Αναζήτηση
Κοτόπουλο δυναμίτης - iShow.gr
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κοτόπουλο δυναμίτης - iShow.gr
Είδος
Κωμωδία αμερικανικής παραγωγής 1971 σε επανέκδοση
Διάρκεια
76'
Συντελεστές
Σκηνοθεσία
Σενάριο
Παραγωγή
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Υπόθεση
Κωμωδία
Τι σχέση μπορούν να έχουν ένας ευτραφής νεαρός που αγκομαχά, μερικές γυμνές γυναίκες που απαγγέλουν ποιήματα, η εργασία σε ένα χαμπουργκεράδικο, ο Νίξον, η σεξουαλική απελευθέρωση τα τηλεοπτικά προγράμματα, ο Άντι Γουόρχολ, η αμερικανική σημαία και ο Τζον Λένον με τη Γιόκο Όνο; Όλα αυτά συμβαίνουν στην Αμερική τη δεκαετία του ’60! Είναι η εποχή του μεγάλου αναβρασμού, της μεγάλης επανάστασης, της αμφισβήτησης των κατεστημένων ιδεών! Ένα κολάζ με διάφορες εικόνες που είχαν κατακλύσει την Αμερική, την χώρα των ευκαιριών, του καπιταλισμού, του πατριωτισμού, του πολέμου του Βιετνάμ, του Γούντστοκ! Φαίνεται πώς η χώρα έχει γεμίσει με εικόνες κατανάλωσης, λαιμαργίας, ανούσιας ψυχαγωγίας, την ίδια στιγμή που γίνονται συγκλονιστικά πράγματα σε όλο τον κόσμο και όλοι βρίσκονται σε αναστάτωση. Θρύλοι της μουσικής, διανοούμενοι, έχουν όλοι κάτι να πουν. Όχι όμως με τη σοβαροφάνεια που ταιριάζει στον συντηρητισμό. Εδώ πρόκειται για ένα… «κοτόπουλο» καλοθρεμμένο, καλογεμισμένο, με όλες τις ανοησίες του σύγχρονου αμερικανικού καπιταλισμού! Και αλίμονο αν δεν το καταλάβουμε, πριν αυτό το κοτόπουλο εκραγεί!...
Πληροφορίες
Από τον underground σκηνοθέτη του ‘70
ERNEST PINTOFF
(Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας κιν/σχ Μικρού Μήκους-1964)

Η ΑΝΤΙ-ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΩΝ ‘60s
ΑΚΤΙΒΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΝΕΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

ΜΙΑ ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ

ΚΑΥΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΣΤΕΙΑ, ΕΚΡΗΚΤΙΚΗ ΣΑΝ ΔΥΝΑΜΙΤΗΣ!

ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΠΕΡΙΖΗΤΗΤΕΣ CULT MOVIES

ΜΙΑ ΓΡΟΘΙΑ ΣΤΑ MEDIA, ΤΟΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΣΜΟ, ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ.

Η ΤΑΙΝΙΑ
«Μια σύγχρονη έρευνα και ένα σχόλιο στα ήθη και τα δεινά της εποχής μας, με πολλή γλώσσα σλανγκ, διάφορα κομμάτια από δω κι από κει, κορίτσια, μερικά χάμπουργκερ, λίγα μαλλιά, μια κυρία, μερικούς τύπους, μερικά θρησκευτικά θέματα και πολλά άλλα πράγματα»! Έτσι προλογίζει η ταινία τον ίδιο της τον εαυτό με απόλυτα σατιρική διάθεση, σε μια ταινία που δεν αφήνει όρθιο τίποτα! Όλο το κατεστημένο της Αμερικής του ’60 και του ’70 μπαίνει στο μικροσκόπιο, διακωμωδείται, παρωδείται, σχολιάζεται καυστικά και πικρά. Η γενιά της αμφισβήτησης έχει ανακαλύψει τη σεξουαλική ελευθερία, τη γύμνια ενάντια στην επίφαση της σοβαροφάνειας και του καθωσπρεπισμού, την ελευθερία του πνεύματος ενάντια στα παλιά διδάγματα, την αντίσταση στον καταναλωτισμό, που μπουκώνει τα αμερικανικά στόματα με τεράστια χάμπουργκερ πριν προλάβουν να μιλήσουν, την ειρήνη ενάντια στον ανεγκέφαλο πατριωτισμό και την λατρεία της αμερικανικής σημαίας. Όλα θίγονται: κλασικές εικόνες ηρωισμού και αμερικανικής προπαγάνδας, που έχουν γαλουχίσει γενιές, φωτογραφίες του Νίξον, η καλή νοικοκυρά, ο πιστός πατριώτης που εξαντλεί τη δύναμή του στο να αγοράζει, να τρώει και να βλέπει θεάματα στην τηλεόραση.

