Υπόθεση
Επιστημονική Φαντασία
Περιπέτεια
Εδώ και χρόνια, υπάρχουν καταγεγραμμένες υποθέσεις θεάσεων Α.Τ.Ι.Α. (Άγνωστης Ταυτότητας Ιπτάμενων Αντικειμένων) ανά την υφήλιο – Μπουένος Άιρες, Σεούλ, Γαλλία, Γερμανία, Κίνα. Όμως το 2011 τα πράγματα θα πάρουν άλλη τροπή όταν αυτό που ξεκίνησε ως απλή “θέαση”, θα εξελιχθεί σε μια τρομακτική πραγματικότητα… Η Γη δέχεται αμείλικτη επίθεση από εξωγήινες δυνάμεις. Κι ενώ όλοι παρακολουθούν τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου να πέφτουν η μία μετά την άλλη, το Λος Άντζελες γίνεται το τελευταίο οχυρό, σε μια μάχη που η ανθρωπότητα ποτέ δεν περίμενε. Τώρα, το μέλλον εξαρτάται από έναν πεζοναύτη λοχία (Άαρον Έκχαρτ) και τη διμοιρία του… Θα καταφέρουν άραγε να τραβήξουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ανθρωπότητα και έναν πανίσχυρο εχθρό που κανείς δεν έχει ξαναδεί όμοιό του;
Πληροφορίες
Ειδικά εφέ, εξωγήινοι μαχητές, βομβαρδισμοί και δράση που κόβουν την ανάσα, από τον Τζόναθαν Λίμπεσμαν, έναν πραγματικό μετρ των καταστροφών!
Η ταινία
Ένα πραγματικό γεγονός εξελίσσεται σε ταινία επιστημονικής φαντασίας
Τη νύχτα μεταξύ 24 και 25 Φεβρουαρίου 1942, κι ενώ η Αμερική βρίσκεται σε επιφυλακή μετά το βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ, το Λος Άντζελες δέχεται αεροπορική επιδρομή. Η 37η Ταξιαρχία Πυροβολικού Ακτών αντεπιτίθεται, στέλνοντας περισσότερα από 1400 αντιαεροπορικά βλήματα προς την κατεύθυνση του εχθρού, όμως κανένα από αυτά δε βρίσκει το στόχο του. Το μυστήριο παραμένει άλυτο ακόμα και σήμερα, αφού κανείς δε μπορεί να εξηγήσει την προέλευση και το είδος των σκαφών αυτών. Λέγεται μάλιστα ότι, λίγο αργότερα από το περιστατικό, ο Στρατηγός Μάρσαλ ανακοίνωσε την ανεύρεση ενός σκάφους αγνώστου ταυτότητας στην παραλία της Καλιφόρνια, το οποίο «δεν ήταν γήινης προέλευσης».
«Το φιλμ ‘Παγκόσμια Εισβολή’ είναι ακριβώς το είδος της ταινίας που λατρεύω να βλέπω στον κινηματογράφο και που πάντα ονειρευόμουν να σκηνοθετήσω» λέει ο Τζόναθαν Λίμπεσμαν. Το πρωτότυπο σενάριο του Κρις Μπερτολίνι συνδυάζει στην πράξη δύο ιστορίες: την απόβαση των εξωγήινων στη γη και την εξέλιξη μιας ακραίας μάχης με τους ανθρώπους, όπως την παρακολουθούμε μέσα από την ανθρώπινη οπτική γωνία. Αυτή η τελευταία λεπτομέρεια κέρδισε τον Νιλ Μόριτζ όταν διάβασε το σενάριο. «Πρόκειται για μια εκ των έσω ματιά σε μία ομάδα νεαρών ανθρώπων, που προσπαθούν να σώσουν τη χώρα τους από μια εξωγήινη απειλή» λέει ο παραγωγός.
