Αναζήτηση
Μπουένος Άιρες (Buenos Aires) σ' αγαπώ - iShow.gr
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Μπουένος Άιρες (Buenos Aires) σ' αγαπώ - iShow.gr
Είδος
Κωμωδία δανικής παραγωγής 2011
Διάρκεια
99'
Συντελεστές
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
VIDEO
Υπόθεση
Κωμωδία
Ο Κρίστιαν είναι ιδιοκτήτης μιας κάβας στο χείλος της χρεοκοπίας, αλλά και οι υπόλοιποι τομείς της ζωής του δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση. Η σύζυγός του, Άννα, τον έχει εγκαταλείψει και ζει στο Μπουένος Άιρες, όπου εργάζεται ως επιτυχημένη ατζέντισσα ποδοσφαιριστών και χαίρεται τη ζωή της με τον πάμπλουτο σταρ του ποδοσφαίρου Χουάν Ντίας.

Μια μέρα, ο Κρίστιαν και ο 16χρονος γιος τους παίρνουν το αεροπλάνο για το Μπουένος Άιρες. Η αφορμή για το ταξίδι είναι τα χαρτιά του διαζυγίου, τα οποία ο Κρίστιαν θέλει δήθεν να υπογράψει μαζί με την Άννα, στην πραγματικότητα, όμως, σκοπός του είναι να προσπαθήσει να την ξανακερδίσει.
Trailer
Πληροφορίες
Η ταινία “Μπουένος Άϊρες Σ’ αγαπώ” παίχτηκε στις αίθουσες της Δανίας τον Μάρτιο του 2011, κόβοντας περισσότερα από 185 χιλιάδες εισιτήρια. Ήταν υποψήφια σε 10 κατηγορίες στο Robert Festival της Κοπεγχάγης, ενώ στα δανέζικα Βραβεία Zulu και Bodil κέρδισε τα βραβεία β’ γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της Πάπρικα Στέιν.

Αποτέλεσε την επίσημη υποψηφιότητα της Δανίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας 2012, φτάνοντας μέχρι τους 9 φιναλίστ, τον Ιανουάριο του 2012.

Συμμετείχε ακόμη στα φεστιβάλ Τορόντο (Καναδάς), Ρίο ντε Τζανέιρο (Βραζιλία), (Γερμανία), Πουσάν (Ν. Κορέα), Βαγιαδολίδ (Ισπανία) κ.ά. Παίχτηκε επίσης στις αίθουσες της Φινλανδίας, της Ουγγαρίας, της Γερμανίας, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας, της Ρωσίας, της Πορτογαλίας, της Ταϊβάν, του Βελγίου κ.ά.

Την πανελλήνια πρεμιέρα της πραγματοποίησε στο 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τον Νοέμβριο του 2011, στα πλαίσια του αφιερώματος στο σύνολο της φιλμογραφίας του Όλε Κρίστιαν Μάντσεν που επιμελήθηκε το φεστιβάλ, ενθουσιάζοντας κοινό και κριτικούς.


ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Γυρισμένο στο Μπουένος Άιρες, στην Αργεντινή, το “Μπουένος Άϊρες Σ’ αγαπώ” είναι μια δανέζικη κωμωδία που λαμβάνει χώρα σ’ ένα εξωτικό μέρος. Με το κρασί, το τανγκό, τη θερμοκρασία των Λατίνων υψηλή, το ποδόσφαιρο, τον έρωτα και το πάθος – όταν το Bronshoj συναντά το Μπουένος Άϊρες. Αυτή είναι η πρώτη φορά που ένα δανέζικο κινηματογραφικό συνεργείο πραγματοποιεί γυρίσματα στην Αργεντινή, μια σημαντική εμπειρία ειδικώς για τον σκηνοθέτη. Άλλωστε ήταν η πρώτη φορά που γυρίζω κωμωδία και το διασκέδασα πολύ.

• Η καθημερινότητα στην Αργεντινή έχει κάτι το απελευθερωτικό.

• Το “Μπουένος Άϊρες Σ’ αγαπώ” είναι το τελευταίο μέρος μιας τριλογίας που ξεκίνησε το 2001 με την ταινία “Kira’s Reason – A Love Story” και συνεχίστηκε το 2006 με το “Prague”. Η πρώτη ταινία είναι μια εισαγωγή για το χωρισμό, η δεύτερη ο ίδιος ο χωρισμός και το “Μπουένος Άϊρες Σ’ αγαπώ” μιλάει για τον χρόνο μετά το χωρισμό. Πάντως οι δυο πρώτες ταινίες ήταν δραματικές, με μια αμυδρή αίσθηση του χιούμορ, σε αντίθεση με την τωρινή.

