ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ:
• Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας 1988
• Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης ξένης ταινίας
• Βραβείο Καλύτερης Ξενόγλωσσης ταινίας της Βρετανικής Ακαδημίας (BAFTA)
• Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής στις Κάννες
Αρκετά βραβεία κριτικών και αρκετές διακρίσεις για την πρωταγωνίστρια Στεφάν Οντράν Μια ελεγεία στην ανιδιοτελή αγάπη, μια αλληγορία που αξίζει κανείς να τη δει! Μια αλληγορία πάνω στη χαρά και στις απολαύσεις της ζωής - της τόσο σύντομης ζωής του ανθρώπου σε τούτο τον όμορφο κόσμο. Μια αλληγορία για το εφήμερο και σύντομο του βίου, που σαν σύντομος κανείς πρέπει να τον ζει και να τον απολαμβάνει την κάθε μέρα. Μια καυστική σάτιρα του προτεσταντισμού και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και ένας ύμνος στις υλικές και εξόχως αμαρτωλές απολαύσεις της. Η ιστορία της ταινίας διαδραματίζεται σε ένα απομακρυσμένο ψαροχώρι της Δανίας του 19ου αιώνα.
Εκεί ζουν δύο καλόκαρδες γεροντοκόρες αδελφές, θυγατέρες του προτεστάντη πάστορα και ιδρυτή μιας αυστηρής και κλειστής θρησκευτικής κοινότητας, κάνοντας αγαθοεργίες και προσφέροντας φαγητό στους ανήμπορους. Οι δύο αδελφές - Μαρτίνα και Φιλίππα - υπήρξαν πολύ όμορφες στα νιάτα τους και παρότι είχαν ερωτικές αλλά και επαγγελματικές προτάσεις, αποφάσισαν να μείνουν στο χωριό τους κοντά στον πάστορα πατέρα τους και να συνεχίσουν το ενάρετο έργο του. Η Μπαμπέτ εμφανίζεται μία μέρα στην πόρτα τους και ζητάει καταφύγιο, καθότι είναι πρόσφυγας τους εμφυλίου πολέμου της Γαλλίας, κυνηγημένη από την αντεπανάσταση στο ταραγμένο Παρίσι της Κομμούνας. Οι δύο αδελφές δίνουν τροφή και στέγη στην Μπαμπέτ, η οποίο γίνεται η οικονόμος τους σπιτιού. Μετά από 14 χρόνια κοινής ζωής, η Μπαμπέτ ενημερώνεται πως κέρδισε στο λαχείο 10.000 φράγκα. Όλοι σκέφτονται πλέον ότι θα φύγει για να φτιάξει και πάλι τη ζωή της.
Η Μπαμπέτ όμως ζητάει μία και μοναδική χάρη από της δύο αδελφές, να ετοιμάσει ένα δείπνο για αυτές και τα μέλη της εκκλησίας, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του πάστορα. Αυτές δέχονται με δυσκολία και έτσι η Μπαμπέτ αρχίζει τις ετοιμασίες του δείπνου μέρες νωρίτερα καθότι πηγαίνει στη Γαλλία για να κάνει τις αγορές των τροφίμων και των κρασιών που θα χρειαστεί για το δείπνο. Οι προτεστάντισσες αδελφές, θεωρούν τα πολυτελή φαγητά αμαρτία και θα προτρέψουν και τα υπόλοιπα μέλη της Εκκλησίας να μην εκφέρουν καμιά άποψη για τα φαγητά αλλά να μείνουν ανέκφραστοι και να συζητούν για θέματα πέρα από το φαγητό. Στο δείπνο όμως θα εμφανιστεί και ο στρατηγός Λόβενχιλμ, ο οποίος θα ενθουσιαστεί και θα απολαύσει το γεύμα και θα αναγνωρίσει πως αυτό το δείπνο είναι μαγειρεμένο από τη διάσημη σεφ του γαλλικού εστιατορίου «Ανγκλαίζ Καφέ». Στο τέλος η Μπαμπέτ αποκαλύπτει ότι αυτή είναι η σεφ του «Ανγκλαίζ Καφέ» και ότι όλα αυτά τα έκανε για να μπορεί να εκφράσει τα δώρα που της χάρισε ο Θεός και ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το σπίτι και τις δύο αδελφές. Με την απόλαυση του φαγητού, διαλύει τα "πρέπει" και επαναφέρει τη χαρά της ζωής σε όλους όσους συμμετείχαν στο δείπνο.