Ο Τζόναθαν Λίμπεσμαν δεν επιλέχθηκε τυχαία για τη θέση του σκηνοθέτη: προτού του ανατεθεί το έργο, βγήκε στους δρόμους του LA με μία βιντεοκάμερα, κινηματογράφησε αρκετές σκηνές, στη συνέχεια έμαθε τα κατάλληλα προγράμματα στον υπολογιστή για να εισάγει εξωγήινους χαρακτήρες στα πλάνα του και τελικά έφτιαξε ένα σύντομο κλιπ όπου παρουσίαζε ακριβώς το όραμα του για το φιλμ. «Ο Τζόναθαν, με βάση τη μέχρι τώρα δουλειά του, δεν ήταν η προφανής επιλογή για τη συγκεκριμένη ταινία. Όταν όμως είδα το reel που ετοίμασε, είπα στον εαυτό μου ‘Aυτό ακριβώς θα έπρεπε να κάνει κάθε σκηνοθέτης’.Οποιοσδήποτε είναι σε θέση να καταθέσει τόση ενέργεια για μια δουλειά που δεν του έχει καν ανατεθεί είναι σίγουρα ένας επαγγελματίας με τον οποίο θέλαμε να συνεργαστούμε».
Οι πεζοναύτες
Η τελευταία γραμμή άμυνας της ανθρωπότητας απέναντι στους εξωγήινους είναι το 2ο Τάγμα 5ου Σώματος Πεζοναυτών – εν συντομία 2/5 – που έχει ως βάση το Στρατόπεδο Πέντλτον. Για να επανδρωθεί κινηματογραφικά μια τέτοια ομάδα ανδρών, έπρεπε να βρεθούν ηθοποιοί ικανοί να πείσουν ότι πράγματι θα μπορούσαν να συμμετέχουν σε μία τέτοια αναμέτρηση. Το πρώτο κομμάτι στο παζλ των πεζοναυτών ήταν φυσικά ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Λοχία Ναντζ, τον οποίο τελικά ανέλαβε ο Άαρον Έκχαρτ, «ένας από τους πιο απίστευτους σύγχρονους ηθοποιούς» όπως τον αποκαλεί ο Λίμπεσμαν. «Είναι γενναιόδωρος συνεργάτης και αφιερώνεται πλήρως στο ρόλο του. Ο χαρακτήρας του Ναντζ είναι σκληρός και απροσπέλαστος. Δε μπορώ να φανταστώ άλλον ηθοποιό που θα αναλάμβανε το συγκεκριμένο ρόλο και θα τον έκανε τόσο πλούσιο και πολύπλοκο» συνεχίζει ο σκηνοθέτης. Πριν ξεκινήσει η παραγωγή, ο Έκχαρτ και ο Λίμπεσμαν πραγματοποίησαν ένα μονοήμερο γύρισμα που θα έθετε τις βάσεις για το ύφος της όλης παραγωγής. «Μου είπε ότι θα με χρειαστεί για μια μέρα, δεν είχα ιδέα για ποιον ακριβώς λόγο» θυμάται ο Έκχαρτ. «Δεν πίστευα στα μάτια μου: είχαμε στολές, όπλα, ελικόπτερα, τζιπ, ήταν απίστευτο. Ο Τζόναθαν είχε ένα αδιαπραγμάτευτο όραμα για την ταινία». Για την πρώτη του ταινία επιστημονικής φαντασίας, ο Έκχαρτ χρειάστηκε να μπει σε εντατικό πρόγραμμα γυμναστικής και έμαθε τα πάντα γύρω από τα όπλα, ακολουθώντας την εκπαίδευση του στρατιωτικού συμβούλου του έργου, Τζιμ Ντέβερ. Το ίδιο βέβαια ίσχυσε και για τους συμπρωταγωνιστές του: τον Ραμόν Ροντρίγκεζ, που υποδύεται τον Υπολοχαγό Γουίλιαμ Μαρτίνεζ, το βραβευμένο με Grammy καλλιτέχνη της R&B Νε-Γιο, που υποδύεται το δεκανέα Σπεκς, και βέβαια τη Μισέλ Ροντρίγκεζ, που αναλαμβάνει το ρόλο της Λοχία Ελένα Σάντος.