• Μετά το “Prague” θέλησα να προσεγγίσω τη ζωή, τόσο τη δική μου όσο και των γύρω μου, φτιάχνοντας μια ταινία που θα υπερτόνιζε τις παράλογες και αστείες πλευρές της αγάπης. Εντέλει είναι μια ταινία για τις διαφορετικές μορφές που μπορεί να πάρει η αγάπη. Κάθε χαρακτήρας στην ιστορία αντιπροσωπεύει και κάτι άλλο.

• Το ζήτημα με τη θλίψη μας σε σχέση με την αγάπη, το διαζύγιο και την απώλεια είναι ότι δημιουργούμε ένα κλειστοφοβικό σύμπαν για τον εαυτό μας. Αυτή η ταινία ανοίγει αυτόν τον κόσμο, τον βάζει σε μια μεγαλύτερη εικόνα και του προσθέτει μια νότα χαράς και αισιοδοξίας. Και ενώ διαπραγματεύεται πολύ σοβαρά ζητήματα, εντούτοις επιμένει να κοιτάζει μόνο τη θετική τους πλευρά.

• Χαρακτηριστικό παράδειγμα θετικού ανθρώπου είναι ο χαρακτήρας του ποδοσφαιριστή Χουάν Ντίαζ: είναι οπτιμιστής και επικεντρώνεται πάντα στη θετική πλευρά των πραγμάτων. Είναι ειλικρινής και διαθέτει πάθος για τη ζωή μια και πιστεύει ότι είναι μικρή. Θέλει πραγματικά να τη ρουφήξει.

• Όσον αφορά τον χαρακτήρα του Κρίστιαν: μετά απ’ όλα όσα πέρασε σε ένα χρόνο, η Αργεντινή είναι γι’ αυτόν η κατάλληλη χώρα ώστε να αρχίσει ξανά να ζει. Βρίσκεται σ’ ένα μέρος με κλίμα απελευθερωτικό, όπου οι κάτοικοι του συζητούν, ζουν και κινούνται έντονα και παθιασμένα. Είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία γι’ αυτόν.

• Επηρεάστηκα κυρίως από τις αμερικανικές και τις βρετανικές κωμωδίες, επειδή ενέχουν μια λεπτή φάρσα που κρύβεται πίσω από την αληθινή ζωή και τους πραγματικούς χαρακτήρες. Πάντως δεν δυσκολεύτηκα να κάνω μια κωμωδία παρόλο που ήταν η πρώτη μου. Κι αυτό γιατί όλες μου οι ταινίες διαθέτουν μια λεπτή δόση χιούμορ στις ιστορίες τους.

• Καιρό τώρα είχα στο μυαλό μου να βάλω στην ίδια ταινία τον Άντερς Μπέρτελσεν και την Πάπρικα Στέιν. Δεν έχουν ξανασυναντηθεί στο ίδιο πλατό στο παρελθόν. Αφήστε που είναι και οι δυο τους διαφορετικοί και έντονοι χαρακτήρες. Ήταν πραγματικά απολαυστική αυτή η σκηνοθεσία.

• Στη ζωή μου έχω δυο πάθη: το ποδόσφαιρο ως φανατικός οπαδός της Μπρόντμπι και το κρασί. Και τα δυο αυτά είναι δομικά, αναπόσπαστα στοιχεία στην καθημερινή ζωή της Αργεντινής. Και στα γυρίσματα εκεί τα καταφχαριστήθηκα.

• Ο τίτλος της ταινίας προέρχεται από το ετήσιο και καθιερωμένο ντέρμπι του αργεντίνικου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος, που αγωνίζονται με πάθος οι δυο μεγαλύτερες ομάδας του Μπουένος Άϊρες (Μπόκα Τζούνιορς και Ρίβερ Πλέιτ). Πρόκειται για ένα ποδόσφαιρο άγριο, βίαιο και παθιασμένο, που πολλές φορές δεν ελέγχεται.

