Η Κρίστεν ξυπνά και ανακαλύπτει πως είναι γεμάτη εκδορές και μώλωπες ενώ βρίσκεται αιχμάλωτη στον θάλαμο μιας ψυχιατρικής κλινικής. Δεν έχει καμιά ιδέα για το πώς βρέθηκε εκεί. Οι υπόλοιπες ασθενείς του θαλάμου, τέσσερις εξίσου αναστατωμένες κοπέλες, δεν έχουν ούτε αυτές τις απαντήσεις. Ανήμπορη να αντιδράσει, ζει έναν πραγματικό εφιάλτη, έχοντας να αντιμετωπίσει τις βάναυσες μεθόδους θεραπείας του προσωπικού της κλινικής αλλά –κυρίως- την παρουσία ενός φαντάσματος με δολοφονικές τάσεις, που κυκλοφορεί στους διαδρόμους του κτιρίου…
Πληροφορίες
Ο μετρ του τρόμου Τζον Κάρπεντερ ("The Thing") επιστρέφει στον κινηματογράφο μετά από χρόνια απουσίας, με σκοπό να κόψει ξανά την ανάσα των θεατών. Συνεργάζεται με μια πλειάδα νέων και ανερχόμενων ηθοποιών, όπως η Άμπερ Χερντ ("Drive Angry"), η Ντανιέλ Πάναμπεϊκερ ("The Crazies"), ο Τζάρεντ Χάρις ("The Curious Case of Benjamin Button") και η κόρη της Μέριλ Στριπ, Μάμι Γκάμερ ("Taking Woodstock").
Παραγωγή
Το φιλμ βρήκε το "σπίτι" του, κυριολεκτικά και μεταφορικά, στο ψυχιατρικό νοσοκομείο της πολιτείας της Ουάσινγκτον. Χτισμένο το 1891, αποτελεί πλέον έναν λαβύρινθο κτιρίων, τόσο σε χρήση όσο και εγκαταλειμμένων. "Παντού γύρω μας είχαμε αληθινούς ασθενείς και αληθινές υπηρεσίες", σημειώνει ο Κάρπεντερ. "Τα κτίρια είναι μεγάλα εκεί και παλιά."
Σύμφωνα με τον σκηνογράφο Πολ Πίτερς, "τα κτίρια ήταν γεμάτα από περίπλοκους διαδρόμους και δωμάτια, που καθιστούσαν δυνατή την απόδραση των κοριτσιών, όμως μόνο από το ένα επίπεδο στο άλλο. Δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από το κτίριο. Ασφαλώς είχαμε ένα μεγάλο ίδρυμα για να κάνουμε τη δουλειά μας, όχι όμως πάντοτε στον ίδιο χώρο. Χρησιμοποιούσαμε τον διάδρομο του ενός κτιρίου, τον όροφο του άλλου και το δωμάτιο ενός τρίτου. Όλα τα κτίρια έπρεπε να διέπονται από μια ενότητα για να φαίνονται ίδια."
Η ίδια η ατμόσφαιρα του νοσοκομείου ήταν επίσης ένα στοιχείο ιδιαίτερης σημασίας. "Δουλεύαμε δίπλα-δίπλα με τους ασθενείς κάθε μέρα", θυμάται η Πάναμπεϊκερ. "Προτιμώ να είμαι σε τέτοιους χώρους, η απορρόφηση στον ρόλο μου είναι πιο ισχυρή. Πρόκειται για μια αρκετά απομονωμένη περιοχή με φράκτες και συρματοπλέγματα. Σε κάνει να αισθάνεσαι ότι, ενώ είσαι προστατευμένος, ταυτόχρονα σε παρακολουθούν. Αυτή η αίσθηση σου θυμίζει την ιστορία που διηγείται η ταινία."
Σενάριο
Το ψυχολογικό αυτό θρίλερ, με θέμα μια νεαρή γυναίκα που βρίσκεται κλειδωμένη σε ένα μυστηριώδες ψυχιατρικό ίδρυμα τη δεκαετία του '60, σηματοδοτεί την επιστροφή του μάστερ του τρόμου Τζον Κάρπεντερ στον κινηματογράφο μετά από σχεδόν μια δεκαετία. Παρόλο που η ταινία διαθέτει όλα τα κλασικά στοιχεία ενός αρχετυπικού φιλμ του Κάρπεντερ, η ιστορία έπρεπε να είναι ασυνήθιστη εξ αρχής ώστε να κεντρίσει το ενδιαφέρον του σκηνοθέτη για να πει το "Ναι". Το σενάριο πρωτοδιάβασαν τα άτομα που στελεχώνουν την ομάδα του στην Echo Lake Entertainment και, όπως θυμάται ο παραγωγός Νταγκ Μάνκοφ, "ψάχναμε κάτι που να διαφέρει από τα art-house, φεστιβαλικά δράματα, για τα οποία ήμασταν γνωστοί. Θέλαμε να επεκτείνουμε το ρεπερτόριό μας, για να κερδίσουμε περισσότερο κοινό, έτσι ξεκινήσαμε να ψάχνουμε τα διάφορα είδη ταινιών. Αυτό που μας κέρδισε στο συγκεκριμένο σενάριο ήταν ότι είναι τρομακτικό και ευφυές και με σπουδαίους χαρακτήρες. Για εμάς ως παραγωγούς, η βασική δύναμη ενός σεναρίου είναι οι χαρακτήρες του. Φανταστείτε ότι βρίσκεστε σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα παρά τη θέλησή σας και υποπτεύεστε, ή ίσως γνωρίζετε, ότι άνθρωποι δολοφονούνται γύρω σας. Όμως κανείς άλλος δεν το γνωρίζει αυτό, μιας και όλοι απλά πιστεύουν ότι είστε τρελοί."
"Η ιστορία είναι κυρίως αυτό που αναζητώ σε ένα σενάριο", δηλώνει από την πλευρά του ο Τζον Κάρπεντερ. Αν μπορώ να φανταστώ την ίδια την ταινία καθώς διαβάζω το σενάριο, καθώς και να δω πόσο καλά σκιαγραφημένοι είναι οι χαρακτήρες και πόσο οξυδερκής ο σεναριογράφος, τότε εκφράζω ενδιαφέρον. Έχω εκπαιδευτεί σε αυτό, πήγα σε σχολή κινηματογράφου, έμαθα όλες τις τεχνικές."