Μεταξύ 1974, μετά την απόπειρα δολοφονίας ενός Βρετανού επιχειρηματία στο Λονδίνο, και 1994, οπότε και συνελήφθη στο Χαρτούμ, ο Κάρλος έζησε πολλές ζωές, με πολλά ψευδώνυμα, καταφέρνοντας να ελιχθεί στον περίπλοκο πολιτικό ιστό της εποχής του.
Η ταινία διηγείται την ιστορία ενός επαναστάτη διεθνιστή, που χειραγώγησε και χειραγωγήθηκε, που παρασύρθηκε από τα ρεύματα της σύγχρονης ιστορίας και της προσωπικής του μανίας. Μαζί του θα ταξιδέψουμε μέχρι το τέλος του δρόμου του, στο Σουδάν, όπου η ισλαμική δικτατορία που παλαιότερα του είχε προσφέρει την προστασία της, θα τον παραδώσει στις Γαλλικές αρχές.
Ένας άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις, εξίσου βίαιος με τις εποχές που εκπροσωπεί και ένα πραγματικό αίνιγμα. Αυτό ακριβώς το αίνιγμα θα προσπαθήσουμε να εξιχνιάσουμε... ή τουλάχιστον ένα κομμάτι του.
Πληροφορίες
Υποψήφια ταινία για 2 Χρυσές Σφαίρες και 1 Βραβείο SAG, για την μίνι σειρά που προβλήθηκε το 2010:
2 ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΧΡΥΣΗ ΣΦΑΙΡΑ:
ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΗΛΕΤΑΙΝΙΑ Ή ΜΙΝΙ ΣΕΙΡΑ
Α’ ΑΝΔΡΙΚΟΥ ΡΟΛΟΥ (ΤΗΛΕΤΑΙΝΙΑ Ή ΜΙΝΙ ΣΕΙΡΑ) – ΕΝΤΓΚΑΡ ΡΑΜΙΡΕΖ
1 ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΑ ΒΡΑΒΕΙΑ SAG:
Α’ ΑΝΔΡΙΚΟΥ ΡΟΛΟΥ ΣΕ ΤΗΛΕΤΑΙΝΙΑ – ΕΝΤΓΚΑΡ ΡΑΜΙΡΕΖ
EUROPEAN FILM AWARDS:
MONTAZ – ΛΙΚ ΜΠΑΡΝΙΕ, ΜΑΡΙΟΝ ΜΟΝΙΕ
Η ταινία CARLOS διηγείται την ιστορία του Ίλιτς Ραμίρεζ Σάντσες, του ανθρώπου που επί δύο δεκαετίες υπήρξε ένας από τους πιο διαβόητους καταζητούμενους τρομοκράτες του πλανήτη.
Ποιος όμως, ήταν ο Κάρλος; Πώς κατάφερε να συνδυάσει τις πολλαπλές ταυτότητές του; Ποιος ήταν πριν αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι σε αυτό τον αέναο αγώνα; Αυτά είναι τα ερωτήματα που αποτέλεσαν τους δομικούς λίθους της ιστορίας.
Όντας ένας πραγματικός μύθος, ο Κάρλος αποτέλεσε την κεντρική φυσιογνωμία της διεθνούς τρομοκρατίας τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, από τον προ-Παλαιστινιακό ακτιβισμό μέχρι τον Ιαπωνικό Κόκκινο Στρατό. Υπήρξε ταυτόχρονα οπαδός της ακροαριστεράς και οπορτουνιστής μισθοφόρος των πανίσχυρων μυστικών υπηρεσιών της Μέσης Ανατολής. Σχημάτισε τη δική του οργάνωση, με βάση πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα και υπήρξε ιδιαίτερα ενεργός κατά τα τελευταία έτη του Ψυχρού Πολέμου.
Η ταινία βασίζεται σε ιστορικά και δημοσιογραφικά ντοκουμέντα. Παρόλα αυτά, στη ζωή του Κάρλος υπάρχουν πολλές «σκοτεινές» περίοδοι, για τις οποίες έχουν γίνει πάρα πολλές εικασίες. Η ταινία συνεπώς, είναι μια δραματοποιημένη ιχνηλασία δύο δεκαετιών της ζωής ενός από τους πιο διαβόητους διεθνείς τρομοκράτες της σύγχρονης εποχής.
[[page_break]]
Στα ίχνη του Κάρλος
Για να είμαι ειλικρινής, ποτέ μου δεν φαντάστηκα ότι θα μου δινόταν η ευκαιρία να κάνω μια ταινία για την οποία είχα τόσο ολοκληρωμένη εικόνα τόσο νωρίς. Παρά την αμέριστη υποστήριξη και εμπιστοσύνη που είχα εξαρχής από τους παραγωγούς μου, πίστευα ότι – όπως συμβαίνει πολύ συχνά – θα «έκοβαν τα φτερά» του Κάρλος που ήθελα να δημιουργήσω και ότι στο τέλος η ταινία δεν θα γυριζόταν επειδή ακριβώς δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε σε κάποια βασικά θέματα, που κατ’ εμέ ήταν αδιαπραγμάτευτα. Μεταξύ αυτών ήταν και η διάρκεια της ταινίας – η οποία αποτελούσε πολύ κρίσιμο παράγοντα για τη σωστή αναπαράσταση της πολυπλοκότητας της εποχής και των όσων διαδραματίζονταν τότε. Ένα ακόμα πολύ σημαντικό θέμα ήταν ότι ήθελα οι πρωταγωνιστές να μιλούν στη μητρική τους γλώσσα για να προσδώσω αυτή την ιδιάζουσα αίσθηση της διεθνούς τρομοκρατίας εκείνης της εποχής. Δεν ήθελα να χρησιμοποιήσω διάσημους ηθοποιούς. Θα μπορούσε ένας Γάλλος να ενσαρκώσει τον Κάρλος; Θα ήταν παράλογο! Επίσης, επέμενα να έχουμε ένα διεθνές καστ – ήταν πολύ σημαντικό τους Νοτιο-Αφρικανούς να τους ενσαρκώσουν Νοτιο-Αφρικανοί, τους Λιβανέζους, Λιβανέζοι, τους Γερμανούς, Γερμανοί και τους Σύριους, Σύριοι, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε ότι θα έπρεπε να αναζητήσουμε ηθοποιούς σε Παρίσι, Βερολίνο, Βηρυτό, Μαδρίτη, Δαμασκό, Αμμάν και Χαρτούμ ταυτόχρονα.
Επίσης ήθελα να γυρίσουμε τη μίνι τηλεοπτική σειρά και την κινηματογραφική ταινία ταυτόχρονα, με το συνεργείο που χρησιμοποιώ πάντα. Το εντυπωσιακό είναι ότι ξεπερνούσαμε το ένα εμπόδιο μετά το άλλο και τη μία αντιξοότητα μετά την άλλη – τελικά η πίστη που είχα στην ταινία ήταν μεταδοτική.
Την τελική βερσιόν του σεναρίου την έγραψα σχετικά γρήγορα – σχεδόν πυρετωδώς – δίνοντάς την ανά τακτά χρονικά διαστήματα στον Νταν Φρανκ για διορθώσεις και σχόλια. Έγραφα σε αεροπλάνα, τρένα, δωμάτια ξενοδοχείων – κάτι που δεν έχω ξανακάνει ποτέ. Μετά, συνέχιζα την έρευνά μου, ζητούσα από τον Στίβεν Σμιθ να μου «φωτίσει» διάφορα σημεία και μετά συνέχιζα το γράψιμο.
Η σχεδόν τελική βερσιόν ήταν έτοιμη από πολύ νωρίς, Οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν μέχρι το τέλος ήταν πολύ λίγες και έγιναν κυρίως για να ενημερωθεί η ιστορία σύμφωνα με τις νέες πληροφορίες που συλλέγαμε καθ’όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μάλιστα, πολλές φορές κάναμε αλλαγές σε σκηνές και την παραμονή του γυρίσματος.