• Η συνεργασία μου με τους Αργεντίνους ηθοποιούς της ταινίας χαρακτηρίζεται από τη φράση ‘απόλυτη τρέλα’. Οι τύποι είναι θεόμουρλοι και απολαυστικοί.

• Πάντως ο τίτλος της ταινίας έχει διττή επεξήγηση. Πλην του ντέρμπι που προανέφερα, λέγεται ακόμη από τις Αργεντίνες γυναίκες όταν έρχονται Ευρωπαίες στην πατρίδα τους και ερωτεύονται τους νεαρούς και καυτούς Λατίνους άντρες τους. Όπως ακριβώς δηλαδή και η ηρωΐδα της ταινίας μου.


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Όλε Κρίστιαν Μάντσεν


“Όλες οι ταινίες μας έχουν ανθρώπινο άγγιγμα”

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ | 7.11.2011


Ο σκηνοθέτης Όλε Κρίστιαν Μάντσεν αναλύει την ιδιαίτερα επιτυχημένη ταυτότητα του σύγχρονου δανέζικου κινηματογράφου,
Από τα τιμώμενα πρόσωπα του 52ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο Όλε Κρίστιαν Μάντσεν είναι από τους σκηνοθέτες του δανέζικου κινηματογράφου που κατάφεραν να συνδυάσουν την καλλιτεχνική αποδοχή και την εμπορική επιτυχία. Ο 45χρονος Μάντσεν φοίτησε στην κινηματογραφική σχολή την ίδια χρονιά με τον Τόμας Βίντερμπεργκ και τον Περ Φλι και ανήκει πάνω - κάτω στην ίδια γενιά με μια ομάδα σκηνοθετών (Λαρς φον Τρίερ, Σουζάνε Μπίερ, Κρίστοφερ Μπόε, Λόνε Σέρφιγκ), που δημιούργησαν τη διακριτή και ιδιαίτερα επιτυχημένη ταυτότητα του σύγχρονου δανέζικου κινηματογράφου.
Γενναιοδωρία
Ποιος κατά τη γνώμη σας ήταν ο λόγος της εξέλιξης και ανάπτυξης του δανέζικου κινηματογράφου;
Η επιτυχία του είναι αρκετά περίπλοκη. Κατ’ αρχάς, η σχολή κινηματογράφου στη Δανία δημιούργησε, στις αρχές του ’90, ένα περιβάλλον που δεν εστίαζε μόνο στην τεχνική διαδικασία του γυρίσματος, αλλά έδινε προσοχή και στο κοινό. Η διδασκαλία της δραματουργίας και της δομής έγινε ιδιαίτερης σημασίας. Πώς να αφηγηθείς μια ιστορία, σε ποιον τη λες και με πόσο πλούσιο τρόπο να την πεις. Πάντα να σκέφτεσαι σε ποιον απευθύνεσαι. Η έννοια της γενναιοδωρίας ήταν σημαντική. Να αφηγείσαι γενναιόδωρα. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι το δανέζικο κοινό ξαφνικά άρχισε να αγκαλιάζει τις δανέζικες ταινίες και τις προτιμούσε από τις αμερικανικές. Για πολλά χρόνια οι ταινίες από τη Δανία κατείχαν το 30-33% της αγοράς. Ο τρίτος λόγος είναι ότι το κίνημα του Δόγματος, με τον διεθνή σεβασμό που προκάλεσε, έβγαλε τις ταινίες στον υπόλοιπο κόσμο. Τρομερής σημασίας αυτό, ειδικά για το μικρό μέγεθος της χώρας. Σήμερα, ωστόσο, τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά. Η επιτυχία δεν ήταν και οικονομική και πολλές εταιρείες παραγωγής αντιμετωπίζουν προβλήματα, ενώ δεν βελτιώθηκαν ιδιαίτερα οι συνθήκες για τους δημιουργούς.
Ποια είναι τα κοινά στοιχεία των Δανών σκηνοθετών της γενιάς σας;
Νομίζω ότι υπάρχει ένα ανθρώπινο άγγιγμα στις ταινίες από τη Δανία. Μπορεί να είναι θρίλερ, ταινίες δράσης, μελοδράματα, κωμωδίες, όλες όμως έχουν ένα αίσθημα ανθρωπισμού και σεβασμού για τον άνθρωπο. Και μας αρέσει η σημασία των πραγμάτων. Αυτό που λέμε θέλουμε να είναι σημαντικό.