Η στρατιωτική εκπαίδευση
Για να μπουν πραγματικά οι ηθοποιοί στους ρόλους των πεζοναυτών, η παραγωγή προγραμμάτισε μια εντατική εκπαίδευση τριών εβδομάδων, κοντά σε εν ενεργεία αλλά και βετεράνους πεζοναύτες. Ο Τζιμ Ντέβερ εξηγεί τη διαδικασία εκπαίδευσης: «Τη χωρίσαμε σε τρεις φάσεις. Την πρώτη εβδομάδα ήταν η φάση της σωματικής προετοιμασίας, με παράλληλα μαθήματα για την ιστορία των πεζοναυτών και τις εντολές που χρησιμοποιούν. Τη δεύτερη εβδομάδα μεταφερθήκαμε στο στρατόπεδο Μίντον και μείναμε για πέντε μέρες στην ύπαιθρο: ο καθένας ήταν υπεύθυνος για τον εξοπλισμό του, για το στήσιμο της σκηνής του κ.λπ., ξεκινούσαμε στις 5.30 το πρωί με γυμναστική και συνεχίζαμε με όλα όσα πρέπει να ξέρει ένας πεζοναύτης, από το πώς να φοράει τον εξοπλισμό του μέχρι το πώς να χρησιμοποιεί τα όπλα του. Στην τρίτη φάση δοκιμάσαμε τις συνθήκες επίθεσης, πώς κινείσαι και πώς επικοινωνείς με τους άλλους». «Λειτουργήσαμε σαν πραγματική ομάδα πεζοναυτών, ο καθένας είχε το βαθμό του: εγώ ήμουν ο επικεφαλής λοχίας και έδινα διαρκώς διαταγές, σε σημείο να με μισήσουν» λέει ο Έκχαρτ. «Τρώγαμε συγκεκριμένες ποσότητες σε συγκεκριμένες ώρες, κοιμόμασταν όλοι μαζί σε σκηνές και κυρίως μάθαμε πώς να χειριζόμαστε τα όπλα αλλά και πώς να κινούμαστε στο χώρο. Ήταν σα να κάναμε πρόβες για τρεις εβδομάδες». «Μετά από αυτή την εκπαίδευση, αισθάνομαι πολύ μεγαλύτερο σεβασμό για τους πεζοναύτες. Μόνο η στολή και ο βασικός εξοπλισμός που πρέπει να κουβαλάνε ζυγίζουν γύρω στα 35 κιλά. Αν προσθέσεις σε αυτά άλλα 25 κιλά για το όπλο και το σακίδιο, συν το κράνος και τις μπότες, καταλαβαίνεις ότι δεν είναι καθόλου εύκολο» περιγράφει ο Ραμόν Ροντρίγκες. «Η στρατιωτική εκπαίδευση πάντως ήταν ίσως το καλύτερο κομμάτι της ταινίας. Μας επέτρεψε να δεθούμε μεταξύ μας σα να ήμασταν μια πραγματική διμοιρία. Και μέσα από αυτή τη διαδικασία νομίζω ότι ο καθένας βρήκε το ρόλο του».
Οι πολίτες
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του έργου παίζουν και οι απλοί πολίτες που βρίσκονται ξαφνικά παγιδευμένοι από τις εξωγήινες δυνάμεις. Ένας από αυτούς είναι η Μισέλ, μία κτηνίατρος που έχει έρθει να περάσει ένα ειρηνικό απόγευμα με τις δύο ανιψιές της. Για το ρόλο, ο Λίμπεσμαν αναζητούσε μία ηθοποιό ταυτόχρονα ευάλωτη αλλά και δυναμική, και η Μπρίτζετ Μόναχαν ταίριαζε ιδανικά στη συγκεκριμένη περιγραφή. «Το καλό με τη Μπρίτζετ είναι η λιτή της ομορφιά, σαν το κορίτσι της διπλανής πόρτας, που δεν σε αποσπά από την ένταση του ρόλου» λέει ο παραγωγός Νιλ Μόριτζ. Η Μόναχαν ομολογεί ότι κατάλαβε αμέσως το όραμα του Λίμπεσμαν βλέποντας την παρουσίαση που είχε ετοιμάσει με τον Έκχαρτ, και μπήκε κατευθείαν στο ρόλο της αναγνωρίζοντας τα βασικά του κίνητρα. «Ο χαρακτήρας μου πρέπει οπωσδήποτε να σώσει αυτά τα δύο παιδιά. Ακριβώς επειδή δεν είναι δικά της, αισθάνεται ακόμα μεγαλύτερη ευθύνη απέναντί τους» εξηγεί η ηθοποιός. Σε αντίστοιχη κατάσταση με τη Μισέλ βρίσκεται και ο Ρινκόν, ένας πατέρας που βρίσκεται επίσης εγκλωβισμένος στις γραμμές του εχθρού, μαζί με το γιο του, Έκτορ. Το ρόλο ανέλαβε ο Μάικλ Πένια. «Είναι εκπληκτικός» λέει ο σκηνοθέτης για τον Πένια. «Παίζει το ρόλο του με τέτοιο πάθος που γίνεται πιο συγκινητικός από οτιδήποτε θα μπορούσαμε να είχαμε φανταστεί. Οι θεατές αισθάνονται ότι τόσο ο Μάικλ όσο και η Μπρίτζετ θα πέθαιναν κυριολεκτικά για χάρη αυτών των παιδιών».