Μια από τις βασικές ερωτήσεις από την αρχή ήταν η εναλλαγή μεταξύ αλήθειας και φαντασίας: χρησιμοποιείς κινηματογραφικά μέσα και συναίσθημα για να διαχειριστείς πραγματικά γεγονότα, προσπαθώντας παράλληλα να διατηρήσεις την ελευθερία της δημιουργίας. Προσπαθήσαμε να αντιμετωπίσουμε τη συγκεκριμένη πρόκληση όσο καλύτερα μπορούσαμε, βήμα-βήμα. Τα γεγονότα και οι μηχανισμοί της «καριέρας» του Κάρλος είναι όσο πιο ακριβή μπορούσαν να είναι, μιας και η έρευνά μας ήταν μακροσκελής, εξονυχιστική και διασταυρωμένη.
Και πάλι όμως, για λόγους δραματικής οικονομίας υπήρξαν κάποιοι περιορισμοί και απλουστεύσεις προκειμένου να αποδοθεί σωστά μια τόσο περίπλοκη και σκιώδης ιστορία που λαμβάνει χώρα μέσα σε δύο δεκαετίες.
Η εικόνα που θα διαμορφωθεί από την ταινία θα είναι όσο πιο αληθοφανής γίνεται καθώς βασίζεται σε γεγονότα και όχι σε δημοσιογραφικές φαντασίες. Η αλήθεια όμως, είναι ότι θα ήθελα ο τίτλος να είναι «CARLOS, A NOVEL» γιατί παρόλο που η ταινία είναι εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα, η διήγηση, οι επιλογές, ο ρυθμός και η διερευνητική προσέγγισή της καθώς και οι πιο προσωπικές όψεις του χαρακτήρα του Κάρλος είναι αποκυήματα της φαντασίας και του αινίγματος που τον περιβάλλει.
[[page_break]]
Ο Κάρλος είναι ένας σύγχρονος μύθος, ορατός κι όμως αόρατος, κατανοητός και όμως ακατανόητος, γνωστός και ταυτόχρονα άγνωστος. Από τη στιγμή που έκανε την εμφάνισή της μια αλήθεια, μια άλλη κρυφή αλήθεια ερχόταν να την αντικρούσει.
Η απήχηση του Κάρλος θα μπορούσε αναπόφευκτα να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για πολλές ακόμα ιστορίες πολύ διαφορετικές από τη δική μας. Ας πούμε ότι ο συγκεκριμένος ΚΑΡΛΟΣ δεν είναι τίποτα περισσότερο από την υποκειμενική μου ερμηνεία αυτού του μύθου, που όμως δεν αποκλείει καμία άλλη μελλοντική ανάγνωση.
Ο Κάρλος που είδα εγώ ήταν μια στρατευμένη πολιτικά προσωπικότητα - όπως πολλοί της γενιάς του – παθιασμένη από τους αγώνες που γίνονταν για την ελευθερία σε όλο τον κόσμο.
Εκείνη την εποχή, ο πόλεμος ήταν πραγματικός – στη Χιλή, στο Βιετνάμ, στη Μέση Ανατολή ακόμα και στην Ευρώπη - μεταξύ των δύο βασικών στρατοπέδων του Ψυχρού Πολέμου.
Ο Κάρλος όμως, πολύ σύντομα μεταμορφώθηκε από στρατευμένο σε κυνικό μισθοφόρο, ευημερώντας μέσα σε μια εποχή στην οποία οι πράξεις του μπορούσαν να ενδυθούν τον πολιτικό μανδύα που κάθε φορά τον εξυπηρετούσε, όσο συγκεχυμένες ή απαράδεκτες κι αν ήταν, ειδικά κατά τα «Χρόνια του Μολυβιού».
Είναι ένας άνθρωπος βίαιος, δολοφόνος, παθιασμένος με τα όπλα και την προσωπική του ανδρεία. Ταυτόχρονα όμως, είναι και ένας τυχοδιώκτης των καιρών του, που έφτασε στα όρια της ιστορίας – της ιστορίας της γενιάς του.
Εξετάζοντας κανείς τη γεμάτη ανατροπές και αντιξοότητες διαδρομή του, δεν μπορεί να αποφύγει μια περαιτέρω διερεύνηση του τι από αυτά είναι ανθρώπινο, ακόμα και στις πιο δύσκολες περιπτώσεις. Είναι ακριβώς αυτή η αλήθεια που εξηγεί τον χαρακτήρα και τις πράξεις του. Και αυτή η σκοπιά εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο αυτός πήρε σάρκα και οστά στη φαντασία της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – της γενιάς του Μάη του ’68, που πίστευε ότι η επανάσταση ήταν προ των πυλών και δεν θα ήταν παρά ένας βίαιος αγώνας.
Ο Κάρλος σε εκείνο τον πόλεμο ήταν στρατιώτης και πρέπει να θέσουμε τις πράξεις του στο σωστό πλαίσιο.
Όταν ο Ντανιέλ Λεκόντ επικοινώνησε μαζί μου και μου ζήτησε να διαβάσω κάποιες σελίδες που είχε γράψει για τη σύλληψη του Κάρλος στο Σουδάν και το ανθρωποκυνηγητό που εξαπέλυσε ο Στρατηγός Ροντό, αμέσως ένιωσα ότι κρατούσα τον σπόρο ενός συναρπαστικού και πρωτότυπου κινηματογραφικού θέματος, πράγμα που αμέσως μοιράστηκα μαζί του: η ιστορία του Κάρλος, η ιστορία της σύγχρονης τρομοκρατίας, ιδωμένη εκ των έσω. Αυτή την ιστορία πρότεινα εγώ. Μια ιστορία που θα βασιζόταν σε ιστορικά δεδομένα, τα οποία ανέλαβε να βρει ο Στίβεν Σμιθ και τα οποία, στο αρχικό τουλάχιστον στάδιο, περιείχαν αρκετά σκιώδη, αμφίσημα και αντιφατικά σημεία που ήμουν όμως, αποφασισμένος να διαλευκάνω σε συνεχή συνεργασία με τον Στίβεν. Και αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο.
[[page_break]]
Στην τελική μορφή της ιστορίας, την οποία μετέστρεψα σε σενάριο, κατέληξα μετά από συζητήσεις με τον Νταν Φρανκ, το δεξί μου χέρι από τα πρώτα στάδια της παραγωγής. Συγκεντρώναμε πληροφορίες, τις διασταυρώναμε συστηματικά και έτσι κάθε κομμάτι του παζλ έβρισκε με κάποιο τρόπο την προφανή, οργανική του θα λέγαμε θέση.
Θέλω να αποδώσω τα εύσημα στον Φαμπρίς ντε λα Πατελιέρ που μας εμψύχωσε - εμένα, τον Ντανιέλ Λεκόντ και τον Ραφαέλ Κοέν – όταν αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε πόσο ασυνήθιστο, μεγαλόπνοο και... απίθανο ήταν το συγκεκριμένο εγχείρημα. Όταν του είπαμε ότι μια ταινία δεν θα ήταν αρκετή και ότι θα έπρεπε να γυρίσουμε και δεύτερη και εν συνεχεία όταν επανήλθαμε και του είπαμε ότι θα έπρεπε να γυριστεί και τρίτη ταινία για να καλυφθεί επαρκώς το θέμα, εκείνος εξακολούθησε να πιστεύει σε εμάς. Πίστευε τόσο πολύ στην ταινία που ό,τι κι αν γινόταν, όσα κύματα κι αν έπρεπε να περάσουμε κι όσες αντιξοότητες να αντιμετωπίσουμε – και πιστέψτε με ήταν πολλές! – άξιζε να μην το βάλουμε κάτω.
Πρέπει να οριοθετήσουμε τις γεωπολιτικές εντάσεις μιας εποχής που δεν διαφέρει και πολύ από τους καιρούς μας, κατά την οποία η διαχωριστική γραμμή μεταξύ διπλωματίας και κοινού δικαίου ήταν εξαιρετικά λεπτή.