Υπάρχουν αρνητικά σημεία στο χνάρι που έχει αφήσει ο δανέζικος κινηματογράφος τις τελευταίες δύο δεκαετίες;
Όχι στην Ευρώπη. Όμως, στη Δανία κολλήσαμε για πάρα πολύ καιρό στον ρεαλισμό του Δόγματος. Ο βαρύς κοινωνικός ρεαλισμός κυριαρχεί ακόμη στις ταινίες μας. Πρέπει να εξελιχθεί η σκέψη επάνω στον ρεαλισμό. Εχω επίσης την εντύπωση ότι οι σκηνοθέτες δώσαμε υπερβολική δύναμη στις εταιρείες παραγωγής. Κάτι άλλο είναι ότι προσπαθούμε κάποιες φορές να μαγειρέψουμε επιτυχίες, βάζοντας το ένα ή το άλλο συστατικό. Το αποτέλεσμα είναι προβλέψιμες, ανέμπνευστες ταινίες.
Έχετε συνδυάσει καλλιτεχνικές ταινίες και εμπορική επιτυχία. Ήταν συνειδητός στόχος σας να αγγίξετε ένα ευρύτερο κοινό ή απλώς μια ευτυχής σύμπτωση;
Δεν έκανα ποτέ κάτι ιδιαίτερο για να αγγίξω το κοινό. Απλώς μού αρέσει να αφηγούμαι ιστορίες σε πολλά επίπεδα και προσπαθώ να τις επικοινωνήσω χωρίς ποτέ να κάνω την ίδια ταινία και χωρίς να πιστέψω ότι τα κατάφερα και βρήκα το είδος μου επειδή πέτυχε μια ταινία. Όταν γύρισα το “Prague”, πίστευα ότι δεν θα θέλει να το δει κανείς, γι’ αυτό και γύρισα την ταινία πολύ φθηνά. Έκανα λάθος. Στη συνέχεια, οι «Μέρες θυμού» είχαν μεγάλη εμπορική επιτυχία. Το πρόβλημα με την εμπορική επιτυχία είναι ότι μετά δεν είναι πια διασκεδαστικό να επιστρέφεις στο μικρό κοινό...
Το “Superclasico”, η νέα σας ταινία, είναι μια σύγχρονη κωμωδία για μια οικογένεια σε κρίση. Πόσο διαφορετικός είναι ο τόνος από την προηγούμενη, ένα ιστορικό δράμα; Είναι η ποικιλία μια πρόκληση για εσάς;
Η ταινία είναι πολύ διαφορετική. έχει μερικά κομμάτια πολύ χαζά, πολύ αστεία, αλλά και πολύ σοβαρά. Είναι ένας συνδυασμός ασυνήθιστος, που πρέπει να αρέσει σε έναν θεατή για να τον απολαύσει. Μπορεί να είναι μια απλή και εύκολη στην παρακολούθηση ταινία, αλλά έχει πράγματα και από τη δική μου ζωή. Έχει να κάνει με τον γάμο και τις σχέσεις, όπως το “Prague” και το “Kira’s Reason”, ταινίες που αναφέρονται στο πριν, το κατά τη διάρκεια και το μετά έναν χωρισμό. Γυρισμένες με διαφορετική αισθητική, σκληρό ρεαλισμό, σκοτεινό μελόδραμα και κωμωδία, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση της σχέσης μου τα τελευταία δέκα χρόνια.
Τα φεστιβάλ
Τι πιστεύετε για τα κινηματογραφικά φεστιβάλ; Είναι πια απαραίτητα; Βοηθούν τον κινηματογράφο να προχωρήσει ή είναι πλέον απλώς μια γιορτή;
Φυσικά στηρίζω την ύπαρξη των φεστιβάλ. Η ταινία είναι μια συλλογική έκφραση και πρέπει να απολαμβάνεται συλλογικά. Κάποια φεστιβάλ είναι σημαντικά για τις πωλήσεις, άλλα για να απολαμβάνουμε τις ταινίες. Μια μικρή ταινία μπορεί ξαφνικά να γίνει μεγάλη επειδή την αγκάλιασε το κοινό ενός φεστιβάλ και παραγωγές μεγάλες αποτυγχάνουν σε ένα άλλο κοινό. Είναι ένα καζάνι, όπου τα πράγματα εξελίσσονται. Θα πήγαινα με χαρά σε οποιοδήποτε φεστιβάλ βασίζεται στην αγάπη για τις ταινίες. Τα δύο αγαπημένα μου είναι τα δύο TIFF: το Τορόντο (Toronto International Film Festival) και η Θεσσαλονίκη (Thessaloniki International Film Festival).


