Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Καννών.
Υποψήφιο για βραβείο σκηνικών στα Cesar.
Κλείνει την ανεπίσημη Τριλογία των Διαμερισμάτων -ακολουθώντας το Αποστροφή (1965) και το Μωρό της Ρόζμαρι (1968)-, με τις ταινίες να συνδέονται μέσω του τρόμου εντός αστικών οικιών. Παρόλα αυτά, η σύνδεση της συγκεκριμένης ταινίας με τις δύο άλλες ήρθε καθαρά από τύχη παρά από προγραμματισμό του δημιουργού της.
Επτά χρόνια πριν τη δημιουργία της ταινίας, ήταν ο Jack Clayton που προετοιμάζονταν για τη διασκευή του βιβλίου του 1964. Η κακή του σχέση όμως με τον σεναριογράφο, τον Edward Albee, αλλά και η οικονομική στενότητα των Universal Studios που την είχαν αναλάβει, ακύρωσε τον προγραμματισμό. Η Paramount άκουσε τη συμβουλή του Jack Clayton και αγόρασε τα δικαιώματα του βιβλίου το 1971. Ο σκηνοθέτης θα ολοκλήρωνε τη νέα διασκευή του Ο Υπέροχος Γκάτσμπι και θα αφοσιώνονταν σε αυτό, πάνω σε ένα αρχικό σενάριο που ετοίμασε ο Christopher Hampton. Όταν όμως παρέδωσε το 1974 τον Γκάτσμπι, ο Clayton έμαθε από τον παραγωγό Robert Evans ότι ο Polanski ενδιαφέρονταν για το σχέδιο και πως ήθελε τον κεντρικό ρόλο. Επίσημα ήταν μια παρεξήγηση που έκανε ακολούθως το αφεντικό της Paramount να πιστεύει ότι ο Clayton είχε χάσει το ενδιαφέρον του, και μεταβίβασε αυτοβούλως την παραγωγή στον πολωνό σκηνοθέτη.
Όλη η ταινία γυρίστηκε εκτός στούντιο, στο Παρίσι.
Η αρχική κόπια ήθελε τους ηθοποιούς να μιλούν είτε αγγλικά είτε γαλλικά, αναλόγως με τη γλώσσα της αρεσκείας τους. Κυκλοφόρησαν όμως αρκετές εκδοχές αναλόγως τη γλώσσα (ακόμα και στα ιταλικά), με κάποιους ηθοποιούς (όχι όμως η Isabelle Adjani) να ντουμπλάρουν τον ίδιο τον εαυτό τους.
Ήταν η τελευταία ταινία για τον Polanski πριν ξεσπάσει το σεξουαλικό του σκάνδαλο το 1977, που τον έκανε να εγκαταλείψει οριστικά τις ΗΠΑ.