σχολιάζει τη συνεργασία του με τον δύο φορές βραβευμένο ηθοποιό: «Ο Tom και εγώ κάναμε ένα ταξίδι. Στην αρχή έλεγε ότι πρόκειται για έναν τύπο που κινδυνεύει στη θάλασσα. Και πράγματι ακόνισε την ερμηνεία του σαν κάτι απλό και αληθινό. Πέρασε ατελείωτες ώρες στη σωστική λέμβο και όλοι μας συγκινηθήκαμε από τα πόσα έδωσε στην ταινία. Δεν είναι μόνο το ταλέντο του, αλλά και η προθυμία του να εξερευνήσει μέχρι τέλους την ανθρωπιά του χαρακτήρα. Η ακρίβεια με την οποία το έκανε και η λεπτομέρεια είναι καταπληκτικές. Το σθένος του μου έκανε τρομερή εντύπωση. Ήμασταν στον ωκεανό για ώρες και ποτέ δεν παραπονέθηκε. Ήταν πάντα ο πρώτος που έλεγε ότι ήταν έτοιμος να συνεχίσει».

Προκειμένου να προετοιμαστεί για τον ρόλο, ο Tom Hanks συναντήθηκε με τον Captain Phillips. Τον επισκέφτηκε στο σπίτι του στο Βερμόντ, όπου ζει με τη γυναίκα του, την Andrea. Ο Hanks θεωρεί ότι ο Phillips είναι ένας προσηνής, ταπεινός άνθρωπος που ποτέ δεν είδε τον εαυτό του σαν κάτι παραπάνω από έναν ναυτικό που απλώς κάνει τη δουλειά του. Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, ο Phillips επέστρεψε στο πόστο του στη Maersk λίγο καιρό πριν την παραλίγο μοιραία περιπέτεια του με τους Σομαλούς πειρατές. «Αυτό ειδικά μου έκανε τρομερή εντύπωση» σχολιάζει ο Hanks. «Αυτός ο άντρας που πέρασε αυτή την εξαντλητική δοκιμασία, μπόρεσε και επέστρεψε στη θάλασσα. Ήξερα ότι το να καταλάβω το θάρρος του, αυτή τη καρτερικότητα και η σύνδεση με τη θάλασσα, ήταν σημαντικό για να καταλάβω τι είδους άνθρωπος είναι. Είναι αλήθεια ότι δεν έχουν όλοι αυτό που χρειάζεται για να γίνουν καπετάνιοι και δεν είναι πολλοί αυτοί που θα άντεχαν να είναι όμηροι».

Η συνεργασία με τον Greengrass επιφύλαξε εκπλήξεις στον διάσημο ηθοποιό. «Ο Paul είχε προσπαθήσει να μου εξηγήσει το στιλ του πριν αρχίσουμε το γύρισμα – την κάμερα στο χέρι, το ότι δεν χρησιμοποιεί ράγες ή σημάδια- και με ρώτησε αν είμαι άνετος με αυτό. Φυσικά, είπα ότι είμαι, αλλά ειλικρινά περίμενα ανεξάρτητα από αυτά που μου είχε πει ο Paul, ότι όταν θα πήγαινα στο γύρισμα, θα έβλεπα ράγες και ότι θα είχα συγκεκριμένα σημάδια. Αυτό δεν συνέβη ποτέ. Δεν στήναμε τις σκηνές- τις βρίσκαμε. Μαζευόμασταν το πρωί, συζητούσαμε τη σκηνή για μιάμιση με δύο ώρες, ίσως και περισσότερο και μετά τη γυρίζαμε μέχρι τέλους. Μια σκηνή οχτώ λεπτών ή είκοσι ή όσο διαρκούσε. Δεν την κόβαμε σε πλάνα. Είναι ένας καταπληκτικός τρόπος να κάνεις ταινία, μια μέθοδος που απέχει 180 μοίρες από τους άλλους σκηνοθέτες. Δεν νομίζω ότι τον ενδιαφέρει να κάνει ταινία με άλλο τρόπο. Και το αποτέλεσμα, θεωρώ, μιλάει από μόνο του».