Ξεκίνησα τη συγγραφή του σεναρίου το 2007, με μια μικρή διακοπή για τα γυρίσματα της ταινίας SUMMER HOURS. Ως εκ τούτου, το σενάριο ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2008.
Αυτό σήμαινε ότι μπορούσαμε να ξεκινήσουμε τη φάση της προετοιμασίας το φθινόπωρο. Η διαδικασία αυτή ήταν δύσκολη και χαοτική – ένα ναρκοπέδιο γεμάτο οικονομικούς περιορισμούς, αποχωρήσεις συνεργατών, σπαζοκεφαλιές κυρίως γεωγραφικής φύσης – δεδομένου ότι το πρόγραμμά μας περιλάμβανε δέκα περίπου διαφορετικές χώρες και περισσότερους από 120 ηθοποιούς που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες. Κανείς μας δεν είχε αντιμετωπίσει ποτέ κάτι τόσο περίπλοκο. Τα πράγματα τελικά, μπήκαν στη θέση τους όταν εγκαινιάστηκε η συνεργασία με τους Γερμανούς. Βέβαια, ακόμα και τότε υπήρξαν σκαμπανεβάσματα.
Μια μέρα θυμάμαι, υποτίθεται ότι θα γυρίζαμε σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Πήγαμε λοιπόν, στήσαμε για το γύρισμα και την επομένη το πρωί ανακαλύψαμε ότι έπρεπε να πάμε σε άλλη τοποθεσία. Έτσι φύγαμε και ξεκινήσαμε πάλι από το μηδέν. Έχοντας ξεκινήσει από το Παρίσι, τελικά καταλήξαμε στη Δυτική Γερμανία, κάπου μεταξύ Λειψίας και Νάουμπουργκ - περίεργες περιοχές μιας και έχουν εκκενωθεί από τον ενεργό πληθυσμό τους.
Στο Χάλλε συγκεκριμένα, τα γυρίσματα έγιναν στο πρώην αρχηγείο της αστυνομίας, όπου τα εν αχρηστία κελιά της Stasi είχαν χρησιμοποιηθεί και από τους Ναζί.
Στην ίδια πόλη, χρησιμοποιήσαμε έναν εκθεσιακό χώρο για να αναπαραστήσουμε τα γραφεία του ΟΠΕΚ. Αυτό σήμαινε ότι οι ηθοποιοί και οι κομπάρσοι που έπρεπε να έρθουν από όλο τον κόσμο για να αναπαραστήσουν τους εκπροσώπους στο Υπουργικό συμβούλιο, χρειάστηκε να κάνουν πολύ μεγάλο ταξίδι. Μετά από μια επίπονη και ατελέσφορη αναζήτηση κατάλληλων τοποθεσιών για γυρίσματα στο Μαρόκο, καταλήξαμε στο Λίβανο για αρκετές από τις σκηνές που διαδραματίζονται στη Μέση Ανατολή.
Αναγκαστήκαμε να αναπαραστήσουμε ολόκληρες πόλεις – τη Βηρυτό, τη Δαμασκό, την Τρίπολη, τη Βαγδάτη – αλλά και εσωτερικούς χώρους για τις σκηνές που διαδραματίζονται στο Άντεν και το Χαρτούμ. Το πλεονέκτημα που προσέφερε ο Λίβανος σε σχέση με το Μαρόκο ήταν ότι γεωγραφικά τοποθετείται στην περιοχή που δρούσε ο Κάρλος, συνεπώς είχαμε ευκολότερη πρόσβαση σε Λιβανέζους, Σύριους, Ιορδανούς, Ιρακινούς, Σουδανούς, Λιβύους, Αλγερινούς ηθοποιούς. Υπήρχε όμως και ένα σημαντικό μειονέκτημα: η έλλειψη υποδομών. Στο Λίβανο γυρίζονται λίγες ταινίες και όσες γυρίζονται σίγουρα δεν είναι ταινίες εποχής, διεθνών προδιαγραφών. Ως εκ τούτου ήμασταν υποχρεωμένοι να εφευρίσκουμε τα πάντα. Οφείλω να ομολογήσω ότι τα καταφέραμε χάρη στην πολύτιμη βοήθεια των Λιβανέζων συνεργατών μας, οι οποίοι παρόλο που κατακλύζονταν από τον όγκο δουλειάς δοκιμάζοντας τα όρια της αντοχής τους, δεν το έβαλαν κάτω ούτε στιγμή. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω τον αερολιμένα της Βηρυτού, που μας παραχώρησε τους αεροδιαδρόμους του για τα γυρίσματα καθώς και το τελευταίο εν ενεργεία DC-9s - ο συγκεκριμένος τύπος αεροσκάφους είχε χρησιμοποιηθεί στο περιστατικό ομηρείας των εκπροσώπων του ΟΠΕΚ στη Βιέννη.
Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο αεροσκάφος εκτελεί μέχρι σήμερα το επικίνδυνο δρομολόγιο μεταξύ Κιέβου και Βηρυτού, οι ιθύνοντες είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας το παραχωρήσουν για τα γυρίσματα. Αυτό ήταν υπέροχο και ταυτόχρονα ιδιαίτερα αγχωτικό. Υπέροχο γιατί αν δεν μας το είχαν παραχωρήσει, δεν θα είχαμε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκάφους, αλλά και αγχωτικό γιατί κάθε 48 ώρες το αεροσκάφος αναχωρούσε για τις προγραμματισμένες πτήσεις του «παγώνοντας» τα γυρίσματα για μία εβδομάδα και αφήνοντας τις σκηνές ημιτελείς. Και αυτό συνεχίστηκε για έναν μήνα.
Προς τα τέλη των γυρισμάτων, πιστέψαμε ότι θα μπορούσαμε να γυρίσουμε κάποιες σκηνές στην Υεμένη και το Σουδάν.
[[page_break]]
Μετά από τις αρχικές μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις με την Πρεσβεία της Υεμένης και τις επίπονες διαβουλεύσεις που ακολούθησαν με τους κρατικούς αξιωματούχους, τελικά καταφέραμε αυτό που μόνο ο Παζολίνι είχε καταφέρει τη δεκαετία του ’70 με το ARABIAN NIGHTS: να μας χορηγηθεί άδεια γυρισμάτων στο Άντεν και στη Σαναά. Η τύχη μας όμως, δεν διήρκεσε για πολύ. Μία εβδομάδα πριν αναχωρήσουμε για την Υεμένη, μας ενημέρωσε το Υπουργείο Εξωτερικών της Γαλλίας και η Γαλλική Πρεσβεία ότι η άδεια ανακλήθηκε. Έτσι, μέσα σε λιγότερο από μία εβδομάδα έπρεπε να βρούμε στο Λίβανο τις κατάλληλες τοποθεσίες για να κάνουμε τα γυρίσματα που θα γίνονταν στην Υεμένη. Αυτό ήταν πραγματικά, ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου.
Η κακή μας τύχη συνεχίστηκε όταν οι Σουδανοί αρνήθηκαν να προσφέρουν τη βοήθειά τους σε μια γαλλική κινηματογραφική παραγωγή, δεδομένου ότι σε βάρος του Προέδρου τους, Ομάρ Αλ-Μπασίρ, εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης για εγκλήματα πολέμου στο Νταρφούρ από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Έτσι, αναγκαστήκαμε να «αναπαραστήσουμε» και την Αφρική στην Βηρυτό.
Τα προβλήματα δεν σταμάτησαν εκεί. Ένας από τους Σύριους ηθοποιούς μας, φοβήθηκε λόγω της πολιτικής φύσης της ταινίας και παραχώρησε μια συνέντευξη Τύπου στη Δαμασκό στην οποία ανακοίνωσε ότι παραιτείται της διεθνούς αναγνώρισης που θα του προσέφερε η συμμετοχή του στην ταινία CARLOS, προκειμένου να μην συνδεθεί με ένα αντι-Συριακό project. Η συγκεκριμένη ενέργεια έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο τους υπόλοιπους ηθοποιούς του καστ που βρίσκονταν στη Δαμασκό.
