
Η τρέχουσα κινηματογραφική χρονιά μας έχει χαρίσει πολυαναμενόμενες, τολμηρές και βαθιά συγκινητικές ταινίες. Οδεύοντας σιγά-σιγά προς την τελετή απονομής των 98ων βραβείων Όσκαρ, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις 15 Μαρτίου, η κούρσα των «φαβορί» πρόκειται να διαμορφώσει μία από τις πιο αμφίρροπες αναμετρήσεις των τελευταίων ετών.
Αυτή η διαπίστωση προκύπτει από το γεγονός πως στη «μάχη» των Όσκαρ φέρεται να μπαίνουν τόσο μπλοκμπάστερ όσο και πιο καλλιτεχνικά αριστουργήματα που δοκιμάζουν τα όρια της αφήγησης.
Μεγάλο ενδιαφέρον πρόκειται να έχει για ακόμα μια χρονιά η κατηγορία «Σκηνοθεσία», με τον αριθμό των ποιοτικών ταινιών που θα διεκδικήσουν το αγαλματίδιο να είναι αρκετές. Οι προβλέψεις από τον διεθνή Τύπο και ειδικούς των βραβείων, ξεχωρίζουν «δυνατά» ονόματα της σκηνοθεσίας, όπως τα κάτωθι:
Από την επική επιστροφή του Ράιαν Κούγκλερ στον τρόμο και τη νέα εκδοχή στον «Φρανκενστάιν», μέχρι τη νέα δουλειά του Λάνθιμου και το συγκλονιστικό δράμα του -βραβευμένου στις Κάννες- Τζαφάρ Παναχί, οι ταινίες της χρονιάς υπόσχονται διαφορετικές προσεγγίσεις, έντονους συμβολισμούς και ενδιαφέρουσες συζητήσεις σχετικά με το περιεχόμενο τους.
Παρακάτω, θα εξεταστούν οι ταινίες που κατάφεραν να ξεχωρίσουν σε κοινό και κριτικούς, οι οποίες αποτελούν και πιθανά φαβορί της φετινής κούρσας των Όσκαρ.
Τέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία των «Eternals» για τη Marvel, η βραβευμένη Κλόι Τζάο σκηνοθετεί μια τελείως διαφορετική ταινία. Το «Αμνετ» αποτελεί ένα δράμα εποχής, που αποτελεί διασκευή του ομότιτλου μυθιστορήματος της Μάγκι Ο’ Φάρελ (2020), όπου εξερευνά το ειδύλλιο και την κοινή ζωή του Γουίλιαμ Σαίξπηρ και της συζύγου του Άγκνες. Η ιστορία αναφέρεται στη γαμήλια ευτυχία του ζευγαριού, η οποία διαταράσσεται από τον τραγικό χαμό του γιου τους.
Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους κατέχουν οι Τζέσι Μπάκλεϊ και Πολ Μέσκαλ, οι οποίοι αναβιώνουν μια ιστορία αγάπης με δραματικές διακυμάνσεις. Το «Αμνετ», φιλοδοξεί να διερευνήσει σε βάθος πως στοιχεία, όπως ο χρόνος, η αγάπη και η τέχνη μεταβάλλονται αποκτώντας παράλληλα ένταση και σαφήνεια.
Ο Ράιαν Κούγκλερ, ο καταξιωμένος σκηνοθέτης των εξαιρετικών ταινιών της Marvel, «Black Panther» και «Black Panther: Wakanda Forever», επιστρέφει με ένα φιλόδοξο έργο που συνδυάζει το κοινωνικό δράμα με στοιχεία τρόμου.
Πρόκειται για μια μεγάλη παραγωγή με απρόβλεπτη πλοκή, την οποία ο Κούγκλερ φαίνεται να χειρίζεται με δεξιοτεχνία. Η ιστορία διαδραματίζεται το 1933 στο Δέλτα του Μισισιπή, μια εποχή όπου οι μαύροι αγρότες εξακολουθούσαν να καλλιεργούν χωράφια με βαμβάκι, σχεδόν εξήντα χρόνια μετά το τέλος της δουλείας.
