Η 19-χρονη Κιμ (Φελίσιτι Τζόουνς), πρώην πρωταθλήτρια στο skateboard και νυν υπάλληλος σε φαστφουντάδικο, βρίσκει μια νέα δουλειά με καλύτερα χρήματα, ως βοηθός σε σαλέ σε ένα πολυτελές χιονοδρομικό κέντρο. Δεν ξέρει να κάνει σκι και δεν καταλαβαίνει το λαμπερό κόσμο μέσα στον οποίο μπλέκεται, όταν όμως βρίσκει μια παλιά σανίδα του snowboard, αρχίζει να μαθαίνει το άθλημα και ανακαλύπτει ότι το ταλέντο της στο skateboard, υπάρχει και στο χιόνι! Παράλληλα, προσελκύει το ενδιαφέρον του γοητευτικού Τζόνι (Εντ Γουέστγουικ) που είναι και ένα από τα πλούσια αφεντικά της. Θα μπορέσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες και τον εαυτό της και να κατακτήσει το άθλημα του snowboard αλλά και την καρδιά του Τζόνι;
Η ΤΑΙΝΙΑ
ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΕΡΓΟ
Η ιστορία του φιλμ ‘Chalet Girl’ ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια, όταν η παραγωγός Χάριετ Ρις παρακολούθησε ένα διαγωνισμό σεναρίου στο φεστιβάλ Cheltenham. Νικητής αναδείχθηκε ο Τομ Γουίλιαμς, με τον οποίο η Ρις μίλησε αρκετά σχετικά με διάφορες ιδέες του για πιθανά σενάρια – μία εκ των οποίων και το ‘Chalet Girl’. Η συγκεκριμένη ιδέα ενθουσίασε τη Ρις, η οποία στη συνέχεια τη συζήτησε με την παραγωγό Πίπα Κρος της εταιρείας Screen South και αποφάσισαν από κοινού να την υλοποιήσουν. Και οι δυο τους πίστευαν ότι ο Φιλ Τρέιλ ήταν η ιδανική επιλογή για να αναλάβει τη σκηνοθεσία: με μία βραβευμένη μικρού μήκους ταινία στην Μπερλινάλε, ένα πρόσφατο σκηνοθετικό ντεμπούτο στο Χόλιγουντ, αναγνωρισμένο ταλέντο στην κωμωδία και πάθος για το snowboard, τι άλλο να ζητήσει κανείς? Κι όμως, ο Τρέιλ είχε ένα ακόμη προσόν: συμπτωματικά ήταν και συμφοιτητής του σεναριογράφου στο Πανεπιστήμιο Newcastle, έτσι η επικοινωνία μεταξύ τους ήταν από την αρχή εξασφαλισμένη.
Το θετικό μήνυμα της ταινίας ήταν από τα στοιχεία που κέρδισαν αμέσως τον σκηνοθέτη: «η Κιμ προσπαθεί, αποτυγχάνει, ξαναπροσπαθεί και γι’ αυτό τελικά δικαιούται το θρίαμβό της. Αντί για το κλασικό ‘χρειάζεσαι έναν άντρα για να είσαι ευτυχισμένη’ το μήνυμα εδώ είναι περισσότερο ‘εάν είσαι θετικός άνθρωπος, τότε θα σου συμβούν ωραία πράγματα’. Επιπλέον, ακριβώς επειδή με τον Τομ Γουίλιαμς γνωριζόμασταν, το διασκεδάσαμε πολύ καθώς εξελίσσαμε το σενάριο. Και μετά ήταν ώρα να πάμε στις Άλπεις για να επιλέξουμε τις τοποθεσίες μας...». «Έπρεπε να εξερευνήσουμε τον κόσμο του snowboard – αν και δεν ακούγεσαι πολύ πειστικός όταν λες ότι έχεις πολλή δουλειά και πετάγεσαι με ιδιωτικό τζετ στο Meribel ή στο Laax για να παρακολουθήσεις τις κορυφαίες βρετανικές διοργανώσεις» λέει η Χάριετ Ρις. Και η Κρος προσθέτει: «Τελικά η ιδανική τοποθεσία βρέθηκε στο Σαν Αντόν της Αυστρίας: ταίριαζε ακριβώς στις προδιαγραφές του σαλέ της Κιμ κι επίσης ήταν ελεύθερο ακόμα και στο φουλ της σεζόν, γιατί τώρα πια λειτουργεί μόνο ως μουσείο και εστιατόριο». Για τα εσωτερικά πλάνα η κινηματογραφική ομάδα μεταφέρθηκε στην πόλη Garmisch Partenkirchen ενώ οι σκηνές στο βουνό γυρίστηκαν στις πίστες του Zugspitze, που είναι και το ψηλότερο βουνό της Γερμανίας.