Από τη μεριά του ο Greengrass λέει ότι ο Hanks είχε απόλυτη εμπλοκή και το αποτέλεσμα ήταν μια εξαιρετική, ειλικρινής ερμηνεία. «Θυμάμαι μια δύσκολη σκηνή. Γυρίζαμε τη σκηνή μετά τη διάσωση. Ρωτήσαμε τον Richard πού έγινε στην πραγματικότητα και μας είπε ότι διαδραματίστηκε στο αναρρωτήριο του πλοίου. Είχαμε σχεδιάσει να το κάνουμε στον χώρο του καπετάνιου, αλλά μόλις μας το είπε, το αναρρωτήριο μας φάνηκε πιο λογικό. Οπότε σκεφτόμασταν με τον Tom πώς θα το κάνουμε και διάλεξα ένα μέλος του πληρώματος για να παίξει στη σκηνή μαζί του. Το αποτέλεσμα ήταν ότι μια γυναίκα που το ίδιο πρωί που ξύπνησε δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα παίζει σε ταινία, πόσω μάλλον ότι θα παίζει με τον δύο φορές βραβευμένο με Όσκαρ ηθοποιό, είχε αυτή την κορυφαία σκηνή με τον Tom που έκανε όλο το συνεργείο να κλαίει. Ήταν μια απίστευτη στιγμή στην ταινία!».

Ένα άλλο παράδειγμα της μεθόδου του Greengrass είναι η ενορχήστρωση της συνάντησης των πειρατών με το πλήρωμα. Ο σκηνοθέτης αποφάσισε να μη φέρει σε επαφή τους μεν με τους δε μέχρι το γύρισμα της συγκεκριμένης σκηνής. «Ήταν έξυπνο από την πλευρά του Paul, το ότι δεν είχαμε συναντηθεί» παραδέχεται ο Tom Hanks. «Δεν κάναμε πρόβες ούτε είχαμε φάει μαζί, οπότε ήταν κάτι σκοτεινοί τύποι για μας, και όταν μπούκαραν στη γέφυρα, η αληθοφάνεια ήταν απίστευτη. Ανατριχιάσαμε». Ο σκηνοθέτης λέει για τη σκηνή: «Από τη στιγμή που δεν είχαν βρεθεί, το γύρισμα ήταν μια μοναδική στιγμή. Έπρεπε να το έχουμε με την πρώτη. Και το καταφέραμε. Ήταν απίστευτο. Ο Tom και ο Barkhad έπαιξαν σε αυτή τη μεγάλη σκηνή με βάθος και ανθρωπιά και όταν τελείωσε, όλοι χειροκροτήσαμε».

Στον αντίποδα του Tom Hanks συναντάμε 4 Σομαλούς πειρατές, για τους οποίους χρειάστηκε πολλή έρευνα μέχρι να βρεθούν οι κατάλληλοι ηθοποιοί. Ήταν φυσικά απαραίτητο να έχουν σομαλική καταγωγή. «Από την αρχή, ήταν πολύ σημαντικό για τον Paul να έχει Σομαλούς για τον ρόλο του Muse και της ομάδας του. Και αυτό ήταν ένα μεγάλο δίλημμα. Αλλά ο Paul έχει χάρισμα στο να διδάσκει σε νέους, άπειρους ηθοποιούς πώς να ερμηνεύουν ένα ρόλο, συχνά κοντά σε έμπειρους ηθοποιούς. Και αυτό κάνει τις ταινίες του τόσο σπλαχνικές» σχολιάζει σχετικά με την επιλογή των ηθοποιών η casting director Francine Maisler.

Ψάχνοντας όλα τα μέρη του κόσμου, όπου έχουν μεταναστεύσει Σομαλοί, η Maisler επικεντρώθηκε στην μεγαλύτερη κοινότητα Σομαλών στην Αμερική που βρίσκεται στη Μινεάπολη της Μινεσότα. Εκεί διένειμε φυλλάδια που καλούσαν τους υποψήφιους για δοκιμαστικά. Εμφανίστηκαν πάνω από χίλιοι ενδιαφερόμενοι.

Έτσι ξεκίνησε να γκρουπάρει τους υποψήφιους σε τετράδες για να δει πώς αλληλεπιδρούν. Μια από αυτές ήταν και οι ηθοποιοί που τελικά εμφανίζονταν στην ταινία, οι οποίοι μάλιστα γνώριζαν ο ένας τον άλλον και έκαναν πρόβες μόνοι τους. Το τελευταίο στάδιο ήταν η συνάντηση με τον σκηνοθέτη στο Λος Άντζελες. «Δεν τους ήταν ξεκάθαρο ότι είχαν επιλεγεί, οπότε ο Paul τους είπε ‘Ξέρετε παιδιά, πήρατε τους ρόλους’. Εκείνοι απάντησαν ότι δεν το ήξεραν και ο Paul τους το επιβεβαίωσε. Ήταν σε έκσταση και άρχισα να τρέχουν με όλα τους τα ρούχα στη θάλασσα, μέσα στον ωκεανό και να το γιορτάζουν. Ήταν μια από τις πιο αγνές στιγμές χαράς που έχω δει» θυμάται η Maisler. Ο Ahmed που παίζει έναν από τους πειρατές σχολιάζει: «Έπρεπε να βουτήξουμε στη θάλασσα, μόνο και μόνο για σιγουρευτούμε ότι ήταν αλήθεια».