Σε αυτό το σκηνικό, όπου οι Νόμοι του Τζιμ Κρόου επιβάλλονται στις εργατικές κοινότητες και η Κου Κλουξ Κλαν να παραμονεύει απειλητικά, η αφήγηση χτίζει μια ατμόσφαιρα καταπίεσης και φόβου. Ωστόσο, μέσα σε αυτή τη δυστοπία, μια ζωντανή κουλτούρα ανθίζει, με επίκεντρο την εκκλησιαστική ζωή και την αναδυόμενη μπλουζ μουσική.
Η ταινία εστιάζει σε κρίσιμα θέματα, όπως η φυλετική ιστορία της Αμερικής, τονίζοντας τη σημασία της κοινότητας και των προγόνων, καθώς και τον συνεχή αγώνα για την ελευθερία. Παράλληλα, αναδεικνύει τη δύναμη των μπλουζ και της γκόσπελ, τα οποία λειτουργούν ως η «ψυχή» και η πνευματική ασπίδα της κοινότητας απέναντι στον φόβο και την καταπίεση.
Το παιδικό όνειρο του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο, η κινηματογραφική μεταφορά της κλασικής ιστορίας του Φρανκενστάιν της Μέρι Σέλλεϋ, πήρε σάρκα και οστά. Μετά από χρόνια εντατικής δουλειάς, το φιλόδοξο όραμά του γνώρισε άμεσα μεγάλη επιτυχία, κυρίως μέσω της πλατφόρμας του Netflix, όπου η ταινία προβλήθηκε και έλαβε τη θετική ανταπόκριση του κοινού.
Η ταινία επαναπροσδιορίζει τη ρομαντική νουβέλα της Σέλλεϋ, «Φρανκενστάιν ή ο σύγχρονος Προμηθέας», εστιάζοντας στη σχέση πατέρα-γιου. Απομακρύνεται από τη τετριμμένη προσέγγιση της επιστήμης που εκτρέπεται, για να εξερευνήσει τη βαθιά σύνδεση μεταξύ δημιουργού και δημιουργήματός του.
Μέσα από τα μάτια ενός τραγικού, αλλά τελικά τρυφερού πλάσματος, αναδεικνύονται θέματα όπως η συγχώρεση, η αγάπη και το τι σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος. Η αφήγηση υπογραμμίζει ότι η ικανότητα του πλάσματος για το καλό ή το κακό εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τον τρόπο που το αντιμετωπίζει η κοινωνία.
Να σημειωθεί, δε, ότι παρά την περιορισμένη προβολή του στις κινηματογραφικές αίθουσες, το φιλμ πληροί τις προϋποθέσεις για να είναι υποψήφιο στα βραβεία Όσκαρ.
Ο Γιώργος Λάνθιμος επιχειρεί μια τολμηρή διασκευή της νοτιοκορεάτικης καλτ ταινίας «Save the Green Planet!» (2003) του Τζανγκ Τζουν-χουάν.
Η νέα ταινία του Έλληνα σκηνοθέτη έχει αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές, λόγω της πρωτοποριακής μίξης ειδών, συνδυάζοντας κωμωδία, επιστημονική φαντασία, θρίλερ και τρόμο σε ένα βίαιο, υπερβολικό θέαμα.
Το φιλμ του Λάνθιμου, σε σενάριο Γουίλ Τρέισι, αποτελεί μια σημαντική αναθεώρηση του υλικού, επαναπροσδιορίζοντάς το ως μια παραβολή ταξικού πολέμου. Εκπροσωπώντας την κατώτερη τάξη, συναντάμε τον Τέντι (Τζέσι Πλέμονς), έναν εμμονικό με τις θεωρίες συνωμοσίας, ο οποίος επιστρατεύει τον νευροδιαφορετικό του ξάδελφο, Ντον (Eϊνταν Ντέλμπις), για να απαγάγει τη Μισέλ Φούλερ (Εμα Στόουν). Η μούσα του Λάνθιμου, ως Μισέλ Φούλερ, είναι η διευθύνουσα σύμβουλος της Auxolith, μιας πανίσχυρης φαρμακευτικής εταιρείας. Ο Τέντι είναι πεπεισμένος ότι η Φούλερ είναι μια εξωγήινη από τον γαλαξία της Ανδρομέδας που σχεδιάζει την καταστροφή της Γης.