Η ταινία, πειραματική, αναρχική και ανατρεπτική στη μορφή της, κάνει ένα μέγα πολιτικό σχόλιο για όλη αυτή την γρήγορη κοινωνία, γρήγορου φαγητού, γρήγορου πολέμου, όπου όλα περνάνε μέσα από το πρίσμα των media, που τα ανακυκλώνει και τα διαχέει όλα διαδίδοντας στο έπακρο την κυρίαρχη ιδεολογία. Όλη αυτή η πληροφορία, ο καταιγισμός των εικόνων από τα media, τα στερεότυπα, η πίεση του κατεστημένου, ο φουσκωμένος από πρόχειρο φαγητό άνθρωπος, είναι όλα σαν ένα παραγεμισμένο κοτόπουλο που κινδυνεύει να σκάσει! Μια κοινωνία παραφουσκωμένη και έκκρυθμη, στα πρόθυρα της κατάρρευσης, όπως ένα κοτόπουλο γεμιστό με δυναμίτη! Αυτή την κοινωνία ζούμε, αυτή την κοινωνία αντιμετώπιζαν τα ελεύθερα και ανοιχτά μυαλά της δεκαετίας του ’60 και ’70, όταν έκαναν την επανάστασή τους.
Η ταινία, φέρνει ίσως στο νου διδάγματα της «κοινωνίας του θεάματος» του Γκυ Ντε Μπορ αλλά σίγουρα έχει και επιρροές από το κλασικό βιβλίο του Μάρσαλ ΜακΛούαν «Media, οι προεκτάσεις του ανθρώπου», όπου αναφέρεται ότι «το Μέσο είναι το μήνημα». Αυτό δείχνει να πιστεύει και η ταινία: μέσα από ένα καταιγιστικό κολάζ διάφορων εικόνων από την αμερικανική ζωή, χαλαρά συνδεμένες σκηνές, ελεύθερο διάλογο και δομή, χρησιμοποιείται το ίδιο το μέσο του κινηματογράφου ως το μήνυμα. Τελικά, όλη αυτή η εναλλαγή των μηνυμάτων μέσα από τα καταπιεστικά media είναι το τελικό μήνυμα που μεταδίδεται. Και αυτό είναι: πατρίδα, οικογένεια, κατανάλωση… Η ταινία με μεγάλο κέφι και ευρυματικότητα, δεν αφήνει τίποτα ασχολίαστο, είτε μέσα από παραθέσεις αποσπασμάτων κλασικών ταινιών, με σκοπό να καταρριφθεί ο μύθος του αμερικανού παλικαριού, του ήρωα, του κάουμποϊ, είτε μέσα από κουβέντες του ηθοποιού Ρίτσαρντ Πράιορ, ο οποίος διατηρεί μια αίσθηση σεναρίου στην ταινία, ή από άναρχα, διασκεδαστικά κείμενα, που σκοπό έχουν την… ξεδιάντροπη γύμνια αλλά και την απογύνμωση του καθωσπρεπισμού!
Μεγάλα ονόματα, θρύλοι της μουσικής, διανοούμενοι και άλλοι, εμφανίζονται στην ταινία και λένε απόψεις: Ο ΤΖΟΝ ΛΕΝΟΝ και η ΓΙΟΚΟ ΟΝΟ, ο ΑΝΤΙ ΓΟΥΡΧΟΛ ανάμεσα στα απίστευτα ιστορικά ονόματα της ποπ κουλτούρας των ‘60ς αλλά και τραγούδια από την κατεξοχήν τραγουδίστρια της επανάστασης, την ΤΖΟΑΝ ΜΠΑΕΖ, τον απόλυτο κιθαρίστα ΤΖΙΜΙ ΧΕΝΤΡΙΞ και πολλούς άλλους!
Μια ταινία με την αίσθηση, τη μουσική, τη μυρωδιά και τα χρώματα της πιο ανατρεπτικής δεκαετίας στην ιστορία του 20ου αιώνα!