«Όταν τους συνάντησα, ήταν ήδη φίλοι και είχαν δουλέψει σαν ομάδα» λέει ο σκηνοθέτης. «Είχαν κάτι που τους έκανε να φαίνονται ήδη σαν παρέα». Κανείς τους δεν είχε προηγούμενη εμπειρία στον κινηματογράφο, αλλά ήταν αποφασισμένοι να αποδώσουν τους χαρακτήρες με απτή ανθρωπιά. «Η ένταση που εξέπεμπαν και οι αποχρώσεις των χαρακτήρων που απέδωσαν-και μάλιστα απέναντι στην εξαιρετική δύναμη του Tom Hanks- ήταν κάτι το ξεχωριστό» ομολογεί ο σκηνοθέτης.

Γεννημένος στη Μογκαντίσου και μεγαλωμένος στην Υεμένη, ο Abdi πήγε με την οικογένεια του στη Μινεάπολη το 1999, όταν ήταν 14 χρονών. Γνωρίζει σε βάθος τις πιέσεις που έχουν δεχτεί πολλοί Σομαλοί, καθώς η οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται στην ταλαιπωρημένη από τον πόλεμο χώρα τους. Με αυτό στο μυαλό, κατάφερε να διερευνήσει τους λόγους γιατί ένας νεαρός άντρας σαν τον Muse, που δεν μπορεί πια να ζήσει από το παραδοσιακό εμπόριο ψαριού, στρέφεται στην πειρατεία. «Νομίζω ότι αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, ο Muse θα ήταν ένας ευτυχισμένος ψαράς. Αλλά όταν είναι αδύνατο να βιοποριστεί με αυτόν τον τρόπο και όταν βλέπει τους συγχωριανούς του να γίνονται πειρατές, θέλει και αυτός μερίδιο από τα χρήματα αυτά» συνεχίζει. «Νομίζω ότι σήμερα, παντού στον κόσμο, όλοι έχουμε όνειρα για τη μεγάλη ζωή. Αυτό είναι και το κριτήριο του Muse. Έχει μεγάλα όνειρα και από τη στιγμή που έχει ελάχιστα υπάρχοντα, αισθάνεται ότι δεν έχει να χάσει τίποτα με το να στραφεί στην πειρατεία».

«Όταν ο Muse επιβιβάζεται στο Alabama, τα πάντα είναι συναλλαγή. Ο καπετάνιος καλεί την ναυτιλιακή εταιρεία, η ναυτιλιακή εταιρεία καλεί την ασφάλεια, τα λύτρα καταβάλλονται και κανείς δεν παθαίνει κάτι. Αλλά δεν πηγαίνει έτσι και βρίσκεται μπλεγμένος. Γνωρίζει πως η κατάσταση θα είναι μοιραία, αν δεν βρει τρόπο να ξεφύγει. Ο Muse είναι ένας πεζηκάριος σε ένα σύνθετο δίκτυο πειρατών που χρηματοδοτείται από πανίσχυρους επενδυτές και ξέρει ότι δεν μπορεί να γυρίσει με άδεια χέρια. Όπως και ο καπετάνιος και το πλήρωμα του, η δουλειά του είναι να βρει μια λύση. Συνειδητοποιεί ότι η μόνη λύση είναι να σαλπάρει με μια ναυαγοσωστική λέμβο στη Σομαλία και να ανταλλάξει τον Phillips με λύτρα. Περιτριγυρίζεται από αμερικανικά πολεμικά πλοία και είναι απεγνωσμένος. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να διατηρήσει μια αίσθηση εξουσίας. Αυτό είναι που κάνει τον χαρακτήρα τόσο ακαταμάχητο για μένα».