Η «Βουγονία», η οποία έκανε την πρεμιέρα της στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, όπως ήταν φυσικό, προσέλκυσε άμεσα το ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης. Ειδικότερα, τα μίντια εστίασαν στους έντονους συμβολισμούς – που αποτελούν χαρακτηριστικό του Λάνθιμου – και τις εξαιρετικές ερμηνείες του καστ.
Η νέα ταινία του Γιοακίμ Τρίερ αναφέρεται στην οικεία και συγκινητική εξερεύνηση των θεμάτων της οικογένειας, των αναμνήσεων και της συμφιλιωτικής δύναμης της τέχνης.
Η ιστορία επικεντρώνεται στις δύο αδελφές, τη Νόρα και την Αγκνες, οι οποίες, ενώ προσπαθούν να διαχειριστούν το πένθος για την απώλεια της μητέρας τους, βρίσκονται παράλληλα αντιμέτωπες με την επιστροφή του πατέρα τους, Γκούσταβ (Στέλαν Σκάρσγκαρντ).
Ο Γκούσταβ, ένας σεναριογράφος, τους πλησιάζει με ένα νέο κινηματογραφικό έργο, προσφέροντας τον βασικό ρόλο στη Νόρα. Ωστόσο, εκείνη αρνείται την πρότασή του και τώρα η διανομή θα πρέπει να γίνει σε άλλη ηθοποιό.
Η δραματική αυτή ευρωπαϊκή ταινία υιοθετεί μια πιο ανάλαφρη Σκανδιναβική αισθητική, η χαρακτηρίζεται κι ως βαθιά μελαγχολική και άκρως συγκινητική. Κομβικό ρόλο στην αισθητική της αφήγησης διαδραματίζει το σπίτι της οικογένειας. Λειτουργώντας ως ένας επιπλέον χαρακτήρας στην πλοκή, η ίδια η δομή του αποτυπώνει το συναισθηματικό υπόβαθρο των σχέσεων που εξελίσσονται ανάμεσα στους τοίχους του.
Ο Τιμοτέ Σαλαμέ αναλαμβάνει τον ρόλο του επόμενου «μάγου» του πινγκ-πονγκ, με σκοπό αυτή τη φορά να τον οδηγήσει ξανά στην κούρσα των βραβείων.
Ο δημοφιλής ηθοποιός πρωταγωνιστεί στον ομώνυμο ρόλο του «Marty Supreme», μιας αθλητικής ιστορίας εποχής που διαδραματίζεται τη δεκαετία του ’50. Η ταινία «δανείζεται» στοιχεία από τον αληθινό θρύλο του πινγκ-πονγκ, Μάρτι Ράισμαν, ενώ αποτελεί μια μίξη κωμωδίας-δράματος.
Η ταινία εστιάζει στο αδιαμφισβήτητο ταλέντο του Ράισμαν, αλλά εξερευνά παράλληλα και την πολυσχιδή προσωπικότητά του: ένας άνθρωπο με περίσσεια αυτοπεποίθηση και φιλοδοξίες, ο οποίος έχει τη φιλοδοξία να γίνει ένας αναγνωρίσιμος σούπερ σταρ.
To «Marty Supreme», έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης και αναμένεται να κυκλοφορήσει στις αμερικανικές αίθουσες τα Χριστούγεννα.
Ο Τζαφάρ Παναχί ήταν ο σκηνοθέτης που κατέκτησε τον Χρυσό Φοίνικα του φετινού Φεστιβάλ των Καννών και πρόκειται να μας απασχολήσει τα φετινά Όσκαρ. Το φιλμ «Ενα απλό ατύχημα» είναι πολιτικό θρίλερ του σπουδαίου Ιρανού δημιουργού και αποτελεί την πρόταση της Γαλλίας στην τελετή της Ακαδημίας.