Ένας άλλος Σουδανός ηθοποιός, τον οποίο γνωρίσαμε στη Συρία, επανέλαβε τις ίδιες θέσεις στο Χαρτούμ και κατά συνέπεια αποχώρησε. Όσοι δε, ηθοποιοί είχαν το σθένος να τιμήσουν τη δέσμευσή τους έναντι της ταινίας, μπήκαν σε μαύρη λίστα και τους απαγορεύτηκε η έξοδος από τη χώρα. Κάπως έτσι, την παραμονή των γυρισμάτων των σκηνών τους βρεθήκαμε χωρίς Σουδανούς ηθοποιούς. Ο Ερίκ Εμπουανέ (Χασάν Αλ-Τουράμπι), με τον οποίο είχαμε συμφωνήσει στο Παρίσι την προηγούμενη νύχτα, μόλις που πρόλαβε να μπει στο αεροπλάνο και να έρθει για το γύρισμα.
Για τους υπόλοιπους ρόλους, τελικά επιλέξαμε μεταξύ των κομπάρσων που είχαμε από τη Σουδανέζικη κοινότητα του Λιβάνου, πολλοί εκ των οποίων ήταν πολιτικοί πρόσφυγες. Ο ρόλος όμως, που μας δυσκόλεψε περισσότερο ήταν αυτός του γυναικολόγου. Την ημέρα που έπρεπε να ξεκινήσουν τα γυρίσματα των σκηνών του, εμείς δεν είχαμε καταφέρει ακόμα να βρούμε αντικαταστάτη. Τότε λοιπόν, η Λιβανέζα ενδυματολόγος μας, πρότεινε τον οδοντίατρό της. Δεδομένου ότι δεν είχαμε άλλη επιλογή δεχτήκαμε να τον δοκιμάσουμε και παρεμπιπτόντως ήταν εξαιρετικός.
[[page_break]]
Αργότερα, το 2009 καταφέραμε να γυρίσουμε κάποια πλάνα τοπίων στο Χαρτούμ και στο Άντεν, χωρίς ηθοποιούς, τα οποία και χρησιμοποιήσαμε στο μοντάζ ως φόντο.
Τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν τέλη Ιανουαρίου στο Λονδίνο και ολοκληρώθηκαν υπό την ασφυκτική ζέστη του λιβανέζικου καλοκαιριού την παραμονή της Ημέρας της Βαστίλης, με μια διακοπή τριών εβδομάδων ώστε ο Έντγκαρ Ραμίρεζ να πάρει τα επιπλέον κιλά που απαιτούνταν για τις τελευταίες σκηνές.
Επίσης, τα γυρίσματα συνέπεσαν με τις εθνικές εκλογές στο Λίβανο, αλλά ευτυχώς δεν επικράτησε το χάος που φοβόμασταν.
Συνολικά χρειαστήκαμε 92 ημέρες: πολλές και ταυτόχρονα λίγες. Είναι σίγουρα περισσότερες απ’ όσες απαιτούνται για τα γυρίσματα μιας κανονικής ταινίας, αλλά εμείς γυρίσαμε ουσιαστικά τρεις, αφιερώνοντας τριάντα ημέρες στην κάθε μία. Αν λοιπόν λάβουμε υπόψη τις μετακινήσεις, τις σκηνές δράσεις και την πολυπλοκότητα που συνεπάγονται οι ιστορικές αναπαραστάσεις, καταλήγουμε ότι ο χρόνος που χρειαστήκαμε ήταν τελικά λίγος.
Όλες οι δυσκολίες που χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε ήταν εξ’ ορισμού αναμενόμενες δεδομένης της μοναδικότητας και της αυθεντικότητας της συγκεκριμένης ταινίας. Για να τις ξεπεράσουμε έπρεπε να εφευρίσκουμε πράγματα μέρα με τη μέρα, σκηνή με τη σκηνή, όπου κι αν βρεθήκαμε. Και αν τα καταφέραμε, το οφείλουμε σε όλους όσοι συμμετείχαν στην προσπάθεια αυτή, σε κάθε επίπεδο, ακόμα και σε αυτούς με τους μικρότερους ρόλους, γιατί όλοι τους έκαναν τα δικά τους θαύματα κάθε στιγμή, καθιστώντας τα αδύνατα δυνατά.
Ολιβιέ Ασαγιάς
[[page_break]]
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
ΙΛΙΤΣ ΡΑΜΙΡΕΖ ΣΑΝΤΣΕΣ, «ΚΑΡΛΟΣ»
1949, 12 Οκτωβρίου: Γεννιέται ο Ίλιτς Ραμίρεζ Σάντσες στο Καράκας (Βενεζουέλα). Πρεσβύτερος γιος του Μαρξιστή δικηγόρου, Χοσέ Αλταγκρασία Ραμίρεζ και της Έλμπα Μαρία Σάντσες. Τα δύο νεότερα αδέρφια του ονομάστηκαν Λένιν και Βλαντιμίρ.
1966: ο Κάρλος περνάει με επιτυχία τις τελικές εξετάσεις στο καλύτερο δημόσιο λύκειο του Καράκας. Οι πληροφορίες που φέρουν τον νεαρό Κάρλος να σπουδάζει στην Κούβα είναι αβάσιμες. Όπως και ο πατέρας του, δεν υπήρξε ποτέ μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος.
1966, καλοκαίρι: Η μητέρα του Κάρλος μεταβαίνει με τα τρία παιδιά της στο Λονδίνο. Ήταν η Εποχή του Σουίνγκ. Η οικογένεια έζησε εννέα χρόνια στη βρετανική πρωτεύουσα, όπου ο Κάρλος έμαθε να μιλά απταίστως αγγλικά. Την ίδια περίοδο έμαθε Ρώσικα.
1968, Σεπτέμβριος: Ο πατέρας του Κάρλος εγγράφει τους δύο μεγαλύτερους γιους του στο Πανεπιστήμιο Πατρίς Λουμούμπα στη Μόσχα, γνωστό και ως «Πανεπιστήμιο Φιλίας των Λαών». Ο Κάρλος και ο αδερφός του φοιτούν με υποτροφία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βενεζουέλας. Η φερόμενη ως στρατολόγησή του από την KGB εκείνη την εποχή – στην οποία γίνονται συχνά αναφορές χωρίς απτές αποδείξεις – μοιάζει μάλλον αβάσιμη.
1970, Ιούνιος: Ο Κάρλος και ο αδελφός του, Λένιν, αποβάλλονται από το Πανεπιστήμιο Λουμούμπα μαζί με άλλους είκοσι φοιτητές. Ο λόγος, για την περίπτωση του Κάρλος, ήταν «αντισοβιετική προβοκάτσια και απειθαρχία.»
1970, Ιούλιος: Ο Κάρλος εντάσσεται στο Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP) στη Βηρυτό.
Εκεί γνωρίζει τον Μπασάμ Αμπού-Σαρίφ, «το πρόσωπο της τρομοκρατίας», που του δίνει το ψευδώνυμο «Κάρλος», το ισπανικό αντίστοιχο του αραβικού «Χαλίλ». Εκπαιδεύεται υπό το άγρυπνο βλέμμα του ίδιου του Βάντι Χαντάτ (συνιδρυτή του PFLP). Ο Κάρλος συμμετέχει στις εχθροπραξίες Ιορδανών και Παλαιστινίων που θα μείνει γνωστή στην ιστορία ως «Μαύρος Σεπτέμβρης» και αποκτά τα πρώτα του σημάδια. Τραυματίζεται στο πόδι και επιστρέφει στην Ευρώπη την 1ηΦεβρουαρίου του 1971.