ΤΟ ΚΑΣΤ
Φυσικά η αναζήτηση του κάστινγκ ξεκίνησε από το ρόλο της πρωταγωνίστριας, Κιμ Μάθιους. «Συναντήσαμε πολλές νεαρές Αγγλίδες, όταν όμως μπήκε στην αίθουσα η Φελίσιτι, που εγώ προσωπικά δεν την ήξερα καν, μέσα σε δέκα λεπτά είχε κερδίσει το ρόλο» λέει η Πίπα Κρος. Αντίστοιχα και η Τζόουνς αγάπησε αμέσως το χαρακτήρα της: «δεν έχω παίξει ποτέ κάτι παρόμοιο στο παρελθόν. Επίσης το σενάριο μου φάνηκε πολύ αστείο. Και μου άρεσε η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στην Κιμ και την οικογένεια Μάντσεν, που δείχνει τη διαφορά ανάμεσα στους ευκατάστατους και μη ευκατάστατους Άγγλους. Παρότι είναι από την ίδια χώρα, μοιάζουν εντελώς ξένοι μεταξύ τους». Η Κιμ στο έργο γίνεται σταδιακά αστέρι του snowboard ενώ στην πραγματικότητα η Φελίσιτι δεν είχε ξανανέβει ποτέ της πάνω σε σανίδα. Όμως προσπάθησε πραγματικά: για τρεις εβδομάδες πριν αρχίσει η παραγωγή, η νεαρή πρωταγωνίστρια έκανε προπόνηση κάθε μέρα στις πίστες, οκτώ ώρες την ημέρα! Από την άλλη πλευρά, η αντίζηλός της, Τζόρτζι, είναι άσσος στο σκι. Το ρόλο ανέλαβε η Τάμσιν Ίγκερτον, που παρότι δεν είχε επίσης καμία προηγούμενη εμπειρία στο σκι, απόλαυσε εμφανώς την ευκαιρία να παίξει την ‘κακιά’: «μου θύμισε το ρόλο της Έμιλι Μπλαντ στο ‘Ο Διάβολος Φοράει Prada’. Είναι αυτάρεσκη και αλαζονική αλλά ταυτόχρονα έξυπνη κι εργατική: μια ‘σκύλα’ με πάθος για αυτό που κάνει, το σκι».
Για να «ισορροπήσει» ο ρόλος της Κιμ, χρειαζόταν και τον κατάλληλο ηθοποιό στη θέση του αγαπημένου της Τζόνι. Κι αυτός βρέθηκε στο πρόσωπο του Εντ Γουέστγουϊκ, του γοητευτικού νεαρού πρωταγωνιστή της τηλεοπτικής σειράς “Gossip Girl”. O Γουέστγουικ τυχαίνει να είναι και φανατικός σκιέρ, οπότε δεν δυσκολεύτηκε να πει το ναι. Όσον αφορά στη σχέση του χαρακτήρα του με αυτόν της Κιμ, εξηγεί: «τον κερδίζει ακριβώς επειδή δεν είναι το κλασικό κορίτσι του σαλέ. Είναι σαν το ψάρι έξω από το νερό. Και ένα μέρος του Τζόνι θέλει παθιασμένα να επαναστατήσει, γιατί όλα στη ζωή του είναι προδιαγεγραμμένα από τους άλλους. Αυτό είναι το στοιχείο που τους ενώνει». Όμως, υπάρχει ένα μικρό πρόβλημα: ο Τζόνι έχει ήδη σχέση με μια όμορφη και πλούσια «πριγκίπισσα» της Παρκ Άβενιου, την Κλόι, η οποία τα πηγαίνει τέλεια με τη μητέρα του, Κάρολαϊν. Τους δύο αυτούς ρόλους ανέλαβαν αντίστοιχα η νεαρή Σοφία Μπους και η περίφημη Μπρουκ Σιλντς. «Η Κλόι και η Κάρολαϊν είναι τόσο κοντά που μοιάζουν περισσότερο ερωτευμένες μεταξύ τους από ότι η Κλόι με τον Τζόνι» παρατηρεί η Μπους, που απόλαυσε τη δουλειά της με τη Σιλντς, αφού μεταξύ άλλων έμαθε και αρκετές ενδιαφέρουσες ιστορίες από τη ζωή της σταρ όταν ήταν μικρή, σε σχέση με μεγάλα ονόματα όπως ο Μπομπ Χόουπ και ο Φρανκ Σινάτρα. Η Μπρουκ Σιλντς με τη σειρά της, χάρηκε το ρόλο της για μια