Η ταινία ξεκινάει με ένα φαινομενικά απλό συμβάν: έπειτα από ένα τροχαίο, ένας άντρας υποψιάζεται πως ο άλλος οδηγός είναι ο βασανιστής του από το μακρινό παρελθόν. Αυτό το «απλό ατύχημα» θέτει σε κίνηση μια σειρά από κλιμακούμενες συνέπειες που κρατούν τον θεατή με κομμένη την ανάσα.
Η πλοκή δίνει την ευκαιρία στον Παναχί να επικοινωνήσει με δεξιοτεχνικό τρόπο, οξυδέρκεια, χιούμορ και συγκίνηση για πανανθρώπινα και επίκαιρα ζητήματα, όπως η εκδίκηση, η αυθαίρετη απονομή δικαιοσύνης, η συγχώρεση και η αγάπη για τον συνάνθρωπο.
Η ταινία, συνδυάζει στοιχεία σουρεαλιστικής μαύρης κωμωδίας και πολιτικού θρίλερ, λαμβάνοντας την άτυπη διάκριση ως ένα «μπεκετικό αριστούργημα» και μια «πράξη αντίστασης». Πρόκειται για μια λιτή και συνταρακτική ταινία, γεμάτη ανθρωπιά.
Αξιοσημείωτη πληροφορία για το φιλμ είναι ότι τα πλάνα στο Ιράν γυρίστηκαν υπό άκρα μυστικότητα, χωρίς επίσημη άδεια των ιρανικών αρχών, σε μια πράξη επιβεβαίωσης της μοναχικότητας του Παναχί απέναντι στην απαγόρευση εργασίας που του είχε επιβληθεί.
Ο Πολ Τόμας Αντερσον, δημιουργός της «Αόρατης κλωστής», της «Πίτσας γλυκόριζα» και της «Μανόλια», επιστρέφει με μια ταινία-έκπληξη, καθρεπτίζοντας τη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία.
Η ιστορία ξεκινάει με την ομάδα πρώην επαναστατών με το όνομα French 75, η οποία αναλαμβάνει να πάρει τον έλεγχο ενός κέντρου κράτησης μεταναστών στα σύνορα Μεξικού – ΗΠΑ και να τους απελευθερώσει. Εκεί, η ατρόμητη επικεφαλής Περφίντια (Τεγιάνα Τέιλορ) θα έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον διεστραμμένο συνταγματάρχη Στίβεν Λόκτζοου (Σον Πεν) και θα τον οδηγήσει εκτός βάσης, αφού πρώτα τον ταπεινώσει σεξουαλικά. Ο συνταγματάρχης την καταδιώκει, την ώρα που εκείνη συνεχίζει να ηγείται της ομάδας μαζί με τον σύντροφό της και ειδικό στα εκρηκτικά, Μπομπ (Λεονάρντο ντι Κάπριο), με τον οποίο αποκτούν μια κόρη. Η Περφίντια θα αιχμαλωτιστεί και θα αναγκαστεί να καταδώσει τους συντρόφους της. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, ο Μπομπ και η έφηβη κόρη των επαναστατών, Γουίλα, βρίσκονται ακόμα υπό το εμμονικό κυνήγι του Λόκτζοου και προσπαθούν να γλιτώσουν με κάθε τρόπο.
Η ταινία, που ισορροπεί ανάμεσα στο πολιτικό θρίλερ και τη μαύρη κωμωδία, καταγράφει λεπτομερώς την καθημερινότητα του δικτύου αγωνιστών της ελευθερίας που είναι διασκορπισμένο σε ολόκληρη την Αμερική και τη μυστική κοινωνία λευκών υπερασπιστών.
Το φιλόδοξο πρότζεκτ του Άντερσον, προσφέρει μοναδικές σκηνές καταδίωξης, εκρήξεις, ανατροπές και δυνατές ερμηνείες (κυρίως αυτή του Σον Πεν). Όπως περιγράφει κι ο τίτλος της ταινίας, παρακολουθούμε μια μάχη μετά την άλλη.
Πηγή: https://www.koutipandoras.gr/