Απόσπασμα κριτικής της NEW YORK TIMES για την ταινία:
«Το να περιγράψεις την ταινία, ως «ένα multi-media κινηματογραφικό περιοδικό, εμπνευσμένο από τη γενιά της τηλεόρασης», όπως το αποκαλούσε ο σκηνοθέτης της ταινίας Έρνεστ Πίντοφ, τα συνοψίζει όλα!
Σε αυτή την περίπτωση το μέσο είναι κυρίως το μήνυμα. Αλλά το μέσο παραβλέπει χαρούμενα να επιβάλλει πολύ αυστηρά πολλά από τα μηνύματά του, προτιμώντας να δείξει μια διαδοχή από καλειδοσκοπικές ματιές στην απάθεια μέρους της νεολαίας ή αντίθετα, στην εξέγερση ενάντια στο καθεστώς.
Μια και η ταινία απευθυνόταν κυρίως σε φοιτητικά κυκλώματα, όπου και προβαλλόταν για αρκετό καιρό, είναι μεστή με τους καλλιτέχνες που λάτρευαν ουσιαστικά όλοι οι φοιτητές: από τη Τζόαν Μπαέζ μέχρι τον Άντι Γουόρχολ, σε σκετσάκια, τραγούδια και στο σάουντρακ της ταινίας. Και ο Πίντοφ, που έχει σατιρίσει τα ελαττώματα μας κάνοντας καρτούνς (με την βραβευμένη με Όσκαρ ταινία του, «Ο κριτικός»), τόσο στην τηλεόραση όσο και σε ταινίες, είχε τη βοήθεια πολλών κινηματογραφιστών και παρουσιαστών, για να δημιουργήσει αυτό το «σύγχρονο σχόλιο των ηθών και της συμπεριφοράς της επαναστατικής εποχής και πολλών άλλων».

Αλλά το «Κοτόπουλο Δυναμίτης» συχνά είναι και πολλά άλλα πράγματα: ο κωμικός θίασος Ace Trucking Company, για παράδειγμα, που δίνει πραγματικά κωμική γνησιότητα στην ταινία, κάνοντας τη δική τους εκδοχή ενός διαφημιστικού σποτ. Επίσης, μια αποτυχημένη γυμνή ανάγνωση του ρόλου της «Σταχτοπούτας» είναι αστεία, χωρίς να είναι αισχρή, όπως και η μίμηση του Αμερικανού προέδρου Lyndon B. Johnson.
Οι διάφορες απόψεις των Μαύρων Πανθήρων, των σκληροπυρηνικών εναντίον των διανοούμενων στο θέμα της αμερικανικής σημαίας, το φεμινιστικό κίνημα, ο Malcolm X και το Βιετνάμ γίνονται με αμεσότητα και σαρκασμό.»

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ:

«Όταν βλέπει κάποιος τον αντεργκράουντ αμερικανικά κινηματογράφο να περνάει από το «κύκλωμα διανομής Β» στις αθηναϊκές αίθουσες, διαπιστώνει ότι κάποια πολύ σοβαρή αλλαγή έχει γίνει και στον τόπο μας όσον αφορά την παραδοσιακή αντίληψη για τα κινηματογραφικό εμπόριο. Το γεγονός πρέπει να θεωρηθεί ως ιδιαίτερα σημαντικό, κυρίως ένεκα των προοπτικών που ξανοίγονται για μια συστηματικότερη επαφή μας με ταινίες που δεν περνούν ποτέ στο εμπορικό κύκλωμα (ή κύκλωμα Α).