Ο Κάρλος σκοπεύει να επιστρέψει στη Βενεζουέλα για να συμμετέχει στην εξέγερση. Για την ακρίβεια, μέχρι το καλοκαίρι του 1973, θεωρεί εαυτόν έναν επαναστάτη στη Λατινική Αμερική.
1972, Σεπτέμβριος: Ο Κάρλος εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου όπου σπουδάζει Οικονομικά. Ταυτόχρονα εργάζεται ως καθηγητής ισπανικών και αφήνει για λίγο στην άκρη τις επαναστατικές δραστηριότητές του.
1973, 24 Ιουλίου: Ο Κάρλος μεταβαίνει στη Βηρυτό για να αντικαταστήσει τον Μοχάμεντ Μπουντία, τον εκπρόσωπο του PFLP στο Παρίσι, που πέθανε στις 28 Ιουνίου του 1973, μετά από έκρηξη παγιδευμένου αυτοκινήτου, οργανωμένη από την Μοσάντ. Ο Βάντι Χαντάτ τον χρίζει Νο2 του δικτύου του στην Ευρώπη.
1973, 30 Δεκεμβρίου: Στο Λονδίνο, ο Κάρλος αποπειράται να δολοφονήσει τον Τζόζεφ Έντουαρντ Σίεφ, διευθυντή του Marks & Spencer και αντιπρόεδρο της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Σιωνιστών. Ο Σίεφ τραυματίζεται πολύ σοβαρά αλλά επιζεί.
1974, 24 Ιανουαρίου: Ο Κάρλος επιχειρεί μια αποτυχημένη βομβιστική ενέργεια στην Ισραηλινή Τράπεζα Hapoalim στο Λονδίνο. Ο εκρηκτικός μηχανισμός πιάνεται σε μία πόρτα τη στιγμή που ο Κάρλος επιχειρεί να τον πετάξει στο κτίριο.
1974, 11 Σεπτεμβρίου: Ο Κάρλος συμμετέχει ως ο εξωτερικός, αναπληρωματικός σύνδεσμος σε επιχείρηση ομηρίας στη Γαλλική πρεσβεία στη Χάγη, που οργάνωσε μια μονάδα του Ιαπωνικού Κόκκινου Στρατού. Την επομένη, επιστρέφει στο Παρίσι.
1974, 13 Σεπτεμβρίου, περίπου 2μμ: Για να πιέσει τις Γαλλικές Αρχές στο πλαίσιο το διαπραγματεύσεων με τους Ιάπωνες δράστες του περιστατικού ομηρίας στην πρεσβεία, ο Κάρλος αναλαμβάνει την ευθύνη για μια επίθεση με χειροβομβίδα σε ένα φαρμακείο στο Σεν-Ζερμέν (που στοίχισε τη ζωή σε δύο ανθρώπους και τραυμάτισε 34). Χρόνια αργότερα, ο Κάρλος θα αρνηθεί την ευθύνη της συγκεκριμένης τρομοκρατικής επίθεσης.
1975, 13 Ιανουαρίου: Δύο Παλαιστίνιοι του PFLP εκτοξεύουν δύο κατευθυνόμενες ρουκέτες κατά αεροσκάφους της El Al στον αερολιμένα του Ορλί. Οι ρουκέτες δεν βρίσκουν στόχο.
[[page_break]]
1975, 19 Ιανουαρίου: Μια δεύτερη απόπειρα κατά αεροσκάφους της El Al στο Ορλί αποτυγχάνει. Συμμετέχοντας στη δύναμη υποστήριξης, ο Κάρλος καταφέρνει να διαφύγει, ενώ οι τρεις Παλαιστίνιοι που εκτέλεσαν την επιχείρηση, κρατούν ομήρους, τους οποίους ανταλλάσσουν με ένα αεροσκάφος για Βηρυτό, το οποίο όμως, τελικά θα τους μεταφέρει στην Βαγδάτη.
1975, 27 Ιουνίου: Ο Κάρλος δολοφονεί δύο πράκτορες της DST (των μυστικών υπηρεσιών της χώρας) και τραυματίζει σοβαρά έναν τρίτο, τον επιστάτη Ζαν Εράνζ, κατά τη διάρκεια μιας επίθεσης στην οδό Τουλιέ 9 στο Παρίσι. Σχεδόν εξ επαφής, εκτελεί τον Μισέλ Μουκχαρμπάλ, ο οποίος όταν συνελήφθη από την DSR οδήγησε τους αστυνομικούς στην κατοικία μιας από τις φίλες του.
1975, 21 Δεκεμβρίου: Υπόθεση ομηρίας στα κεντρικά γραφεία του ΟΠΕΚ στη Βιέννη, από ομάδα με επικεφαλής τον Κάρλος. Δεύτερος τη τάξει κατά τη διάρκεια της επιχείρησης είναι ένας Λιβανέζος, ο Ανίς Νακάσε («Χαλίντ»). Εκτός από έναν Παλαιστίνιο και έναν ακόμα Λιβανέζο, στην επιχείρηση συμμετέχουν και δύο Γερμανοί, μέλη των Επαναστατικών Πυρήνων. Ένας από αυτούς είναι ο Χανς-Γιόακιμ Κλάιν («Άντζι»). Οι δυτικές Μυστικές Υπηρεσίες αποδίδουν τη βασική ευθύνη της επίθεσης (τη βασική χρηματοδότηση, την παροχή όπλων και πληροφοριών) στον Σαντάμ Χουσεΐν. Τρεις άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους.
1975, 22-23 Δεκεμβρίου: Ένα αεροσκάφος μεταφέρει τους τρομοκράτες και τους ομήρους τους στο Αλγέρι, εν συνεχεία στην πρωτεύουσα της Λιβύης, Τρίπολη και τέλος πίσω στο Αλγέρι, καθώς δεν μπορεί να μεταβεί στη Βαγδάτη. Η τελευταία πράξη της κρίσης θα διαδραματιστεί στην πρωτεύουσα της Αλγερίας, όπου τελικά θα αποδοθούν τα λύτρα προκειμένου να απελευθερωθούν οι όμηροι και κυρίως οι Υπουργοί Πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν, Αχμέντ Ζακί Γιαμανί και Τζαμσίντ Αμουζεγκάρ. Από το Αλγέρι, ο Κάρλος μεταβαίνει στο Άντεν όπου ο Βάντι Χαντάτ τον αποπέμπει από το PFLP επειδή παρέβη τις εντολές που του δόθηκαν, όταν διαπραγματεύθηκε την απελευθέρωση των δύο υπουργών που αποτελούσαν τους βασικούς στόχους της επιχείρησης.
1976, 6 Σεπτεμβρίου: Ο Κάρλος μεταβαίνει από το Αλγέρι στο Βελιγράδι, όπου ξεκινά να στήνει τη βάση του πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Μετά την απόσχιση από τον Βάντι Χαντάτ, κάθε προσπάθειά του να δράσει αυτόνομα στη Μέση Ανατολή αποτυγχάνει.
1978, 1 Απριλίου: Ο θάνατος του Βάντι Χαντάτ (σε ηλικία 48 ετών) σε νοσοκομείο του Ανατολικού Βερολίνου προκαλεί ανισορροπία δυνάμεων στο PFLP. Από την Ανατολική Ευρώπη πλέον, ο Κάρλος παρέχει τις υπηρεσίες του σε αυτόν που προτίθεται να δώσει τα περισσότερα χρήματα: το Ιράκ παραμένει πελάτης του και πολύ σύντομα θα ακολουθήσουν η Συρία και η Λιβύη.