Η μάχη ξεκινά: γυρίσματα και οπτικά εφε
«Αυτή είναι ίσως η πιο απαιτητική σωματικά ταινία που έχω κάνει ποτέ» λέει ο βετεράνος παραγωγός Νιλ Μόριτζ. «Οι ηθοποιοί κάλυψαν μόνοι τους το μεγαλύτερο μέρος των επικίνδυνων σκηνών και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ήταν σα να συμμετείχαν πραγματικά σε έναν πόλεμο». «Στόχος μας ήταν να βάλουμε τους θεατές στη θέση των πεζοναυτών, να γίνουν ένα με το τάγμα μας και να νιώσουν πραγματικά πώς είναι να έρχεσαι αντιμέτωπος με μια άγνωστη δύναμη που δεν είχες ποτέ σου φανταστεί» εξηγεί ο Λίμπεσμαν. Θέλοντας να διατηρήσει ακέραια την ένταση σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, ο σκηνοθέτης απευθύνθηκε στον έμπειρο διευθυντή φωτογραφίας Λούκας Έτλιν, που με τη σειρά του οργάνωσε μια απίστευτη ομάδα από κάμερες: πάνω σε φορτηγά, κάτω από αυτοκίνητα, πίσω από σπασμένα τζάμια, πάνω σε ελικόπτερα, μέσα σε νερό και φωτιά, ο Έτλιν κάλυψε τη δράση από κάθε πιθανή οπτική γωνία.
Ο υπεύθυνος των οπτικών εφέ Έβερετ Μπάρελ ήρθε να συμπληρώσει την αίσθηση της μάχης με τη βοήθεια της τεχνολογίας, προσθέτοντας καπνό, φωτιά και κάθε δυνατή εικόνα καταστροφής στα πλάνα του Λίμπεσμαν. Αυτό όμως ήταν μόνο η αρχή... Ο Μπάρελ και η ομάδα του, σε στενή συνεργασία με το σκηνοθέτη, έπρεπε επίσης να δημιουργήσουν και τους εξωγήινους εισβολείς. «Είναι πάντα δύσκολο να καταλήξεις σε ένα σχέδιο γιατί οι πιθανότητες είναι αμέτρητες. Δεν θέλαμε να καταφύγουμε σε εικόνες εξωγήινων παρόμοιες με αυτές που έχουμε δει στο παρελθόν. Γι’ αυτό εστιάσαμε σε εικόνες της φύσης: βλέποντας ντοκιμαντέρ του National Geographic, παρατηρώντας περίεργα έντομα και θαλάσσιους οργανισμούς, σταδιακά σχηματίσαμε την τελική εικόνα των εξωγήινών μας» εξηγεί ο Μπάρελ. Εκτός από τα εξωγήινα όντα που δημιουργήθηκαν εξ’ ολοκλήρου στον υπολογιστή, κατασκευάστηκε επίσης και ένας ρεαλιστικός εξωγήινος σε πραγματικές διαστάσεις, με ύψος 2,4 μέτρα και ένα πλοκάμι 6 μέτρων να κρέμεται από το πόδι του. Γιατί, όπως παρατηρεί ο Μπάρελ, «ένας πραγματικός εξωγήινος είναι ο καλύτερος τρόπος για να πάρεις τις σωστές αντιδράσεις από τους ηθοποιούς, στις σκηνές όπου έρχονται σε στενή επαφή μεταξύ τους».