πλειάδα λόγων: «Θέλησα να παίξω την Κάρολαϊν από την περιγραφή που μου έκανε ο Φιλ. Θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη, το σενάριο δεν γράφει πολλά γι’αυτήν. Ο Φιλ με εμπιστεύτηκε να εντάξω τις δικές μου ιδέες» λέει η γνωστή ηθοποιός. Η Σιλντς μοιράζεται αρκετές σκηνές με τον κινηματογραφικό της σύζυγο, Ρίτσαρντ Μάντσεν, τον οποίο υποδύεται ο Μπιλ Νάι. «Θα μπορούσα να είμαι παντρεμένη πραγματικά με τον Μπιλ. Είναι ο ορισμός του τζέντλεμαν. Είναι επαγγελματίας, έχει χιούμορ και φέρεται με σεβασμό σε όλους». Ο Μπιλ Νάι, ως γνήσιος τζέντλεμαν, επιστρέφει τα κομπλιμέντα και με το παραπάνω: «είναι ωραίο να είσαι παντρεμένος με τη Μπρουκ Σιλντς, έστω και για λίγο. Είναι υπέροχη, βολική, αστεία και δεν την πτόησε το γεγονός ότι ήταν παντρεμένη μαζί μου. Θα το βάλω στο βιογραφικό μου». Ο Νάι εντυπωσιάστηκε από το σενάριο του Τομ Γουίλιαμς κι έτσι δέχτηκε να συμμετέχει στο έργο: «το βρήκα τέλειο», εξηγεί. «Ένα αψεγάδιαστο δείγμα αυτού του συγκεκριμένου είδος ταινιών, που προσωπικά μου αρέσει. Κι επίσης ήταν ένα μια πολύ ζωντανή παραγωγή, χάρη στους νέους Αμερικάνους και Άγγλους ηθοποιούς που έλαβαν μέρος».
Το καστ της ταινίας συμπληρώνει με το δικό του ξεκαρδιστικό τρόπο ο Νίκολας Μπράουν, στο ρόλο του αδερφού της Κλόι, Νάιτζελ. Όπως φαίνεται, ο Μπράουν ήταν υπεύθυνος για την ψυχαγωγία της κινηματογραφικής ομάδας σε όλη τη διάρκεια των γυρισμάτων. «Είναι ένας από τους πιο αστείους ανθρώπους που έχω γνωρίσει ποτέ, και ταυτόχρονα ένα ζωντανό beat box. Αξίζει να δει κανείς την ταινία μόνο και μόνο για αυτόν», λέει ο Μπιλ Νάι. Ο Μπράουν είχε συνεργαστεί με το σκηνοθέτη σε ένα επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς “Ten Things I Hate About You” κι έτσι δέχτηκε προσωπική πρόσκληση μέσω e-mail για την ταινία. «Συμφώνησα να παίξω μετά χαράς. Ο Φιλ είναι ωραίος τύπος και έχει όραμα. Καθίσαμε και δουλέψαμε το σενάριο μαζί, πράγμα πρωτόγνωρο για μένα. Ήταν πολύ δεκτικός σε ιδέες για αστεία και για την εξέλιξη του χαρακτήρα. Από την αρχή ήταν μια συλλογική προσπάθεια».
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΣΤΙΣ ΠΙΣΤΕΣ, ΜΕ ΛΙΓΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ
Το καστ μπορεί να ήταν έτοιμο για όλα, ο καιρός όμως... απρόβλεπτος. «Όποτε προσπαθούσαμε να προγραμματίσουμε κάτι για την επόμενη μέρα, η απάντηση των Γερμανών και των Αυστριακών ήταν ‘βρισκόμαστε στα βουνά’ – που σημαίνει ‘δεν έχουμε ιδέα τι θα γίνεται με τον καιρό’» λέει ο Φιλ Τρέιλ. Αλλά ακόμα και καιρού επιτρέποντος, μία παραγωγή στο βουνό είναι πάντα πολύ πιο δύσκολη: «ο εξοπλισμός είναι απίστευτα βαρύς κι αυτό δυσκολεύει την όποια μετακίνηση. Πόσο μάλλον που το μεγάλο υψόμετρο είναι από μόνο του εξαντλητικό» συνεχίζει ο σκηνοθέτης.
