Γεννημένος στο Φλιντ του Μίσιγκαν το 1954, ο Μάικλ Μουρ είναι γιος εργάτη σε αυτοκινητοβιομηχανία και ανιψιός ενός βετεράνου της καθιστικής διαμαρτυρίας-απεργίας του 1936. Η οικογένεια του ήταν ανάμεσα σε αυτές που έφεραν τάξη στην ευρύτερη περιοχή. Ο Μάικλ Μουρ αφού παρακολούθησε καθολικά σεμινάρια, έγινε ένας από τους πρώτους 18χρονους που εκλέχθηκαν σε γραφείο δημόσιας διοίκησης των Ηνωμένων Πολιτειών, όταν κέρδισε μια θέση στο δημοτικό σχολικό συμβούλιο. Στα 22 του ίδρυσε μια εναλλακτική εφημερίδα, την «Φωνή του Φλιντ» στην οποία ήταν και συντάκτης. Μετά από ένα άρθρο του Μουρ που αποκάλυψε ότι ο δήμαρχος της πόλης χρησιμοποίησε ομοσπονδιακούς υπάλληλους για την πολιτική του εκστρατεία, η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια. Το 1986 βρέθηκε άνεργος και αποφάσισε να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την καταστροφή της General Motors της πόλης του και την απόλυση χιλιάδων εργατών. Με μια ομάδα φίλων του έμαθαν πώς να γυρίζουν μια ταινία, πούλησε ότι είχε στην ιδιοκτησία του για να κάνει την παραγωγή της ταινίας και το 1989 παρουσίασε το Roger & Me στον κόσμο. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.
Ο Μάικλ Μουρ έχει δώσει τον ορισμό της έννοιας του μοντέρνου ντοκιμαντέρ, ενώ έχει στο ενεργητικό του τα τρία από τα πέντε πιο εμπορικά ντοκιμαντέρ όλων των εποχών.