Το Κοτόπουλο-δυναμίτης προκαλεί μια έκρηξη και μια ρωγμή στον κλοιό του κινηματογραφικού μονοπωλίου των αμερικανικών εταιρειών — κλοιό που περισφίγγει ασφυκτικά τις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες.
Ο Αμερικανός Έρνεστ Πίντοφ, μ' έναν καταιγισμό ασύνδετων και ασυνάρτητων εικόνων, προσπαθεί να κάνει το θεατή να καταλάβει μέσα από ένα είδος οπτικού παιχνιδιού που παίζεται χωρίς κανόνες, τι σημαίνει «αμερικανικός τρόπος ζωής» στην πιο γελοία, παρανοϊκή και καταστροφική του πλευρά.

Οι εικόνες-βολές του Πίντοφ θα μπορούσαν να καταταχθούν σε δύο γενικές ομάδες: αυτές που αναφέρονται σε πράγματα ή στη σχηματοποίηση τους και σ' εκείνες που αναφέρονται σε ανθρώπους-αντικείμενα.
Τα όρια ανάμεσα στις δύο κατηγορίες είναι δυσδιάκριτα και το οπτικό λάιτ-μοτίφ του υπερτροφικού έφηβου (πρέπει να ζυγίζει περί τα 150 κιλά) που γρυλίζει κτηνωδώς κάθε φορά που πάει να μιλήσει, είναι ένα τέτοιο αντικείμενο-άνθρωπος, δημιούργημα όχι της βιολογικής εξέλιξης αλλά του βιομηχανικού συστήματος «παραγωγής ανθρώπων»: το σύστημα τον έθρεψε σαν να ήταν χήνα προοριζόμενη για την παραγωγή φουά-γκρα. Ίσως ο τίτλος να αναφέρεται υπαινικτικά σε τούτον -τον άνθρωπο-κοτόπουλο που μοιάζει σαν βόμβα έτοιμη να εκραγεί και να ξεχύσει γύρω τη δυσοσμία των παραφουσκωμένων εντέρων.

Κοντά στο οπτικό λάιτ-μοτίφ υπάρχουν και δύο οπτικολεκτικά: ο αφηγητής Πολ Κράσνερ, γνωστός Αμερικανός αναρχικός (όχι με την έννοια που δίνουν στον όρο κάποιες ελληνικές εφημερίδες), κάθε τόσο στήνεται μπροστά στο φακό αμολώντας τους ποιητικούς αλλά δύσοσμους μύδρους του κατά του συστήματος, ενώ ο νέγρος Ρίτσαρντ Πράιαρ παραληρεί αυτοσχεδιαστικά κάνοντας υπαινιγμούς για το τι μπορεί να σημαίνει η «μαύρη δύναμη» αν δεν καναλιζάρεται αιωνίως.
Οι σφήνες της Τζόαν Μπαέζ, μιας σειράς άλλων καλλιτεχνών, καθώς και των σχεδίων του ίδιου του Πίντοφ δίνουν κάποιο σαφέστερο νόημα στον καταιγισμό των εικόνων και μοιάζουν σαν να προσπαθούν να βάλουν, με τη «μαγική» δύναμη της μουσικής, μια τάξη στο χάος. Έτσι, μέσα από τη δυσαρμονία γεννιέται μια παράξενη αρμονία και η ταινία μοιάζει τελικά μ' ένα είδος οπτικοποιημένης ποπ μουσικής.

Άλλωστε, ο Πίντοφ, πριν ασχοληθεί με το σινεμά ήταν μια αυθεντία της τζαζ και της μουσικής ποπ. Από τη μουσική πέρασε στη ζωγραφική κι από κει στο κινούμενο σχέδιο όπου έκανε μερικά πολύ ενδιαφέροντα πράγματα.

(Γνωρίζουμε μόνο τον Βιολιστή, όπου ο μουζικάντης αποφασίζει να παίζει μόνο φάλτσα διότι, όταν παίζει σωστά..., αρρωσταίνει, πράγμα που όπως φαίνεται το παθαίνει και ο Πίντοφ.) Ως φιλμοκατασκευαστής διαφημιστικών ταινιών, έκανε μια μικρή περιουσία που την έφαγε όλη παρέα με το λόχο των αναρχικών φίλων του, ή φτιάχνοντας ταινίες σαν το Κοτόπουλο, που το παραγέμισε με δυναμίτη και το σερβίρισε στους ανύποπτους αστούς το 1971, προκαλώντας πανικό σ' όσους γραβατωμένους έτυχε να το δουν τυχαία.