“Η αισιόδοξη ματιά του Όλε Κρίστιαν Μάντσεν”

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΕΛΛΑΚΗ | in.gr | 8.11.2011

Ο Όλε Κρίστιαν Μάντσεν μπορεί να σου φτιάξει τη μέρα. Ίσως είναι το ότι επέλεξε να κάνει μια “χαρούμενη” ταινία (το Superclasico) σε μια σκοτεινή περίοδο. Ίσως είναι το ότι και ο ίδιος είναι ενθουσιώδης και αισιόδοξος. Ή πάλι μπορεί να είναι απλά ο γαλάζιος μπερές που φορούσε στη συνέντευξη.

Λιγότερο γνωστός από άλλους Δανούς σκηνοθέτες (Λαρς Φον Τρίερ, Τόμας Βίντερμπεργκ, Νίκολας Γουίντινγκ Ρεφν), ο Μάντσεν έχει κάνει καλές ταινίες. Και παρ’ όλο που γυρίζει μεγάλου μήκους από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, το σινεμά του είναι τόσο δυνατό που “ανάγκασε” το 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης να του κάνει ένα αφιέρωμα.

Ο σκηνοθέτης μίλησε στο in.gr για την Αργεντινή, τα προβλήματα στις σχέσεις, τους Δανούς σκηνοθέτες και το Δόγμα ‘95.

Οι ταινίες σου ασχολούνται με διάφορες θεματικές. Πώς επιλέγεις κάθε φορά το θέμα με το οποίο θα ασχοληθείς;

Καλή ερώτηση. Τι είναι αυτό που με συναρπάζει; Είμαι πολύ παρατηρητικός άνθρωπος, παρακολουθώ ειδήσεις, ενθουσιάζομαι εύκολα με μία ιστορία ή με κάτι που μου λέει κάποιος και μερικές φορές ενθουσιάζομαι τόσο που πρέπει να ψάξω να δω εάν από αυτό μπορεί να βγει μια ιστορία. Οπότε είναι θέμα του να βγει από τα μέσα προς τα έξω.

Είναι δύσκολο αυτό;

Το δύσκολο είναι να βρεις χρήματα. Όλα τα υπόλοιπα είναι πολύ απλά! (γέλια) Το δύσκολο είναι να βρεις τον σωστό τρόπο να λες την ιστορία. Υπάρχει ο σωστός τρόπος από άποψη περιεχομένου. Και μετά υπάρχει και το άλλο: θέλω να κάνω κάτι διαφορετικό κάθε φορά. Πάντα, βέβαια, επιστρέφω στο θέμα των σχέσεων: στον γάμο, στον έρωτα. Γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτόν, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε και με αυτόν. Επίσης με ενδιαφέρει πολύ η ιστορία. Τώρα γυρίζω μια ταινία για την Κοπεγχάγη της δεκαετίας του ’60, για τους Μπίτνικς. Οπότε ίσως είμαι λίγο σχιζοφρενικός: έχω πολλές φωνές μέσα μου και κάθε μία μου λέει διαφορετικό πράγμα.

Η νέα σου ταινία, το “Superclasico” είναι πολύ φωτεινή και αισιόδοξη. Γιατί επέλεξες να γυρίσεις μια “φωτεινή” ταινία;

Μέσα στα τελευταία τρία χρόνια γύρισα τρεις πολύ σκοτεινές ταινίες: το “Nordkraft”, το “Prague” και το “Μέρες Θυμού”. Οπότε ήθελα να κάνω κάτι πιο αστείο. Επίσης μεγαλώνω και αρχίζω να βλέπω τα πάντα κωμικά: όλη μου τη ζωή σαν κωμωδία, την ερωτική μου ζωή σαν κωμωδία. Το να κάνω γυρίσματα στην Αργεντινή ήταν πολύ αναζωογονητικό και απελευθερωτικό. Ο τρόπος ζωής, ο τρόπος που σκέφτονται: όλα αυτά τα έφερα μαζί μου «σπίτι». Είναι πολύ πιο αστείο να μην παίρνεις στα σοβαρά κάποια πράγματα. Η ταινία ασχολείται με σοβαρά ζητήματα, αλλά δεν τα αντιμετωπίζει με σοβαρό τρόπο.