1979, Απρίλιος: Ο Κάρλος, η Μαγκνταλένα Κοπ (που αργότερα θα γίνει και σύζυγός του) και ο Γιοχάνες Βάινριχ εγκαθίστανται στο Ανατολικό Βερολίνο. Οι Γερμανοί συνεργάτες του Κάρλος λειτουργούν ως συνδετικός κρίκος με την Stasi, η οποία τους δίνει το κωδικό-όνομα «Separat» που σημαίνει «χωριστά», τους παρέχει διοικητική βοήθεια, αλλά αρνείται να τους εκχωρήσει το Βερολίνο ως επιχειρησιακή βάση. Στα τέλη του 1981, η Stasi εκτιμά ότι το δίκτυο του Κάρλος στην Ευρώπη αριθμεί περί τα 40 μέλη, και 200 έφεδρους στον Αραβικό κόσμο.
1979, άνοιξη: Ο Κάρλος, η Κοπ, ο Βάινριχ και ο Αλ-Ισάουι ιδρύουν μια δεύτερη ευρωπαϊκή βάση στη Βουδαπέστη. Οι σχέσεις τους με τις Ουγγρικές Αρχές κατά καιρούς είναι τεταμένες..
1976, 29 Αυγούστου: Εξοργισμένος από το καθεστώς διαρκούς παρακολούθησης, ο Κάρλος ανοίγει πυρά κατά Ούγγρων πρακτόρων. Οι σχέσεις του με τις Αρχές της Ανατολικής Γερμανίας χαρακτηρίζονται και αυτές από καλές και κακές εποχές.
1979, φθινόπωρο: Ο Κάρλος παντρεύεται την Μαγκνταλένα Κοπ, την πρώην σύντροφο του Βάινριχ, του στενότερου συνεργάτη του εκείνη την εποχή.
1982, 16 Φεβρουαρίου: Η Μαγκνταλένα Κοπ και ο Μπρούνο Μπρεγκέ, που ετοίμαζαν μια βομβιστική επίθεση στα γραφεία της εφημερίδας «Al Watan Al Arabi», στην οδό Μαρμπέφ στο Παρίσι, συλλαμβάνονται από τη Γαλλική αστυνομία. Με επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών, Γκαστόν Ντεφέρ, ο Κάρλος απαιτεί να αφεθούν ελεύθεροι, απειλώντας ότι σε αντίθετη περίπτωση θα προβεί σε τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλη τη γαλλική επικράτεια.
1982, 29 Μαρτίου: 48 ώρες μετά την εκπνοή του τελεσίγραφου του Κάρλος, μια έκρηξη στην αμαξοστοιχία «Capitole» (που συνδέει το Παρίσι με την Τουλούζη) θα στοιχίζει τη ζωή πέντε ανθρώπων ενώ θα τραυματίσει σοβαρά άλλους 27. Ο Ζακ Σιράκ, που τότε διατελούσε δήμαρχος του Παρισιού, επρόκειτο να ταξιδέψει με τη συγκεκριμένη αμαξοστοιχία.
1982, 22 Απριλίου: Λίγα λεπτά πριν την έναρξη της δίκης της Κοπ και του Μπρεγκέ, ένα παγιδευμένο αυτοκίνητο ανατινάσσεται έξω από τα γραφεία της «Al Watan Al Arabi» στο Παρίσι, σκοτώνοντας έναν περαστικό και τραυματίζοντας περίπου 60 άτομα.
1983, 31 Δεκεμβρίου: Διπλή επίθεση στη Γαλλία, κατά του TGV που συνδέει Μασσαλία-Παρίσι (με τρεις νεκρούς) και του σιδηροδρομικού σταθμού Σεν-Σαρλ στη Μασσαλία, τη στιγμή που ο Πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν εκφωνεί μήνυμα προς τον γαλλικό λαό μέσω τηλεόρασης. Την επομένη, την 1η Ιανουαρίου του 1984, μια βόμβα καταστρέφει το Γαλλικό Πολιτιστικό Κέντρο στην Τρίπολη του Λιβάνου, χωρίς όμως να προκληθούν τραυματισμοί. Ο Κάρλος αναλαμβάνει την ευθύνη για μια σειρά επιθέσεων με επιστολή του προς το Πρακτορείο Ειδήσεων AFP, του Δυτικού Βερολίνου.
1984, καλοκαίρι: Με την πίεση της Δύσης να κλιμακώνεται, ο Αμερικανός Υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα της Ανατολικής Ευρώπης, Μαρκ Πάλμερ, συγκαλεί σύσκεψη με τους πρεσβευτές πέντε χωρών του Ανατολικού Μπλοκ (Βουλγαρίας, Τσεχοσλοβακίας, Ανατολικής Γερμανίας, Ουγγαρίας και Ρουμανίας) στο State Department στην Ουάσινγκτον. Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης, τους ενημερώνει για τη βεβαιότητα των ΗΠΑ ότι οι χώρες τους παρέχουν διευκολύνσεις στον Κάρλος και τους ανακοινώνει ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί η οποιαδήποτε εξομάλυνση σχέσεων με την Ουάσινγκτον, αν συνεχίσουν να συνδράμουν και να υποθάλπουν τη διεθνή τρομοκρατία. Τους εννέα μήνες που θα ακολουθήσουν, όλες οι βάσεις που διατηρεί ο Κάρλος στην Ανατολική Ευρώπη θα κλείσουν η μία μετά την άλλη.
1985, Μάιος: Η Μαγκνταλένα Κοπ αποφυλακίζεται και συναντά τον Κάρλος στη νέα του βάση στη Δαμασκό.
1986, 17 Αυγούστου: Γεννιέται η Έλμπα Ρόζα, η μοναχοκόρη της Μαγκνταλένα Κοπ και του Κάρλος που σήμερα είναι 37 ετών.
1991, Δεκέμβριος: Εκδιωγμένοι από τη Δαμασκό, ο Κάρλος, η οικογένειά του και ο Βάινριχ εγκαθίστανται με ψευδείς ταυτότητες στο Αμμάν, μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να βρουν «άσυλο» σε άλλο κράτος του Αραβικού κόσμου. Οι Αρχές της Ιορδανίας θα τους αναγνωρίσουν το καλοκαίρι του 1992. Ο Κάρλος και η Κοπ αποφασίζουν να χωρίσουν.
1993, Αύγουστος: Ο Κάρλος μετακομίζει στο Χαρτούμ, υπό την προστασία του Χασάν αλ Τουράμπι, του ανθρώπου-σκιά του Σουδανικού καθεστώτος. Μετά από πληροφορίες των Μυστικών Υπηρεσιών της Συρίας, η CIA τον εντοπίζει το φθινόπωρο και διαβιβάζει την πληροφορία στις Γαλλικές Μυστικές Υπηρεσίες.
1994, 14 Αυγούστου: Ο Κάρλος που έχει μόλις υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στους όρχεις σε νοσοκομείο του Χαρτούμ, απάγεται και μπαίνει δια της βίας σε αεροσκάφος με προορισμό το Παρίσι. Αυτή η μυστική επιχείρηση σηματοδοτεί την κορύφωση ενός έτους διαπραγματεύσεων μεταξύ της Γαλλικής κυβέρνησης και της ισλαμικής στρατιωτικής δικτατορίας του Χαρτούμ. Φθάνοντας στην αεροπορική βάση Βιλακουμπλέ, ο Κάρλος συλλαμβάνεται σύμφωνα με το ένταλμα σύλληψης που εκκρεμούσε σε βάρος του από τις 7 Ιουνίου του 1994, από τον εισαγγελέα που ηγείται των δικαστικών αντιτρομοκρατικών ερευνών της Γαλλίας, Ζαν-Λουί Μπρουγκιέρ.
1997, από τις 12 έως τις 23 Δεκεμβρίου: Ο Κάρλος (σε ηλικία 48 ετών) στέκεται ενώπιον του δικαστηρίου στο Παρίσι και καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία των δύο πρακτόρων της DST στην οδό Τουλιέ.
