Επεισόδιο 1.41:
Ο Χουάν Μιγκέλ φέρνει τη Βιβιάνα στο σπίτι ελπίζοντας ότι αυτό θα την βοηθήσει να θυμηθεί. Εκείνη όμως συνεχίζεται να προσποιείται ότι δεν θυμάται τίποτα και κανέναν εκτός από τη μητέρα της, Ονέλια. Η Μαχίτα κατεβαίνει για να δει τη μητέρα της αλλά η Βιβιάνα κάνει πως δεν την αναγνωρίζει. Ο Χουάν λέει στον Εδουάρδο ότι τον προβληματίζει πολύ η συμπεριφορά της Βιβιάνα. Η Μαρία κατεβαίνει στο ποτάμι για να κολυμπήσει και συναντά εκεί τον Πιράνια. Αρχικά φοβάται αλλά αφού συζητάνε, της λέει ότι όσα λένε γι’ αυτόν οι άνθρωποι του αγροκτήματος είναι ψέματα και εκείνη καταλήγει ότι δεν είναι κακός άνθρωπος. Η Σεσίλια πάει στον πάτερ Ανσέλμο για να μάθει γιατί έφυγε η Μαρία, αλλά εκείνος δεν της αποκαλύπτει τίποτα. Ο Εδουάρδο συναντά τον Αμαδόρ για να μιλήσουν για την εγκυμοσύνη της Μπεατρίς, αλλά εκείνος του λέει ότι δεν πρόκειται να αναλάβει ευθύνες για κάτι που δεν θέλει. Του λέει μάλιστα, ότι αν αγαπάει τόσο πολύ την Μπεατρίς ας την παντρευτεί ο ίδιος. Η Βιβιάνα προσπαθεί να αποπλανήσει τον Χουάν αλλά εκείνος παραξενεύεται γιατί εφόσον δεν τον θυμάται είναι για εκείνη ένας ξένος. Εκείνη απολογείται ότι της έχει φερθεί πολύ καλά όλο αυτό τον καιρό και με βάση τα λεγόμενά του, οι δύο τους, είναι ζευγάρι. Ο Αναδόρ και η Στεφανία αποφασίζουν να ανακαλύψουν πού κρύβει ο πάτερ Ανσέλμο τη Μαρία. Ο Χουάν μεταφέρει τα πράγματά του σε άλλο δωμάτιο, πράγμα που εξοργίζει τη Βιβιάνα. Στη συνέχεια πηγαίνει σε ένα μπαρ καθώς αισθάνεται μπερδεμένος και στενοχωρημένος. Εκεί εμφανίζεται η Μπλάνκα, η νταντά της Μαχίτα, φορώντας μια περούκα και προκλητικά ρούχα με σκοπό να τον αποπλανήσει. Στο αγρόκτημα ο Λεοπάρδο με τη Μαρία συζητούν στον δρόμο για το ποτάμι και εκείνος τη ρωτάει αν τον φοβάται. Εκείνη του απαντάει πως, ενώ είναι προφανές ότι όλοι στο αγρόκτημα τον φοβούνται, εκείνη δεν τον φοβάται. Όταν η Μαρία φθάνει στο ποτάμι είναι ήδη εκεί ο Πιράνια. Η Μαρία δεν τον βλέπει και εκείνος την παρακολουθεί, κρυμμένος πίσω από τους θάμνους, ενώ ακονίζει το μαχαίρι του...