Πώς έγινε η επιλογή του Μπουένος Άιρες; Πήγες εκεί νωρίτερα;

\Ναι, ήμουν εκεί 7 ή 8 μήνες. Εκεί γράφτηκε και το σενάριο. Είχα την ιδέα και σκεφτόμουν να κάνω τα γυρίσματα στις Η.Π.Α. γιατί εκεί έχουν μία λογική “κάθε μέρα καλοκαίρι”. Από την άλλη δεν ξέρουν να παίζουν καλό ποδόσφαιρο. Σκεφτήκαμε και άλλα μέρη, όπως την Αυστραλία. Κάποια στιγμή σκεφτήκαμε να εξετάσουμε την πιθανότητα της Αργεντινής. Πήγαμε στο Σουπερκλάσικο (ο αγώνας μεταξύ των ομάδων Boca Juniors και River Plate) και αυτό που είδαμε εκεί ήταν τελείως τρελό. Δεν έχω δει κανέναν ποδοσφαιρικό αγώνα σαν αυτόν! Είναι μια κουλτούρα με πάθος: πάθος για ποδόσφαιρο, πάθος για φαγητό. Αυτό το πάθος ήταν απαραίτητο για την ταινία μου. Ήθελα έναν τύπο α-παθή να πάει εκεί και αυτά που βλέπει να αντικατοπτρίσουν τις δικές του αδυναμίες.

Έχουν περάσει χρόνια από το Δόγμα ‘95. Κοιτάζοντας προς τα πίσω τι ήταν τελικά αυτό;

Ένα πείραμα. Ξέρεις, υπάρχει ένας μύθος ότι οι σκηνοθέτες βοηθούν ο ένας τον άλλο: αυτό δεν ισχύει και δεν ίσχυε ποτέ. Το λέγαμε τότε, αλλά δεν βοηθάει ο ένας τον άλλο. Εγώ είμαι σε μια μικρή ομάδα σκηνοθετών που κάπως βοηθάμε ο ένας τον άλλο. Σε αυτή είναι και ο Τόμας Βίντερμπεργκ. Αλλά γενικά, όχι. Δεν βοηθάμε ο ένας τον άλλο. Νομίζω ότι το Δόγμα έγινε απλά επειδή η Zentropa χρειαζόταν κάτι να “πουλήσει”. Δεν είχε τίποτα τότε, κανένα πρότζεκτ. Ήταν και μια απαραίτητη επιστροφή στην ουσία του να κάνεις σινεμά. Δεν είχαμε χρήματα, οπότε βρήκαμε έναν τρόπο για να γυρίζουμε ταινίες φτηνότερα. Το τέλειο ήταν ότι η συνταγή πέτυχε: έγιναν καλές ταινίες. Πέτυχε.

Δανοί σκηνοθέτες ακολουθούν επιτυχημένη πορεία εντός ή εκτός της χώρας τους. Νομίζεις ότι υπάρχουν κοινά στοιχεία στις ταινίες των Δανών δημιουργών;

Εάν υπάρχει “κύμα”; Νομίζω ότι το κοινό στις δανέζικες ταινίες και αυτό για το οποίο δεν μιλάει κανείς είναι ότι στη βάση τους υπάρχουν μικρές, ανθρώπινες ιστορίες. Αυτό δημιουργεί αυτή την αίσθηση του “κοινού” στοιχείου στο σινεμά της Δανίας: ότι φτιάχνονται ταινίες για το πώς είναι να είσαι άνθρωπος.

Θα κάνεις κι εσύ ταινία στην Αμερική;

Ναι, ετοιμάζω τώρα μια ταινία στις Η.Π.Α., ένα “έξυπνο” θρίλερ που θα ονομάζεται Paper trail.

Έχεις συνεργαστεί με κάποιους από τους ηθοποιούς σου αρκετές φορές. Αυτή η συχνή συνεργασία σε κάνει να αισθάνεσαι ασφάλεια;

Ναι, εάν κάνεις κάποιες ταινίες μαζί με κάποιους ανθρώπους, τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Δεν χρειάζεται να μιλάς τόσο πολύ. Εάν οι ηθοποιοί είναι νέοι, αισθάνεσαι σαν να είσαι μέσα σε μία οικογένεια και εγώ καλούμαι να παίξω τον ρόλο του πατέρα. Και με τη γυναίκα μου έχω συνεργαστεί αρκετές φορές. Τώρα που το σκέφτομαι, βέβαια, αυτό δημιουργεί άλλου είδους περιπλοκές (γέλια). Έχω συνεργαστεί με κάποιους ηθοποιούς που τώρα είναι από τους σημαντικότερους στη Δανία. Η ταινία μου για τους Μπίτνικ θα έχει νέους, καινούριους ηθοποιούς.