Ο Abdi ελπίζει η απεικόνιση του Muse να βοηθήσει το κοινό να καταλάβει την τραγωδία στη Σομαλία και τα περίπλοκα κίνητρα των πειρατών. «Η πειρατεία είναι έγκλημα και η ταινία δεν το παραβλέπει αυτό, αλλά πιστεύω ότι οι άνθρωποι θα αποχωρήσουν με αισθήματα συμπάθειας για τον Muse. Καταλήγει αντιμέτωπος με όλη την ισχύ της Αμερικής. Ένας υποσιτισμένος νεαρός που φοράει κουρέλια απέναντι σε τρία τεράστια αμερικανικά θωρηκτά. Αισθάνεσαι τη δύσκολη θέση του. Φυσικά πρόκειται για εγκληματία, αλλά δεν παύει να είναι μπλεγμένος. Θυμάμαι όταν βρέθηκα στην Αμερική για πρώτη φορά ως μετανάστης και έπρεπε να βρω τον δρόμο μου σε μια σαρωτική, εξαιρετικά εύπορη και ισχυρή χώρα. Δεν κάνω σύγκριση ανάμεσα στις δύο καταστάσεις, αλλά μπορώ να καταλάβω τι θα σήμαινε για αυτόν να κοιτάζει ένα τρομακτικό πολεμικό πλοίο και να αναρωτιέται ‘τώρα τι;’».
Ο Tom Hanks εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που ο Abdi έδωσε ζωή στον χαρακτήρα. «Αυτή η ιστορία εξαρτάται από το πορτρέτο του Barkhad. Είναι εντυπωσιακό για έναν νεαρό, πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό να κατέχει έναν τόσο σύνθετο ρόλο. Μεταδίδει μια απίστευτη γκάμα συναισθήματος και έκφρασης. Αυτό δεν είναι κάτι που μαθαίνει κανείς. Ο χαρακτήρας του ξεκινά σαν κάτι που νομίζουμε ότι ξέρουμε. Έναν φοβερό πειρατή που ηγείται μιας οπλισμένης συμμορίας σε μια τρομαχτική, εγκληματική πειρατεία σε βάρος ενός πλοίου που δεν φέρει όπλα. Χωρίς καν να απολογηθεί για αυτό, παρασύρει το κοινό σε μια βαθιά συναισθηματική εμπλοκή με τον άνθρωπο πίσω από τις πράξεις, έναν νεαρό Σομαλό που έχει προσδοκίες που όλοι μπορούμε να καταλάβουμε, αλλά που έχει άπειρα εμπόδια εξαιτίας των απίστευτα αντίξοων συνθηκών στη Σομαλία».

Ο Faysal Ahmed, που υποδύεται τον Najee στην ταινία, είναι σομαλικής καταγωγής, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Υεμένη, όπου μάλιστα είχε γνωριστεί με τον Barkhad Abdi. Ο ηθοποιός μας λέει για τον ρόλο του: «Είναι τα μπράτσα της παρέας, κάποιος που ανατράφηκε μέσα στη βία και αυτή είναι η μόνη απάντηση που μπορεί να δώσει». Όπως και ο Abdi, ο Ahmed μπόρεσε να αποκτήσει βίζα και να πάει στην Αμερική, αλλά έχει ακόμα συγγενείς στη Σομαλία, που του παρέχουν την εικόνα της χώρας από μέσα. «Νομίζω ότι πολλοί Σομαλοί μετανάστες θα ήθελαν να επιστρέψουν στη Σομαλία, αν υπήρχε πολιτική σταθερότητα. Για μένα είναι η πατρίδα μου παρ’ όλο που δεν έχω πάει ποτέ» εξηγεί ο Ahmed.

Για τον Ahmed, το απόγειο της εμπειρίας του ήταν οι σκηνές πάλης με τον Tom Hanks. Θυμάται: «Ήταν πολύ δύσκολο να είναι ρεαλιστικό, ειδικά γιατί το σκηνικό ήταν πολύ στενό. Κάποια στιγμή έδωσα μια πραγματική μπουνιά, αλλά ο Tom το αντιμετώπισε πολύ καλά. Ήταν μεγάλη πρόκληση για μένα να μπω στο μυαλό του χαρακτήρα. Αναρωτιόμουν τι θα έκανε ένας συνηθισμένος άνθρωπος- ένας συνηθισμένος πειρατής- σε αυτή την κατάσταση, έχοντας παλέψει τόσο απεγνωσμένα για να πάρει το πλοίο, ενάντια σε όλα τα εμπόδια και μετά το έπαθλο του να του ξεγλιστράει σχεδόν μέσα από τα χέρια. Μπήκαμε στον τρόπο σκέψης των πειρατών και όταν ήρθε η ώρα να κάνουμε γύρισμα, ήμασταν έτοιμοι. Ήταν δύσκολο, αλλά ήταν μια καταπληκτική εμπειρία».