Μία επιπλέον πρόκληση της ταινίας ήταν να γίνουν οι σκηνές του snowboard όσο το δυνατόν πιο αληθινές. Προβλέποντας αυτή την ανάγκη, ο σεναριογράφος Τομ Γουίλιαμς είχε γράψει ένα ρόλο στα μέτρα της πιο διάσημης snowboarder του κόσμου, Τάρα Ντακίδις, η οποία ανταποκρίθηκε θετικά στην ιδέα να παίξει τον εαυτό της σε μία ταινία. «Εγώ είμαι αυτή που εντοπίζει το ταλέντο της Κιμ και την ενθαρρύνει να μπει στον αγώνα snowboard. Της λέω ότι έχει τις ικανότητες αλλά, όπως και οι περισσότεροι από εμάς, πρέπει να πιστέψει στον εαυτό της λίγο παραπάνω» λέει η παγκόσμια πρωταθλήτρια. Και συνεχίζει: «Ήταν τιμή μου που αναφέρθηκα ονομαστικά στο σενάριο. Και χάρηκα που μπόρεσα να συνεισφέρω στην ταινία όσο το δυνατόν περισσότερο με την εμπειρία μου. Βέβαια, στη σκηνή της αναμέτρησης, η Κιμ δεν με κερδίζει: τραυματίζομαι και απλά πρέπει να αποσυρθώ. Αν έπρεπε να με κερδίσει, ίσως να μη συμμετείχα στο έργο. Αυτή είναι η ανταγωνιστική πλευρά μου».
Για τις σκηνές του σκι και του snowboard, οι παραγωγοί ζήτησαν τη βοήθεια επαγγελματιών του χώρου όπως ο Κρίστιαν Στίβενσον: ο Κρίστιαν εμφανίζεται επίσης ως παρουσιαστής του διαγωνισμού snowboard – κάτι που κάνει και στην πραγματική του ζωή. «Διαβάσαμε το σενάριο μαζί με κάποιους άλλους snowboarders, για να επιβεβαιώσουμε την αλήθεια των διαλόγων» λέει ο Στίβενσον σχετικά με τη συμμετοχή του πίσω από τις κάμερες. Στην εικαστική αλλά και αφηγηματική εξέλιξη της ταινίας, όσον αφορά τα βήματα της Κιμ στο snowboard, συνεισέφεραν επίσης οι ειδικοί σύμβουλοι της Soulsports και πρώην επαγγελματίες snowboarders, Σπένσερ Κλάριτζ και Στιούαρτ Μπρας, που χορογράφησαν τους ηθοποιούς αλλά και τους κασκαντέρ στις περισσότερες εξωτερικές σκηνές. Γενικά στα γυρίσματα συμμετείχαν αρκετοί επαγγελματίες snowboarders που περιέβαλαν τους ηθοποιούς, γεγονός που βοήθησε συνολικά την ταινία.
ΕΚΤΟΣ ΠΙΣΤΑΣ, ΜΕΤΑ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
Όπως είναι λογικό με ένα τόσο νεαρό καστ, η διασκέδαση συνεχιζόταν και αφού έσβηναν οι κάμερες. «Βγαίναμε έξω με κάθε ευκαιρία» λέει ο Φιλ Τρέιλ «και αυτές οι βραδιές έκαναν πολύ καλό στην ταινία γιατί περνούσαμε ωραία και το φέραμε μαζί μας και την επόμενη ημέρα, στο γύρισμα». Ο Μπιλ Νάι και η Μπρουκ Σιλντς ήταν κάτι παραπάνω από χαρούμενοι στο να συνοδεύουν τα βράδια τους νεαρούς συμπρωταγωνιστές τους. «Ήταν τιμή μου να με θεωρούν μέλος της ομάδας τους, αλλά και λίγο αποπροσανατολιστικό γιατί την επόμενη μέρα έπαιζα τη μητέρα τους. Πάντως έτυχε να δω τον Εντ λίγο μετά το τέλος των γυρισμάτων και μου είπε ότι του λείπαμε όλοι πολύ. Το ίδιο ακριβώς ένιωθα κι εγώ» λέει η Μπρουκ Σιλντς.
Για να καταγραφεί ο ενθουσιασμός των γυρισμάτων στην ταινία, αλλά κι επειδή το snowboard επιβάλει τις ανάλογες μουσικές επιλογές, ο σκηνοθέτης και οι παραγωγοί απευθύνθηκαν στο μουσικό σύμβουλο Ματ Μπίφα για να δημιουργήσει το ιδανικό soundtrack. Εκατοντάδες κομμάτια ακούστηκαν μέχρι την τελική επιλογή των 21 τραγουδιών που συμπεριληφθήκαν στο έργο: This is Freedom, Scouting For Girls, Eliza Doolittle, Lucky Elephant, Livingston, Ellie Goulding, One Eskimo, Lost Prophets και Kim Wilde είναι μόνο κάποια από τα ονόματα που ακούγονται κατά τη διάρκεια της ταινίας.