Και η ταινία στην Αμερική; Αμερικανούς;

Ω ναι. Σταρ. (γέλια)


“Η ζωή είναι πολύ πιο αστεία απ’ όσο νομίζουμε”

ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ | tovima.gr | 8.11.2011


Κυκλοφορεί με ένα μοβ μπερέ φορεμένο ανάποδα, φορά γυαλιά με μαύρο, κοκάλινο σκελετό, είναι ψηλόλιγνος και συνήθως χαμογελαστός. Δανός στην καταγωγή αλλά με καουμπόικο στιλάκι, ο Όλε Κρίστιαν Μάντσεν κάνει πολύ ωραίες ταινίες και αναμφισβήτητα είναι το αστέρι της εφετινής φεστιβαλικής διοργάνωσης στην Θεσσαλονίκη, που προβάλλει επτά ταινίες του.
Μια από αυτές, μάλιστα, το “Superclassico” (2011) στην οποία ένας χωρισμός, το κρασί και το ποδόσφαιρο συνθέτουν ένα εξαιρετικό κοκτέιλ, χάρισε στο κοινό στιγμές γέλιου- πράγμα που δεν συνηθίζεται σε ταινίες των φεστιβάλ.
“Ο ορισμός της ταινίας Τέχνης στην Ευρώπη είναι πολύ στενός”, μας είπε ο Μάντσεν στην συνάντηση που είχαμε μαζί του. “Θα έλεγε κανείς ότι αν μια ταινία δεν είναι μίζερη, δεν είναι Τέχνης. Λάθος, περιορισμένος τρόπος σκέψης. Προβλήματα όπως η αγάπη και ο γάμος που πραγματεύομαι στο ‘Superclassico’, είναι, κατά βάθος γελοία. Οι ερωτήσεις είναι πάντα ίδιες -ποιος έχει δίκιο, ποιος όχι, μικρές και ασήμαντες. Θα μ’ αφήσει; Δεν θα μ’ αφήσει; Εμείς τα μεγαλοποιούμε αυτά τα ερωτήματα. Αν όμως τα δούμε από την κωμική τους πλευρά, μπορεί και να νιώσουμε περισσότερο λυτρωτικά. H ζωή είναι πολύ πιο αστεία απ’ όσο νομίζουμε.”
Γεννημένος το 1966, ο Όλε Κρίστιαν Μάντσεν ανήκει στη δυναμική φουρνιά των δανών σκηνοθετών που ξεπετάχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 μαζί με τον Τόμας Βίντερμπεργκ και τον Περ Φλι. Με τις πρώτες του ταινίες, “Sinan’s Wedding” (1997) και “Pizza King” (1999), έγινε ένας απ’ τους πρώτους Δανούς κινηματογραφιστές που καταπιάστηκαν με το μεταναστευτικό ζήτημα, αν και αργότερα, το ύφος του θα άλλαζε.
Η θεματική ποικιλομορφία και το γεγονός ότι ο Μάντσεν αρέσκεται να γυρίζει τις ταινίες του σε διαφορετικές χώρες, είναι δυο από τα στοιχεία που ξεχωρίζουν στην φιλμογραφία του. Το “Superclassico” είναι μια σύγχρονη οικογενειακή κομεντί γυρισμένη στην Αργεντινή, η “Πράγα” στην οποία ο Μάντσεν ανιχνεύει τις βαθύτερες αιτίες πίσω απ’ την διάλυση ενός γάμου.
Με φόντο την πρωτεύουσα της Τσεχίας και οι “Μέρες θυμού”, αποτυπώνουν μια άγνωστη πλευρά της Δανίας, τη δράση των δανών αντιστασιακών της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μάλιστα, η ταινία αυτή προκάλεσε μεγάλες διαμάχες στην Δανία διότι ο Μάντσεν είπε απλώς την αλήθεια: “Οι περισσότεροι Δανοί συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς γιατί θεώρησαν ότι το να σώσουν την Δανία σήμαινε ότι έπρεπε να παραδοθεί η χώρα στους Γερμανούς. Κάποιοι αντιστάθηκαν σε αυτό.”
Η θεματική ποικιλομορφία των ταινιών του Μάντσεν έχει τις ρίζες της στα χρόνια που σπούδαζε κινηματογράφο στην χώρα του. “Όταν παράτησα τη σχολή κινηματογράφου στα μέσα της δεκαετίας του 1990, αποφάσισα να μην κάνω ποτέ την ίδια ταινία δυο φορές” μας είπε ο σκηνοθέτης. “Κάθε φορά που είμαι έτοιμος να γυρίσω μια ταινία, αναρωτιέμαι ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να την γυρίσω. Δεν με ενδιαφέρει να βρίσκομαι διαρκώς στη ζώνη της ασφάλειας γιατί υπάρχουν είδη που μπορώ και χειρίζομαι πολύ καλά. Με ενδιαφέρει να το ρισκάρω για να βρίσκω τα όριά μου.”
Ο λόγος για τον οποίο του αρέσει να γυρίζει ταινίες εκτός Δανίας είναι πολύ πιο πρακτικός απ’ όσο κανείς φαντάζεται. “Όταν γυρίζεις στο εξωτερικό, έχεις το συνεργείο και τους ηθοποιούς συγκεντρωμένους δίπλα σου” είπε ο Μάντσεν. “Άρα δημιουργείς ευκολότερα την οικογενειακή ατμόσφαιρα και τη βαθύτερη αίσθηση επικοινωνίας που αναζητώ, Είναι καλύτερα να τους έχεις όλους στο λόμπι ενός ξενοδοχείο από το να φεύγει ο καθένας για το σπίτι του όταν τα γυρίσματα της κάθε ημέρας ολοκληρώνονται.”