[[page_break]]
ΒΑΝΤΙ ΧΑΝΤΑΤ
Γεννήθηκε το 1928. Γόνος ορθόδοξης οικογένειας έμενε στη Σαφάντ της Γαλιλαίας, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως δάσκαλος μέχρι το 1948, οπότε και η οικογένειά του εξορίστηκε. Ο Βάντι Χαντάτ τελείωσε το λύκειο στην Ιερουσαλήμ και σπούδασε οδοντιατρική στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού. Εκεί σφυρηλάτησε μια δυνατή φιλική σχέση με έναν άλλο ορθόδοξο Παλαιστίνιο φοιτητή της ιατρικής, τον Τζορτζ Χαμπάς, ο οποίος είχε γεννηθεί στην Λύντα το 1925.
Οι δύο φίλοι – ο διανοούμενος Χαμπάς και ο άνθρωπος της δράσης Χαντάτ – ιδρύουν μια κλινική στο Αμμάν. Θέλοντας να ξεφύγουν από το καταπιεστικό καθεστώς των Νασεριστών της Ιορδανίας, εγκαθίστανται στη Δαμασκό. Όταν ανέρχεται στην εξουσία το Κόμμα του Μπάαθ, μεταβαίνουν στην Βηρυτό, όπου το 1967 ιδρύουν το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Το 1968, ο Χαμπάς συλλαμβάνεται και φυλακίζεται από τους Σύριους με την κατηγορία της συνωμοσίας. Ο Χαντάτ οργανώνει μια εντυπωσιακή αποστολή διάσωσης του φίλου του. Την ίδια χρονιά, το PFLP εκτελεί την πρώτη του αεροπειρατεία σε αεροσκάφος της El Al. Το 1972, ο Τζορτζ Χαμπάς και ο Βάντι Χαντάτ ήρθαν σε ρήξη: ο πρώτος αποδοκίμαζε τις μεθόδους του δεύτερου και τον προειδοποίησε ότι υπήρχε κίνδυνος «ποινικοποίησής» τους. Πιο συγκεκριμένα, ο Χαμπάς ήταν ενάντια στην διεθνοποίηση του αγώνα τους. Πίστευε ότι έπρεπε να περιοριστεί μόνο στην Παλαιστίνη. Ο Κάρλος συνηγόρησε με τον Χαντάτ, «τον εφευρέτη της σύγχρονης τρομοκρατίας» σύμφωνα με τον Πιέρ Μαριόν, πρώην επικεφαλής της DGSE, της γαλλικής υπηρεσίας Αντικατασκοπίας. Ο Κάρλος θαύμαζε και ταυτόχρονα φοβόταν τον Χαντάτ, ο οποίος ήταν άκρως μυστικοπαθής και εξαιρετικά οργανωτικός.
Σύμφωνα με δύο συγγραφείς στους οποίους παραχωρήθηκε πρόσβαση στα αρχεία της KGB, ο Χαντάτ ήταν πράκτορας της Μόσχας, ο οποίος στρατολογήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Ο ηγέτης του PFLP πέθανε την 1η Απριλίου του 1978, σε ηλικία 48 ετών, σε κάποιο νοσοκομείο του Ανατολικού Βερολίνου.
[[page_break]]
ΧΑΝΣ-ΓΙΟΑΚΙΜ ΚΛΑΪΝ
Γεννημένος το 1948 στην Φρανκφούρτη, ο Χανς-Γιόακιμ Κλάιν ήταν ένα από τα λιγοστά, πραγματικά προερχόμενα από την εργατική τάξη, μέλη των Επαναστατικών Πυρήνων. Εργαζόταν ως μηχανικός αυτοκινήτων και είχε εκτίσει ποινή στο αναμορφωτήριο. Στους κόλπους της οργάνωσης μπήκε το 1974. Κατά την επιχείρηση ομηρίας στα γραφεία του ΟΠΕΚ στη Βιέννη, ο Κλάιν (γνωστός και ως «Άντζι») προσπάθησε να περιορίσει τη βία, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να τραυματιστεί σοβαρά από πυροβολισμό.
Αποκήρυξε τον ένοπλο αγώνα τον Μάιο του 1976, και όπως και ο Κάρλος όταν αποπέμφθηκε από το PFLP, προσπάθησε να δημιουργήσει το δικό του δίκτυο τρομοκρατίας. Ο Κλάιν βρήκε καταφύγιο στα βόρεια του Μιλάνου, απ’ όπου τον Απρίλιο του 1977 έστειλε ταχυδρομικά το όπλο του συνοδευόμενο από μία επιστολή στο περιοδικό «Der Spiegel». Στην επιστολή του, προειδοποιούσε για δύο προγραμματισμένες δολοφονίες που ενίσχυαν το γεγονός ότι είχε έρθει σε ρήξη με την «τρομοκρατία ως πολιτικό όπλο». Ο Κλάιν μίλησε δημόσια στις 7 Αυγούστου και στις 5 Οκτωβρίου του 1978 σε δύο συνεντεύξεις που παραχώρησε στο “Der Spiegel” και την εφημερίδα «Liberation» αντίστοιχα. Το 1979 εξέδωσε ένα βιβλίο με τίτλο «Ruckkehr in die Menschlichkeit. Appell einesausgestiegenen Terroristen», το οποίο ένα χρόνο αργότερα κυκλοφόρησε και στη Γαλλία με τίτλο «La Mort Mercenaire» (Θάνατος-Μισφοθόρος). Το 1998 συνελήφθη στη Νορμανδία και δικάστηκε στη Γερμανία το 2001. Καταδικάστηκε σε εννέα χρόνια φυλάκιση για τη συμμετοχή του στην επίθεση της Βιέννης, αλλά πήρε χάρη το 2003, έχοντας εκτίσει τα πέντε χρόνια της ποινής τους. Έκτοτε ζει στην Γαλλία.
[[page_break]]
ΜΑΓΚΝΤΑΛΕΝΑ ΚΑΚΙΛΙΑ ΚΟΠ
Η Κοπ γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1948 στο Νόιε-Ουλμ, στη Νότια Γερμανία. Ακολουθώντας το επάγγελμα του φωτογράφου, έφυγε από την επαρχία και εγκαταστάθηκε στη Φρανκφούρτη μαζί με τον πρώτο της σύζυγο και την κόρη τους.
Εκεί εργάστηκε στο βιβλιοπωλείο «Roter Stern» των Βίλφρεντ Μπος και Γιοχάνες Βάινριχ, όπου σχηματίστηκαν και οι Επαναστατικοί Πυρήνες. Το 1973, η Κοπ χώρισε τον σύζυγό της για χάρη του Βάινριχ (γνωστός και ως «Στιβ»). Στους κόλπους των Επαναστατικών Πυρήνων, απέκτησε φήμη ως δεινή πλαστογράφος. Σε συνέντευξή της που δημοσιεύτηκε στις 30 Ιουνίου του 2003 στην εφημερίδα «Der Tagesspiegel», η Κοπ αναφέρει ότι ζούσε στην παρανομία με τον Βάινριχ και τον Κάρλος από το 1978.
Το 1979 παντρεύτηκε τον Κάρλος. Το 1982 συνελήφθη στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της βομβιστικής επίθεσης κατά των γραφείων της εφημερίδας «Al Watan Al Arabi». Εν συνεχεία, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση.
Όταν αφέθηκε ελεύθερη τον Μάιο του 1985, συνάντησε τον Κάρλος στη Δαμασκό, όπου και εγκαταστάθηκαν μετά τη γέννηση της κόρης τους, Έλμπα Ρόζα τον Αύγουστο του 1986.
Το ζευγάρι χώρισε όταν η Μαγκνταλένα έφυγε το 1992 για την Βενεζουέλα, με πρόθεση να ζήσει υπό τη φροντίδα της οικογένειας του Κάρλος, μέχρι εκείνος να ανακτήσει τη θέση του στη Μέση Ανατολή. Πολύ αργότερα, με μια επιστολή που έγραψε ο Κάρλος από τις φυλακές Λα Σαντέ στο Παρίσι, η Κοπ πληροφορήθηκε την ύπαρξη μιας δεύτερης μουσουλμάνας συζύγου.