Πάντως, για τους προϊδεασμένους, το εν λόγω κοτόπουλο δεν είναι παρά ένα ουρλιαχτό που, εάν ήταν δυνατόν να γίνει ανθρώπινη λαλιά, θα έπρεπε να σημαίνει, πάνω-κάτω «Κάτω οι πάντες, κάτω και εγώ». Ο Πίντοφ πιστεύει μόνο στο σεξ: ο έρωτας είναι η μόνη γνήσια — και απελευθερωτική δύναμη που διαθέτει ο άνθρωπος, όπως δηλώνεται στο τέλος. Βέβαια, με θέσεις σαν την παραπάνω η «επανάσταση» δεν μπορεί να ξεπεράσει τα όρια της αμφισβήτησης και της χωρίς στόχο διαμαρτυρίας.»
«Το Βήμα», 20-10-1974.

«Αντιπροσωπευτική ταινία του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου, η ταινία του Πίντοφ ξεφεύγοντας απ' τα όρια κάποιου συγκεκριμένου κινηματογραφικού είδους προτείνει μια «νέα» — για την εποχή που γυρίστηκε — και αρκετά ενδιαφέρουσα αισθητική αντίληψη. Αναζητώντας ένα πρωτότυπο μοντέλο φιλμοκατασκευής κι επηρεασμένος απ' την ποπ μουσική και τέχνη, ο Πίντοφ καταργεί κάθε δομικό στοιχείο του κλασικού αφηγηματικού κινηματογράφου (σενάριο - πρωταγωνιστές - εξέλιξη της αφήγησης) και στρέφεται στην δημιουργία ενός οπτικοακουστικού, κατά κάποιον τρόπο, παιγνιδιού. Εικόνες ασύνδετες, ανεξάρτητες η μία από την άλλη, αυτοσχεδιασμός των ερασιτεχνών ηθοποιών, η κάμερα στον «ώμο» καταγράφει εικόνες, ενώ αρκετές φορές παρεμβάλλονται γνωστοί τραγουδιστές (Μπαέζ, Λέννον, Χέντριξ) που ερμηνεύουν τα τραγούδια τους, συνθέτοντας έτσι ένα γοητευτικό οπτικοακουστικό κολλάζ.

Παρ' όλη την αναρχική δομή της ταινίας, οι εικόνες και το μοντάζ αποκαλύπτουν ένα συνεκτικό μήνυμα: Κριτική στους θεσμούς, στον βιομηχανικό τρόπο παραγωγής, στην αστυνόμευση και στον αμερικανικό τρόπο ζωής. Ο παράλογος κόσμος της καταναλωτικής αμερικανικής κοινωνίας, μεταφορικά για τον Πίντοφ μοιάζει με κοτόπουλο γεμάτο δυναμίτη έτοιμο να εκραγεί. Απ' όλα αυτά εκείνο που απομένει είναι η πίστη του Πίντοφ στην τέχνη, στη μουσική και στο σεξ που απελευθερώνουν τις αισθήσεις και δίνουν στον άνθρωπο την ευκαιρία να σκεφτεί διαφορετικά.

Με το πέρασμα του χρόνου το Κοτόπουλο δυναμίτης έχει γίνει μια από τις πιο περιζήτητες cult-movies (ταινίες-λατρείας), ακριβώς γιατί καταγράφει μ' ένα αυθεντικό τρόπο το κλίμα της ότι αμφισβήτησης στην Αμερική του '68-'69.»
Συμμετέχουν
Τζόαν Μπαέζ
η ίδια
Λίντα Boyce
η ίδια
Τζιμ Μπάκλεϊ
ο ίδιος
Ρον Κάρεϊ
ο ίδιος
Λέοναρντ Κόεν
ο ίδιος
Μάρσαλ Έφρον
ο ίδιος
Τζέι Γκάρνερ
ο ίδιος
Πολ Krassner
ο ίδιος
Τζων Λένον
ο ίδιος
Πήτερ Μάξγουελ
ο ίδιος
iShow.gr - Ο κόσμος της Showbiz
ΑΪΣΟΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ INTERNET Μ.ΙΚΕ
Επικοινωνία: press@ishow.gr
Τηλ. 211-4100551