ΦΕΣΤΙΒΑΛ | ΒΡΑΒΕΙΑ | ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ

Η ταινία “Μπουένος Άϊρες Σ’ αγαπώ” παίχτηκε στις αίθουσες της Δανίας τον Μάρτιο του 2011, κόβοντας περισσότερα από 185 χιλιάδες εισιτήρια. Ήταν υποψήφια σε 10 κατηγορίες στο Robert Festival της Κοπεγχάγης, ενώ στα δανέζικα Βραβεία Zulu και Bodil κέρδισε τα βραβεία β’ γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της Πάπρικα Στέιν.

Αποτέλεσε την επίσημη υποψηφιότητα της Δανίας για το Όσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας 2012, φτάνοντας μέχρι τους 9 φιναλίστ, τον Ιανουάριο του 2012.

Συμμετείχε ακόμη στα φεστιβάλ Τορόντο (Καναδάς), Ρίο ντε Τζανέιρο (Βραζιλία), (Γερμανία), Πουσάν (Ν. Κορέα), Βαγιαδολίδ (Ισπανία) κ.ά. Παίχτηκε επίσης στις αίθουσες της Φινλανδίας, της Ουγγαρίας, της Γερμανίας, της Νορβηγίας, της Ολλανδίας, της Ρωσίας, της Πορτογαλίας, της Ταϊβάν, του Βελγίου κ.ά.

Την πανελλήνια πρεμιέρα της πραγματοποίησε στο 52ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, τον Νοέμβριο του 2011, στα πλαίσια του αφιερώματος στο σύνολο της φιλμογραφίας του Όλε Κρίστιαν Μάντσεν που επιμελήθηκε το φεστιβάλ, ενθουσιάζοντας κοινό και κριτικούς.

Στις ελληνικές αίθουσες θα προβάλλεται από τις 22 Νοεμβρίου 2012, σε διανομή AMA Films.
Συμμετέχουν
Πάπρικα Στιν
Anna
Αντερς Β. Μπέρτχελσεν
Christian
Αντριάνα Μασκιαλίνο
Fernanda
Σεμπάστιαν Εστεβάνεζ
Juan Diaz
Τζέιμι Μόρτον
Oscar
Μιγκέλ Ντέντοβιτς
Mendoza
iShow.gr - Ο κόσμος της Showbiz
ΑΪΣΟΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ INTERNET Μ.ΙΚΕ
Επικοινωνία: press@ishow.gr
Τηλ. 211-4100551