[[page_break]]
ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ ΚΡΟΧΕΡ-ΤΙΝΤΕΜΑΝ
(“ΝΑΝΤΑ”)
Φοιτήτρια κοινωνιολογίας και μέλος του Κινήματος 2α Ιουνίου, η Γκαμπριέλ Κρόχερ-Τίντεμαν συμμετείχε σε επιθέσεις κατά τραπεζών και το 1973, προκειμένου να γλιτώσει τη σύλληψη άνοιξε πυρ κατά ενός αστυνομικού τραυματίζοντάς τον σοβαρά.
Για αυτή της την πράξη καταδικάστηκε σε εννέα χρόνια φυλάκιση για να αφεθεί ελεύθερη το 1975 κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων ανταλλαγής ομήρων. Μετά την απελευθέρωσή της μετέβη για εκπαίδευση στην Υεμένη όπου τράβηξε την προσοχή του Κάρλος.
Αργότερα, συμμετείχε στην υπόθεση ομηρίας στα γραφεία του ΟΠΕΚ στην Βιέννη, όπου εκτέλεσε έναν Αυστραλό αστυνομικό, τον 60χρονο Αντόν Τίτσλερ, δύο μόλις μήνες πριν τη συνταξιοδότησή του. Επίσης, δολοφόνησε ένα Ιρακινό φύλακα ασφαλείας.
Τον Νοέμβριο του 1977 συνελήφθη στα Γαλλο-Ελβετικά σύνορα μετά από ανταλλαγή πυρών, κατά τη διάρκεια των οποίων τραυμάτισε σοβαρά δύο Ελβετούς συνοριοφύλακες. Η «Νάντα» καταδικάστηκε σε 14 χρόνια φυλάκιση. Εκδόθηκε στην Γερμανία όπου εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψής της για τα γεγονότα στα γραφεία του ΟΠΕΚ και δικάστηκε. Οι Γερμανικές Αρχές ανέβαλαν τη δίκη της επ’ αόριστο λόγω μιας επιστολής του Κάρλος που περιείχε στοχευμένες απειλές κατά του Γερμανού Υπουργού Εσωτερικών. Τελικά δικάστηκε το 1990. Η Κρόχερ-Τίντεμαν απαλλάχθηκε λόγω έλλειψης μαρτύρων για τις δολοφονίες στην υπόθεση ομηρίας στα γραφεία του ΟΠΕΚ. Πέθανε πέντε χρόνια αργότερα από καρκίνο σε ηλικία 44 ετών.
[[page_break]]
ΜΙΣΕΛ («ΑΝΤΡΕ») ΜΟΥΚΧΑΡΜΠΑΛ
Ο Μουκχαρμπάλ γεννήθηκε το 1941. Γόνος επιφανούς χριστιανικής οικογένειας του Λιβάνου, αποφοίτησε από τη Σορβόννη και έγινε ο εκπρόσωπος του PFLP στο Παρίσι το 1973. Μιλούσε αραβικά, γαλλικά και αγγλικά. Τον Ιανουάριο του 1975, ο Αντρέ ετοίμαζε με μια ομάδα Παλαιστινίων βομβιστική επίθεση κατά αεροσκάφους της El Al στον αερολιμένα του Ορλί. Στις 7 Ιουνίου εντοπίστηκε στο αεροδρόμιο της Βηρυτού και τελικά συνελήφθη στο Παρίσι. Μετά τη σύλληψή του, οδήγησε την DST στον αριθμό 9 της οδού Τουλιέ, όπου ο Κάρλος σκότωσε δύο πράκτορες σε ανταλλαγή πυρών, πριν εκτελέσει τον Μουκχαρμπάλ ως προδότη.
ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΒΑΪΝΡΙΧ
Γερμανός τρομοκράτης που διατηρούσε στενούς δεσμούς με την Stasi. Ο Βάινριχ ήταν ο συνιδρυτής των Επαναστατικών Πυρήνων μαζί με τον Βίλφρεντ Μπος. Οι δυο τους άνοιξαν και διατηρούσαν το ακρο-αριστερό βιβλιοπωλείο στη Φρανκφούρτη «Roter Stern» (Κόκκινο Αστέρι). Μετά την υπόθεση ομηρίας στη Βιέννη και την αποπομπή του Κάρλος από το PFLP, ο Βάινριχ έγινε το δεξί χέρι του, στην προσπάθειά του να εδραιωθεί στην Ανατολική Ευρώπη. Ο Βάινριχ του σύστησε τη σύντροφό του, Μαγκνταλένα Κοπ. Ο «Χάινριχ Σνάιντερ» - όπως αναφέρεται στα αρχεία της Stasi – θα γινόταν ο μεσάζοντας της ομάδας του Κάρλος, όχι μόνο στο Ανατολικό Βερολίνο, αλλά και στη Βουδαπέστη και την Πράγα. Παρά τις καλές διασυνδέσεις του στην Υεμένη, αλλά και στην Λιβύη, ο Βάινριχ συνελήφθη στις 3 Ιουνίου του 1995 σε ένα προάστιο του Άντεν και εκδόθηκε στην Γερμανία. Το 2000 καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για την επίθεση κατά της Γαλλικής Πρεσβείας στο Βερολίνο στις 25 Αυγούστου του 1983, που προκάλεσε το θάνατο ενός ανθρώπου και τον τραυματισμό άλλων 22. Αυτή τη στιγμή εκτίει την ποινή του στη Γερμανία.
[[page_break]]
ΑΝΙΣ ΝΑΚΑΣΕ («ΧΑΛΙΝΤ»)
Γεννήθηκε το 1948. Λιβανέζος σουνικής καταγωγής, ο Ανίς Νακάσε ήταν ο μυστηριώδης δεύτερος τη τάξει στην επίθεση στα γραφεία του ΟΠΕΚ το 1975. Επί 20 χρόνια, κατάφερε να συγκαλύψει τη συμμετοχή του χάρη στο ψευδώνυμο «Χαλίντ». Για την ακρίβεια, ήταν ο έμπιστος του Βάντι Χαντάτ, ο οποίος είχε επιφορτιστεί με την ευθύνη να προσέχει τις κινήσεις του Κάρλος. Μια άλλη εκδοχή τον θέλει μέλος της PLO που διείσδυσε στο PFLP για να «καθοδηγήσει» τις δραστηριότητες της οργάνωσης. Το 1979, όταν ο Αγιατολάχ Χομεϊνί ανέλαβε τη διακυβέρνηση του Ιράν, Ο Νακάσε έθεσε εαυτόν στη διάθεση της νέας κυβέρνησης, την οποία θεωρούσε τον καλύτερο δυνατό σύμμαχο των παλαιστινιακών συμφερόντων. Το καλοκαίρι του 1980, σε ένα προάστιο του Παρισιού αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Σαπούρ Μπαχτιάρ, τον πρώην πρωθυπουργό της κυβέρνησης του Σάχη του Ιράν. Χτύπησε όμως, λάθος πόρτα με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο άνθρωποι – μεταξύ αυτών και ο άτυχος γείτονας του στόχου του – και να τραυματιστούν τρεις –μεταξύ των οποίων και ένας αστυνομικός ο οποίος έμεινε παράλυτος. Ο Νακάσε συνελήφθη και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη το 1982, για να πάρει χάρη από τον Φρανσουά Μιτεράν το 1990 στο πλαίσιο μιας συμφωνίας μεταξύ Παρισιού και Τεχεράνης. Εν συνεχεία αφοσιώθηκε στην εκπαίδευση της εθνοφρουράς στο νότιο Λίβανο, η οποία αποτέλεσε και την αιχμή του δόρατος της Χεσμπολάχ, υπό την καθοδήγηση του Ιμάντ Μουγνίγια. Παραμένει ενεργός μέχρι σήμερα και εμφανίζεται τακτικά στην λιβανέζικη τηλεόραση ως σύμβουλος σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα σε Βηρυτό και Τεχεράνη.