Τον Elmi, τον λιγομίλητο οδηγό του σκάφους, τον υποδύεται ο Mahat M. Ali, ο οποίος γεννήθηκε στη Σομαλία και μεγάλωσε στην Κένυα, ενώ πήγε στη Μινεσότα, όταν ήταν έφηβος. «Νομίζω ότι ο Paul είχε ερωτηματικό κατά πόσο θα στεκόμασταν στο ύψος των περιστάσεων. Ήξερε ότι οι ρόλοι δεν ήταν απλά δύσκολοι συναισθηματικά. Αλλά ότι θα ήταν σκληρή δουλειά, το είδος που σε κάνει να καταρρέεις στο κρεβάτι μετά από μια μεγάλη, δύσκολη μέρα. Μπορούσαμε να ανταποκριθούμε; Ναι, φυσικά. Ο Paul είχε δίκιο, ήταν πολύ δύσκολο, αλλά άξιζε τον κόπο».

Ο 17χρονος Barkhad Abdirahman γεννήθηκε στην Κένυα και είναι σομαλικής καταγωγής. Υποδύεται τον Bilal, τον νεαρότερο της συμμορίας. Ο ίδιος μας λέει για τον χαρακτήρα: «Είναι ο τύπος που κάνει ό,τι του πούνε. Νομίζω ότι συμπεριφέρεται όπως οποιοδήποτε συνηθισμένο παιδί σε συνθήκες πολέμου». Για τον Abdirahman, ο Greengrass έχει μια ρεαλιστική σκηνοθετική προσέγγιση που σε συνδυασμό με τα πραγματικά σκηνικά τον βοήθησαν να κατανοήσει καλύτερη την έντονη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι χαρακτήρες. Ειδικά ο νεαρός πειρατής. «Ο Paul παρήγε τόση ενέργεια και μετέδωσε τόσο ενθουσιασμό που μας μετέφερε ακριβώς στην κατάσταση που διαδραματιζόταν στο καράβι. Είναι ένα παρανοϊκό μέρος για τον Bilal. Τον έχει ισοπεδώσει. Βρίσκεται κάτω από μεγάλη πίεση. Είναι απλά ένας έφηβος και δεν έχει τα εφόδια για να χειριστεί αυτή την κατάσταση».
Και οι τέσσερις ηθοποιοί συμμετείχαν σε εντατική εκπαίδευση στη Μάλτα, πριν το γύρισμα, με καθημερινή σκληρή δίαιτα, σαν να βρίσκονται σε κέντρο εκπαίδευσης νεοσύλλεκτων. Έπρεπε να μάθουν να πολεμούν, να χειρίζονται όπλα, σκάφη, σκάλες και πώς να πλέουν σε τρικυμία.

Όσο έντονο και αν ήταν να κινηματογραφηθεί η κατάληψη του Alabama, τίποτα δεν είχε προετοιμάσει τους ηθοποιούς για το γύρισμα στη ναυαγοσωστικήλέμβο. «Είχα δει φωτογραφίες της λέμβου καθώς και ένα ντοκιμαντέρ του National Geographic για το περιστατικό, αλλά δεν μπορείς να φανταστείς πώς είναι να είσαι μέσα εκεί, παρά μόνο όταν βρίσκεσαι εκεί. Είναι μικρή, στενή, αλλά το πιο έντονο είναι η μυρωδιά. Το θαλασσινό νερό και η υγρασία, η ζέστη και ο ιδρώτας. Δεν υπάρχει εξαερισμός. Αναπόφευκτα, όλοι αισθανθήκαμε ζαλάδα και ναυτία, ειδικά τις πρώτες μέρες και μας ήταν δύσκολο να συγκεντρωθούμε. Δεν μπορώ να φανταστώ πώς είναι να είσαι εγκλωβισμένος εκεί συνέχεια για τέσσερις μέρες, όπως συνέβη πραγματικά».

Το πλήρωμα των πολεμικών που εμφανίζεται στην ταινία είναι πραγματικοί αξιωματικοί και ναύτες, εκ των οποίων δυο ήταν παρόντες στο περιστατικό το 2009.
Παίζουν
Τομ Χανκς
Captain Richard Phillips
Barkhad Abdi
Muse
Barkhad Abdirahman
Bilal
Faysal Ahmed
Najee
Mahat M. Ali
Elmi
Μάικλ Chernus
Shane Murphy
Κάθριν Κίνερ
Andrea Phillips
Ντέιβιντ Warshofsky
Mike Perry
Corey Τζόνσον
Ken Quinn
Κρις Μάλκεϊ
John Cronan
iShow.gr - Ο κόσμος της Showbiz
ΑΪΣΟΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ INTERNET Μ.ΙΚΕ
Επικοινωνία: press@ishow.gr
Τηλ. 211-4100551